Συνέχεια από το προηγούμενο…

Στην πρώτη μας έξοδο στο νησί, πιάσαμε το λόττο. Μέσα στον συνωστισμό, κυλήσαμε σε ένα μπαράκι που έπαιζε παλιά ροκ μουσική. Ο ντι-τζέι φάνηκε να την ξέρει καλά τη θεματολογία κι αποφασίσαμε να στριμωχτούμε στην μπάρα. Πήραμε από μια μπίρα στο χέρι (σε τέτοια μέρη καλό είναι να αποφεύγεις τα κοκτέιλ με σκληρά ποτά ή τα σκέτα σκληρά ποτά) και περιμέναμε την κατάλληλη στιγμή για να πιάσουμε θέση. Η κατάλληλη στιγμή ήρθε γρήγορα, καθώς ένα ζευγάρι Βρετανών βγήκε έξω παραπατώντας, είτε για να καθαρίσει τα σωθικά του από την μπόμπα είτε απλώς για να δοκιμάσει την τύχη του σε κάποιο άλλο μπαράκι. Στρίμωξα τα χέρια μου στη σανίδα, το ίδιο έκανε και ο Φώτης και ξαφνικά βρεθήκαμε μπροστά στο θέαμα ενός μπάρμαν - πειρατή, με πλήρη αμφίεση (στολή με σιρίτια και άλλα καλούδια), βαμμένα μάτια, τεράστιο κρίκο για σκουλαρίκι και επιμελώς ατημέλητα, μακριά μαλλιά. «Καλώς τα παιδιά», είπε και προσπάθησε να πιάσει κουβέντα στον Φώτη.

Διαβάστε τη συνέχεια στο Gazzetta.gr