«Ο Θεός είναι μεγάλος και αγαπάει τους πάντες. Περισσότερο όμως αγαπάει αυτούς που κερδίζουν!». Στην ερώτηση «αγαπημένη ατάκα», αυτή είναι που κερδίζει την προτίμηση του Λεονάρντο Ζαρντίμ, ο οποίος από πολύ μικρός είχε αποφασίσει ότι δεν χρειάζεται να παρακολουθεί το μάθημα του σχολικού επαγγελματικού προσανατολισμού:

«Την ώρα που όλα τα παιδιά ονειρεύονταν να γίνουν ποδοσφαιριστές, εκείνος ήθελε να γίνει προπονητής! Το είχε αποφασίσει στα 15 του, μετά από ένα ματς της Σπόρτινγκ που είδε στην τηλεόραση. Στην αρχή νομίσαμε ότι πρόκειται για αστείο, αλλά αυτός το είχε πάρει πολύ στα σοβαρά», θυμάται ο πατέρας του, Αντόνιο.

Το πλάνο καριέρας ήταν ξεκάθαρο. Το χρονοδιάγραμμα αυστηρό. Στα μέσα της σεζόν 2007-08 αναλαμβάνει την Τσάβες (τρίτης κατηγορίας) στην πρώτη του σοβαρή δουλειά και στην παρθενική του ομιλία σοκάρει: «Ηταν άγνωστος. Είχε δουλέψει μόνο στην Καμάτσα και τον κοιτούσαμε με μισό μάτι. Μας ξεκαθάρισε ότι η Τσάβες ήταν μόνο ένα σκαλοπάτι για αυτόν κι ότι είχε μεγάλες φιλοδοξίες. Μας είπε ότι αν σε πέντε χρόνια, μέχρι τα 40 του, δεν κοουτσάρει μία μεγάλη ομάδα, τότε θα τα παρατήσει όλα και θα επιστρέψει στη Μαδέιρα για να ζήσει ήσυχα, διδάσκοντας ποδόσφαιρο», ανασύρει από τη μνήμη του ο παλιότερος εκείνης της ομάδας, Κάρλος Πίντο.
Πέντε και κάτι χρόνια μετά από εκείνη την κυνική καριερίστικη ομολογία, ο 38χρονος Λεονάρντο Ζαρντίμ, με ενδιάμεσους σταθμούς την Μπέιρα Μαρ και την Μπράγκα, κάνει πράξη τα λόγια του και πιάνει λιμάνι. Ο μισεμός στη Μαδέιρα θα καθυστερήσει λιγάκι ακόμα...


ΤΟ ΞΕΚΙΝΗΜΑ

Γεννήθηκε στη Βενεζουέλα, όπου οι γονείς του είχαν μεταναστεύσει, από τα τέσσερα του όμως γύρισε στη Μαδέιρα όπου μεγάλωσε. Ηταν επιμελής μαθητής, μεγάλωσε παίζοντας ποδόσφαιρο και χάντμπολ, στα 24 του είχε ήδη τελειώσει τη σχολή φυσικής αγωγής στο πανεπιστήμιο της Μαδέιρα και είχε γίνει ο νεαρότερος Πορτογάλος με δίπλωμα προπονητή Α' κατηγορίας! Πέρασε 7 χρόνια στην Καμάτσα (τα 5 ως πρώτος προπονητής), ακολούθησε η άνοδος στη Β' εθνική με την Τσάβες (2008-09), η άνοδος στην πρώτη κατηγορία με την Μπέιρα Μαρ (2009-11) και η περσινή χρονιά με την Μπράγκα (3η θέση) με την οποία έκανε ρεκόρ συλλόγου με 15 σερί νίκες στο πρωτάθλημα.

ΚΛΕΙΣΤΑ ΑΠΟΔΥΤΗΡΙΑ

Τα αποδυτήριά του είναι μπετόν. Κανείς διοικητικός δεν έχει χώρο σε αυτά. Η ομάδα λειτουργεί ως κλειστή οικογένεια. Στην Μπέιρα Μαρ είχε πάρει δικό του λουκέτο για να κλειδώνει το προπονητικό κέντρο από τα αδιάκριτα βλέμματα! Συχνά προβάλλει στους παίκτες ταινίες. Μία από τις αγαπημένες του είναι οι «300» για να τους εξηγήσει την αλληλεγγύη και τον σεβασμό στον αρχηγό. Σε αυτό το τελευταίο έχει εμμονή. Σε όλες του τις ομάδες επέλεξε Ο ΙΔΙΟΣ τον αρχηγό (για την ακρίβεια τους άλλαξε παντού), τον οποίο θεωρεί τη φυσική του προέκταση στο γήπεδο.

Η ΜΕΘΟΔΟΣ

Αρέσκεται να λέει ότι το σημαντικό δεν είναι το αποτέλεσμα, αλλά η μέθοδος. Αν τα πράγματα γίνονται σωστά, τα αποτελέσματα θα ακολουθήσουν ως φυσιολογικό επακόλουθο. Λατρεύει τη λέξη feedback (ανατροφοδότηση) και δουλεύει πολύ στην προσωπική επαφή με τους παίκτες. Ο Κάρλος Φανγκέιρο (παλιός του παίκτης στην Μπέιρα Μαρ) είπε για αυτόν πως: «Δεν τον είδα ποτέ να φωνάζει σε παίκτη. Είναι ένας ηγέτης που επιβάλλεται ενστικτωδώς. Είναι αυστηρός, σοβαρός και μεθοδικός. Κανείς δεν δουλεύει σκληρότερα από αυτόν, γι' αυτόν, λειτουργεί ως παράδειγμα για τους παίκτες», ενώ ο πνευματικός του πατέρας προπονητικά Ζοσέ Μονίζ πιστεύει πως: «Οι κύριες αξίες του είναι η ακεραιότητα, η ακρίβεια και η οργάνωση. Είναι ανταγωνιστικός και δεν φοβάται. Από μικρός ανέλαβε πολλές ευθύνες και είναι γεμάτος ποιοτικές αρετές».

ΟΙ ΕΜΜΟΝΕΣ ΤΟΥ

Είναι δημοκρατικός, εργατικός (πάντα πηγαίνει στις προπονήσεις 1,5 ώρα πριν την έναρξη), λεπτομερειομανής. Του αρέσει να απλοποιεί τα προβλήματα και όχι να κάνει πολύπλοκο το ποδόσφαιρο. Εγινε ο πρώτος τεχνικός στην ιστορία της Μπράγκα που έπεισε τον πρόεδρο Αντόνιο Σαλβαδόρ να του προσφέρει τριετές συμβόλαιο, υποστηρίζει το ποδόσφαιρο πρωτοβουλίας, δεν φοβάται να κάνει πολλές μεταγραφές και να ενσωματώνει στην ομάδα παίκτες που διψάνε για διάκριση, δεν είναι κολλημένος στα συστήματα (4-4-2, 4-3-3, 4-2-3-1), παίζει ό,τι εκφράζει τα χαρακτηριστικά των παικτών που έχει στα χέρια του. Είναι αρκετά επικοινωνιακός, φιλικός με τους δημοσιογράφους, του αρέσει ο διάλογος με τους εκπροσώπους των ΜΜΕ, δεν φοβάται να ανοίξει το στόμα του και να ξύσει πληγές, κάτι που γέννησε την κόντρα του με τον πρόεδρο της Μπράγκα και το διαζύγιο με τους «αρσεναλίστας».

ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΤΟΥ

Σύμφωνα με μαρτυρίες παλιών του παικτών: «ζει, αναπνέει, θρέφεται με ποδόσφαιρο όλη την ημέρα». Εξοστρακίζει τους κακούς επαγγελματίες και στηρίζεται στους καλούς. Στην Μπέιρα Μαρ μοίραζε σε κάθε παίκτη δύο φορές την εβδομάδα σε Power point ό,τι προσωπικές πληροφορίες χρειάζονταν για το προσεχές παιχνίδι και τον εκάστοτε προσωπικό αντίπαλο, πράγματα ανήκουστα για Β' κατηγορία. Ο Αντόνιο Βιέιρα είναι το δεξί του χέρι, ο Νέλσον σχεδιάζει και μελετά κάθε λεπτομέρεια των προπονήσεων. Υπήρχαν και άλλοι τρεις πιστοί του συνεργάτες στην Μπράγκα, αλλά τους δύο πρώτους ζήτησε να φέρει μαζί στο λιμάνι.


ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ

Στο μέρος που μεγάλωσε (Μαδέιρα) εκπόνησε με τη βοήθεια του Δήμου ένα πρωτοποριακό εκπαιδευτικό πρόγραμμα, που συνδέει μπάλα και γράμματα και δεν υπάρχει πουθενά αλλού στην Πορτογαλία. Ενα ποδοσφαιρικό σχολείο στο οποίο τα παιδάκια διδάσκονται μαθήματα θεωρητικής και θετικής κατεύθυνσης, αγγλικά και παράλληλα λειτουργεί σαν ποδοσφαιρική ακαδημία. Το δημιούργησε διότι πιστεύει ότι ο ο σύγχρονος τρόπος ζωής δεν αφήνει χρόνο στους γονείς να ασχοληθούν με τα μαθήματα των παιδιών τους, αυτά παραμελούν το σχολείο, με αποτέλεσμα οι γονείς να τους κόβουν την μπάλα!

Ο... ΑΛΛΟΣ ΖΑΡΝΤΙΜ

Σαν πιτσιρικάς το πολύ να έβγαινε για ένα ποτήρι κρασί. Τώρα, αρκείται σε κανένα ήσυχο δείπνο με μπριζόλα ή κοτόπουλο, με την (ψυχολόγο) σύζυγό του και τον πεντάχρονο γιο τους. Μερικοί θα τον έλεγαν τσιγκούνη. Αλλοι, προνοητικό. Στη ζωή του οδήγησε μόνο δύο φθηνά αμάξια (ένα Fiat Punto και ένα Seat Leon). «Αν κάποιος θέλει να έχει οικονομίες στα γεράματά του, ας του εμπιστευτεί τη διαχείριση των χρημάτων του. Με αυτόν ξέρεις ότι είσαι ασφαλής, ότι δεν θα κάνεις περιττά έξοδα», τον πειράζει ο παιδικός του φίλος, Ντουάρτε Φρέιτας.

Πηγή: sday.gr