Facebook Pixel Τα πανηγυριώτικα τσαντίρια
Ποδόσφαιρο
| 2011-05-29 14:16:00

Τα πανηγυριώτικα τσαντίρια

Τα πανηγυριώτικα τσαντίρια

Παρακολουθώντας όλο αυτό το σόου που στήθηκε στο Λονδίνο γύρω από τη φιέστα του τελικού του Champions League, άρχισα από ένστικτο να συγκρίνω την αγγλική εμπορική προσέγγιση στο γεγονός και την εκμετάλλευση του προϊόντος «ποδόσφαιρο» με την ελληνική.

Γράφει ο Βασίλης Σαμπράκος...

Ναι, συμφωνώ, μάλλον η τάση είναι μαζοχιστική.

Δεν μπορεί το μυαλό όμως να διώξει τις σκέψεις και τους συνειρμούς για το πόσο εύκολο είναι να δημιουργήσει έσοδα το ποδόσφαιρο όταν τον νοιάζει, τον κόσμο που το διοικεί και το εκμεταλλεύεται επιχειρηματικά, να το κάνει ελκυστικό.

Δεν έχει κάθε μέρα τελικό Champions League για να βγάλει κανείς περί τα 30 εκατ. ευρώ σε διάστημα περίπου 48 ωρών, όπως συμβαίνει τούτη τη στιγμή στην υπόθεση του Λονδίνου. Τα οποία είναι κατά περίπου 5 εκατ. ευρώ περισσότερα από τα περσινά έσοδα της Μαδρίτης. Δεν μπήκα καν στον κόπο να τα συγκρίνω με τα έσοδα του τελικού της Αθήνας, για να μην απογοητευτώ περισσότερο.

Βλέποντας όλες αυτές τις εικόνες που φτάνουν με κάθε τρόπο αυτές τις ώρες από το Λονδίνο, τις έβαλα δίπλα σε αυτές που είδα από τον τελικό του Κυπέλλου Ελλάδας, την ελληνική γιορτή του ποδοσφαίρου. Εκανα τη σύγκριση της εμπορικής πολιτικής της Μπαρτσελόνα και της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ με αυτήν της ΑΕΚ και του Ατρομήτου, παραμονές των δύο τελικών.

Παρεμπιπτόντως, ο Ατρόμητος κάτι πρόλαβε και κάτι μπορούσε να κάνει. Τύπωσε τουλάχιστον μια συλλεκτική φανέλα, την οποία διέθεσε προς πώληση στους οπαδούς του.
Το Λονδίνο δεν έδωσε μεγάλη σημασία στον τελικό του Champions League. Διότι είναι Λονδίνο, πρωτεύουσα της Ευρώπης και όχι μια φτωχή επαρχία, όπως έχουμε καταντήσει οι Ελληνες την Αθήνα.

Οι επισκέπτες του Λονδίνου δεν έπαιρναν καν χαμπάρι ότι το επισκέπτονταν τη στιγμή του τελικού. Δεν το έδειχνε πουθενά, διότι το Λονδίνο δεν νοιαζόταν να το φωνάξει ότι είναι η έδρα του τελικού. Μια πιο «πεινασμένη» ευρωπαϊκή πρωτεύουσα ενδεχομένως να είχε κάνει ακόμη μεγαλύτερο ρεκόρ εσόδων, διότι θα είχε νοιαστεί να εκμεταλλευτεί εμπορικά ακόμη περισσότερο το κορυφαίο ποδοσφαιρικό γεγονός του 2011 στον πλανήτη.

Την ίδια ώρα στην Ελλάδα κοιτάζεις τι κάνουν και πώς προσπαθούν να συγκεντρώσουν χρήματα οι ελληνικές ομάδες και σε πιάνει η ψυχή σου από την απογοήτευση για τη στενομυαλιά και τον τυχοδιωκτισμό τους. Δύο εκ των μεγαλύτερων ομάδων της χώρας χρησιμοποιούν το ΟΑΚΑ και δεν έχουν ακόμη βρει τρόπο να εκμεταλλεύονται εμπορικά την παρουσία τους σε αυτό.

Στάθηκαν στις απαγορεύσεις και τους περιορισμούς που τους βάζει το ΟΑΚΑ, δεν βρήκαν ποτέ τρόπο να τους ξεπεράσουν, συμβιβάστηκαν με αυτούς και δεν δημιούργησαν ποτέ εστίες συνεύρεσης των οπαδών των ομάδων, για να τις εκμεταλλευτούν.

Υπάρχουν ομάδες-εταιρείες που έχουν κάνει βήματα. Δεν είναι μόνο ο Ολυμπιακός με το Καραϊσκάκη. Εξέλιξη και πρόοδο έχουν σημειώσει, στο πλαίσιο των δυνατοτήτων που τους δίνει η έδρα τους, ο Αρης και ο ΠΑΟΚ. Στη λίστα των εξαιρέσεων έχουν κατορθώσει να μπουν και ομάδες-εταιρείες της επαρχίας, πολύ μικρότερου βεληνεκούς και απήχησης, με περιορισμένο «πελατειακό» κοινό. Πρόσφατο παράδειγμα μπροστά στα μάτια μου, ο Παναιτωλικός. Αυτός ναι, μια μέρα θα ζει από τα έσοδά του, αν δεν τον ρίξουν, στη διαδρομή, κάτω τα λαμόγια και ο υπόκοσμος του ποδοσφαίρου.

Το ίδιο μίζεροι με τους επιχειρηματίες του ποδοσφαίρου έχουμε καταντήσει και εμείς, τα media. Δεν καταφέρνουμε ποτέ να δώσουμε παραπάνω λάμψη σε αυτό το προϊόν, το ντόπιο, το ποδόσφαιρο. Δεν προστατεύουμε τους πρωταγωνιστές του, τους ποδοσφαιριστές.

Τα αλέθουμε όλα στον μύλο του οπαδισμού, τα ισοπεδώνουμε όλα με τη στάση μας. Κι έχουμε την ψευδαίσθηση ότι κάποιος άλλος θα γυαλίσει για λογαριασμό μας το ποδόσφαιρο, για να αποκτήσει αυτό ξανά μια σχετική λάμψη, και να ξαναμοιάσει στα μάτια του καταναλωτή, του ποδοσφαιρόφιλου, ελκυστικό.

Στην εποχή του facebook και του twitter, σε αυτό το νέου τύπου social merchandising, η ποδοσφαιρική ελληνική αγορά επιμένει να στήνει πανηγυριώτικα τσαντίρια, προς εξαπάτηση του πελάτη της. Κι ύστερα αναρωτιόμαστε γιατί πτωχεύουμε.

Χριστέ μου, πού το είδαν αυτό το ποδόσφαιρο και έμαθαν να το δημιουργούν;


Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ είναι η καλύτερη αγγλική ομάδα. Μια από τις καλύτερες στην Ευρώπη αυτή την εποχή. Μόνο που απέναντι ήταν μια από τις καλύτερες ομάδες όλων των εποχών στον πλανήτη, αν όχι η καλύτερη. Με έναν εκ των κορυφαίων ever ποδοσφαιριστών, τον Λίο Μέσι, και έναν εκ των αρτιότερων οργανωτών παιχνιδιού που εμφανίστηκε τελευταία στον πλανήτη, τον Τσάβι. Η μάχη αποδείχθηκε, ειδικά στο β', άνιση.

Διότι κάπου εκεί ξέμειναν από δυνάμεις οι άνθρωποι και συνέχισαν οι… εξωγήινοι. Ο σερ Αλεξ τα δοκίμασε όλα. Πίεση ψηλά, μετά άμυνα με βάθος, διπλά μαρκαρίσματα, τα πάντα. Ομως όλα αυτά τα κόλπα πιάνουν απέναντι σε κανονικές ομάδες. Και αυτή η Μπάρτσα δεν είναι τέτοια. Βγαλμένη από προγράμματα υπολογιστών, έτοιμη να προσφέρει ποδόσφαιρο που ξεπερνά τη φαντασία μας.

Είναι ένα θαύμα του ποδοσφαίρου, το οποίο θα μελετάται για πολλά, πάρα πολλά χρόνια. Χριστέ μου, τι ποδόσφαιρο! Είμαστε πολύ τυχεροί που αυτό το ποδόσφαιρο είναι της γενιάς μας! Διότι αυτοί εφευρίσκουν ποδόσφαιρο που δεν έχουν ξαναδεί τα μάτια μας.

Πηγή: Εξέδρα.

Ακολουθήστε το sportdog.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις αθλητικές ειδήσεις

Tags