ΜΙΑ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΛΗΘΙΝΟ ΚΟΣΜΟ
Ο τρεις φορές βραβευμένος με Όσκαρ Στίβεν Σπίλμπεργκ («Η Λίστα του Σίντλερ», «Η Διάσωση του Στρατιώτη Ράιαν») σκηνοθετεί την απόλυτη περιπέτεια επιστημονικής φαντασίας, «Ready Player One», βασισμένη στο bestseller του Έρνεστ Κλάιν («Αν Είσαι Έτοιμος, Πάτα Enter), που έχει γίνει παγκόσμιο φαινόμενο.
Η ιστορία εκτυλίσσεται το 2045 και την ίδια στιγμή αναφέρεται στην κουλτούρα της δεκαετίας του ’80 με δεκάδες ποπ αναφορές να ξεπετάγονται στις καταιγιστικές στιγμές δράσεις. Ο βετεράνος σκηνοθέτης επιστρατεύει την αστείρευτη φαντασία του και τη χρήση της τεχνολογίας, ενώ χειρίζεται με μαεστρία τους δύο κόσμους του βιβλίου για να μας ταξιδεύει σε ένα δυστοπικό μέλλον, όπου ένα ανεξάντλητο σύμπαν εικονικής πραγματικότητας μοιάζει να είναι η μοναδική σωτηρία των ανθρώπων.
Στη θεαματική, συναρπαστική, καταιγιστική και διασκεδαστική ταινία πρωταγωνιστούν οι Τάι Σέρινταν («X-Men: Apocalypse», «Mud»), Ολίβια Κουκ («Me and Earl and the Dying Girl», «Bates Motel»), Μπεν Μέντελσον («Rogue One – A Star Wars Story», «Bloodline») και Τ. Τζ. Μίλερ («Deadpool», «Silicon Valley»). Μαζί τους, οι Σάιμον Πεγκ (ταινίες «Star Trek», ταινίες «Mission: Impossible») και ο βραβευμένος με Όσκαρ, Μαρκ Ράιλανς («Bridge of Spies», «Dunkirk»). Το απαιτητικό σενάριο υπογράφουν ο Ζακ Πεν και ο συγγραφέας του βιβλίου, Έρνεστ Κλάιν. Ενδεικτικά, για το όραμα της ταινίας, ο κορυφαίος δημιουργός λέει: «Ήθελα να κάνω μια ταινία με τόση ταχύτητα που να σου παίρνει το μυαλό και σε στέλνει σε μία ιλιγγιώδη κούρσα προς το μέλλον».
ΣΥΝΟΨΗ
Βρισκόμαστε στο 2045. Επικρατεί χάος και ο κόσμος μοιάζει να καταρρέει. Μόνη σωτηρία είναι το OASIS, ένα επεκτατικό σύμπαν εικονικής πραγματικότητας που δημιουργήθηκε από τον ευφυή και εκκεντρικό Τζέιμς Χάλιντεϊ (Μαρκ Ράιλανς). Όταν ο Χάλιντεϊ πεθαίνει, αφήνει την αμύθητη περιουσία του στο πρώτο άτομο που θα βρει ένα ψηφιακό πασχαλινό αυγό, κρυμμένο κάπου στο OASIS, πυροδοτώντας έναν διαγωνισμό που καθηλώνει όλο τον κόσμο. Όταν ένας απίθανος νεαρός ήρωας με το όνομα Γουέιντ Γουάτς (Τάι Σέρινταν) αποφασίζει να πάρει μέρος στον διαγωνισμό, παρασύρεται σε ένα ιλιγγιώδες κυνήγι θησαυρού που αψηφά τους κανόνες της πραγματικότητας μέσα σε ένα φανταστικό σύμπαν μυστηρίου, ανακαλύψεων και κινδύνων.
«Οι άνθρωποι έρχονται στο OASIS για όλα αυτά που μπορούν να κάνουν. Αλλά, τελικά, μένουν για όσα μπορούν να γίνουν»
ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΣΤΗΝ ΟΘΟΝΗ
Πριν από τριάντα περίπου χρόνια, έμοιαζε ασύλληπτο να συνδέεσαι στον υπολογιστή, να φτιάχνεις το προφίλ σου -αληθινό ή ψεύτικο- και να συνδέεσαι με ανθρώπους οπουδήποτε στον πλανήτη σε πραγματικό χρόνο. Αλλά αν, σε τριάντα χρόνια από τώρα, μπορείς να συνδεθείς, να γίνεις το προσωπικό σου avatar -αληθινό ή ψεύτικο- και να αλληλεπιδράς με ανθρώπους σε έναν απεριόριστο ψηφιακό κόσμο; Φανταστείτε τις δυνατότητες και τους κινδύνους.
Αυτό είναι η βασική υπόθεση στο bestseller του Έρνεστ Κλάιν, που τράβηξε την προσοχή ενός από τους σπουδαιότερους κινηματογραφικούς δημιουργούς όλων των εποχών, του Στίβεν Σπίλμπεργκ. «Είναι μια μεγάλη περιπέτεια που διαδραματίζεται εναλλάξ σε δύο εντελώς διαφορετικούς κόσμους» λέει ο Σπίλμπεργκ. «Ο Έρνεστ Κλάιν είναι ένας οραματιστής που έγραψε για ένα μέλλον που δεν είναι και τόσο μακριά από εκεί που κατευθυνόμαστε με την εξέλιξη της εικονικής πραγματικότητας».
Ο συγγραφέας αναφέρεται στον Σπίλμπεργκ ως μια από τις μεγαλύτερες επιρροές του κατά τη συγγραφή του πρώτου του μυθιστορήματος. «Δεν είναι εύκολο να περιγράψω πόσο βαθιά με επηρέασε το έργο του Στίβεν Σπίλμπεργκ στη ζωή και τα ενδιαφέροντα μου, αλλά είναι σίγουρο ότι δεν θα έγραφα το «Ready Player One» (στα ελληνικά κυκλοφορεί με τον τίτλο «Αν Είσαι Έτοιμος, Πάτα Enter») αν δεν είχα καταβροχθίσει τις ταινίες του. Όπως όλοι όσοι έχουν πάθος με τις ταινίες της δεκαετίας του ’70 και του ’80, έτσι κι εγώ έχω αφομοιώσει το έργο του στη ζωή μου. Μεγάλο μέρος κατέληξε να δίνει μορφή στην ιστορία και στον τρόπο που επέλεξα να γράψω το βιβλίο. Τρανή απόδειξη το ίδιο το μυθιστόρημα».
Το “Ready Player One» διαδραματίζεται το 2045, όταν οι άνθρωποι έχουν τη δυνατότητα να μπουν σε ένα ψηφιακό σύμπαν που ονομάζεται OASIS, όπου πας όπου θες, κάνεις ό,τι θες, είσαι όποιος θες και επιλέξεις να είσαι. Με τον πληθυσμό να ζει εξαθλιωμένος εξαιτίας της ανεργίας, της φτώχιας, του συνωστισμού και της απόγνωσης, είναι μια καλή στιγμή να αποδράσεις στον ψηφιακό κόσμο όπου μπορείς να ζήσεις μια εκπληκτική ζωή μέσα από το avatar σου. «Το μόνο που χρειάζεσαι είναι η φαντασία, γιατί σε πάει μακριά στο OASIS. Αλλά όταν αποδράσεις από την πραγματικότητα, αποχωρίζεσαι την πραγματική ανθρώπινη επαφή. Οπότε, η ιστορία είναι διασκεδαστική, αλλά διαθέτει και κοινωνικό σχόλιο» λέει ο σκηνοθέτης.
Ο Κλάιν αποκαλύπτει ότι η έμπνευση για την ιστορία ήρθε από βασικά σημεία αναφοράς της ζωής του. «Η αρχική ιδέα ήρθε από το παιχνίδι Adventure, που ήταν το πρώτο βιντεοπαιχνίδι που είχε ένα πασχαλινό αβγό. Ο σχεδιαστής του είχε δημιουργήσει ένα μυστικό δωμάτιο μέσα στο παιχνίδι που είχε το όνομα του. Ήταν η πρώτη φορά που βρήκα κάτι μέσα σε έναν ψηφιακό κόσμο, το οποίο είχε κρύψει ο ίδιος ο δημιουργός. Η εμπειρία άφησε το σημάδι της. Μου άρεσαν τα βιβλία του Ρόαλντ Νταλ, ειδικά τα βιβλία με τον Γουίλι Γουόνκα. Έτσι αναρωτήθηκα τι θα γινόταν αν ο Γουίλι Γουόνκα ήταν σχεδιαστής βιντεοπαιχνιδιών αντί για ζαχαροπλάστης. Άρχισα να σκέφτομαι τους γρίφους και τις σπαζοκεφαλιές που θα άφηνε πίσω του για τον διάδοχο του αυτός ο εκκεντρικός δισεκατομμυριούχος. Ήξερα ότι υπήρχε ζουμί εκεί».
Ο εκκεντρικός δισεκατομμυριούχος του Κλάιν έγινε ο χαρακτήρας του Τζέιμς Χάλιντεϊ, του μοναχικού δημιουργού του OASIS, τον οποίο υποδύεται ο Μαρκ Ράιλανς. «Όλος ο κόσμος ζει μέσα στο όνειρο του, το όνειρο από το οποίο έχτισε έναν ολόκληρο κόσμο» λέει ο Σπίλμπεργκ. «Αλλά όταν πέθανε δεν είχε κληρονόμους, οπότε άφησε πίσω του έναν διαγωνισμό. Ο πρώτος που θα κέρδιζε σε τρεις προκλήσεις και θα έβρισκε τα τρία κλειδιά. που θα τον οδηγούσαν στο Αυγό -που κρύβεται κάπου μέσα στο OASIS-, θα κληρονομούσε τα πάντα».
Όσο ήταν ζωντανός, ο Χάλιντεϊ έδωσε στους ανθρώπους τη δυνατότητα να ξεφύγουν από την πραγματικότητα. Όταν πέθανε, τους έδωσε ένα μέλλον για να ελπίζουν. Ένα παιχνίδι μέσα στο παιχνίδι, με την τεράστια περιουσία και τον πλήρη έλεγχο του OASIS ως έπαθλο.
Ο Σπίλμπεργκ σημειώνει: «Όπως φαντάζεστε, όλοι θέλουν να εντοπίσουν το Αυγό, συμπεριλαμβανομένου και του νεαρού ήρωα μας, του Γουέιντ Γουάτς».
Η νίκη αλλάζει όλο το παιχνίδι και ο Γουέιντ είναι αποφασισμένος να αφιερώσει κάθε στιγμή της ζωής του για να λύσει τους γρίφους και να φτάσει πρώτος στο Αυγό. Όμως, η αναζήτηση αυτή είναι κάτι παραπάνω από ένα κυνήγι θησαυρού, καθώς παρέα με τους φίλους του ανακαλύπτουν ότι διακυβεύεται κάτι πολύ πιο μεγάλο από το χρηματικό έπαθλο.
Ο Τάι Σέρινταν, που ενσαρκώνει τον πρωταγωνιστικό ρόλο, λέει: «Μία τεράστια εταιρεία προσπαθεί να αποκτήσει το OASIS, οπότε θα έχουν απόλυτο έλεγχο στα πάντα. Οι πέντε χαρακτήρες μας είναι outsiders και χαίρεσαι μαζί τους γιατί συμμετέχουν για τους σωστούς λόγους. Θέλουν να κερδίσουν για να σώσουν το OASIS».
Η ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ ‘80
Το βιβλίο έκλεψε τις εντυπώσεις από την αρχή. Όχι μόνο ικανοποίησε τις προσδοκίες, αλλά και τις ξεπέρασε με θεαματικό τρόπο. Έμεινε πρώτο στη λίστα των best sellers των New York Times για καιρό και έχει εκδοθεί σε 50 χώρες. Όμως, πριν την κυκλοφορία του, είχε ήδη τραβήξει το ενδιαφέρον των κινηματογραφικών παραγωγών. Το βιβλίο έχει πάρα πολλές αναφορές στη δεκαετία του ’80 με την οποία ο Κλάιν νιώθει πολύ συνδεδεμένος. «Ο Χάλιντεϊ έχτισε αυτό το παιχνίδι γύρω από τα πράγματα που αγαπούσε κι αυτό με ενθουσίασε γιατί κατάλαβα ότι τα πάθη του αντικατόπτριζαν τα δικά μου. Για μένα, η δεκαετία του ’80 ήταν η εποχή που με διαμόρφωσε, γιατί ήταν η δεκαετία που ήμουν έφηβος. Τότε απέκτησα το πρώτο μου βιντεοπαιχνίδι και τον πρώτο μου υπολογιστή. Και ήταν η αυγή της εποχής του διαδικτύου».
«Αναρωτήθηκα αν ίσως το βιβλίο θα αφορούσε μόνο αναγνώστες της ηλικίας μου που έχουν νοσταλγία για τη δεκαετία του ‘80» συνεχίζει ο Κλάιν. «Αλλά δε συνέβη αυτό γιατί μιλάει για τον τρόπο που ζούμε τώρα. Οι περισσότεροι έχουν μια πραγματική ταυτότητα και μια εικονική ταυτότητα με τη μορφή των προφίλ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Και, κάπως όπως με τα avatars της ιστορίας, μπορείς να διαμορφώσεις το εικονικό σου προφίλ με βάση πώς θέλεις να σε βλέπουν οι άλλοι».
Ο συν-σεναριογράφος Ζακ Πεν αποκαλύπτει ότι, συμπτωματικά, είχε ήδη γνωρίσει τον Κλάιν για μια άλλη ταινία που είχε να κάνει με βιντεοπαιχνίδι. «Δούλευα για ένα ντοκιμαντέρ για την πτώση του Atari, και ένας από αυτούς που χρειάστηκε να προσεγγίσω ήταν ο Έρνι Κλάιν, οπότε καταλήξαμε να συναντηθούμε και να γίνουμε φίλοι πριν ακόμα αρχίσω να γράφω».
Ο Κλάιν σχολιάζει: «Όταν μπήκε ο Ζακ στην ταινία, έγραψε μια φοβερή πρώτη εκδοχή που αιχμαλώτισε το πνεύμα του βιβλίου, ενώ έκανε την ιστορία πιο κινηματογραφική. Επίσης ήταν αρκετά ευγενικός ώστε να με συμβουλευτεί σχετικά με τις αλλαγές αυτές. Αυτή η πρώτη γραφή έκανε τον Σπίλμπεργκ να ενδιαφερθεί και να διαβάσει το βιβλίο μου. Ήταν πολύ ωραία διαδικασία και είμαι ευγνώμων στον Ζακ που είχε τόσο μεγάλο ρόλο για να μεταφερθεί το μυθιστόρημα στο σινεμά».
Ο Σπίλμπεργκ λέει από τη μεριά του: «Μου έστειλαν το σενάριο πρώτα. Με ενθουσίασε η αντιπαράθεση των δύο κόσμων. Μετά διάβασα το βιβλίο και ενθουσιάστηκα από το πόσο βαθύ και πολυεπίπεδο είναι. Ήταν τρομαχτικό αλλά και προσβάσιμο… Με είχε καταπιεί!».
Για τον Κλάιν η συνεργασία με τον Σπίλμπεργκ ήταν ένα όνειρο που γίνεται πραγματικότητα. «Ακόμα και τώρα, μου φαίνεται σουρεαλιστικό. Έχω μείνει κατάπληκτος».
Το ίδιο συναίσθημα μοιράστηκαν και οι ηθοποιοί που παίζουν στην ταινία. Η Λένα Γουάιτ, που υποδύεται την κολλητή του Γουέιντ Γουάτς επιβεβαιώνει: «Ο Στίβεν Σπίλμπεργκ κυριολεκτικά έχει καθορίσει το σινεμά για τη γενιά μου και έχει αλλάξει την κουλτούρα μας. Νομίζω ότι αν κάποιος βάλει όλες τις ταινίες του σε μία χρονοκάψουλα, όλες μαζί δίνουν μια αίσθηση του πώς εξελίσσεται ο κόσμος μας. Οπότε το να είμαι μέρος αυτής της κληρονομιάς έχει τεράστια σημασία για μένα και για όλους μας».
Κατά τη μεταφορά του βιβλίου στον κινηματογράφο ήταν ζωτικής σημασίας για τους δημιουργούς να σεβαστούν το αρχικό υλικό. «Αλλά» τονίζει ο Σπίλμπεργκ, «κάθε βιβλίο πρέπει να περάσει από μια διαδικασία προσαρμογής, όταν από λογοτεχνικό έργο γίνεται κινηματογραφικό. Νομίζω ότι κρατήσαμε τα σωστά στοιχεία για να πούμε μια πραγματικά φοβερή ιστορία».
Μία από τις αλλαγές αφορούσε τον ίδιο τον σκηνοθέτη. «Το βιβλίο είχε πολλές αναφορές στις ταινίες μου και δεν ήθελα να γίνει ένας καθρέφτης μου. Αφήσαμε μερικές αναφορές μέσα, αλλά βάλαμε και πολλά στοιχεία από το αποτύπωμα που είχαν άλλοι κινηματογραφιστές, καλλιτέχνες, σχεδιαστές μόδας και μουσικοί εκείνης της περιόδου».
Προκειμένου να μεταφερθεί ο θεατής σε έναν φανταστικό κόσμο, τον κόσμο του OASIS, η παραγωγή εμπιστεύτηκε τις δυνατότητες της ψηφιακής τεχνολογίας. Ο Σπίλμπεργκ άλλωστε για να τονίσει την έντονη αντίθεση ανάμεσα στους δύο κόσμους, γύρισε σκηνές σε φιλμ αλλά και σε ψηφιακό φορμάτ.
«Όλα αυτά τα επίπεδα που έπρεπε να βάλουμε στο OASIS, έκανε τη δουλειά φοβερά περίπλοκη» παραδέχεται ο βετεράνος σκηνοθέτης. «Είχαμε κανονικό γύρισμα, motion capture, computer animation…. Ήταν σαν να κάνουμε τέσσερις ταινίες μαζί».
Όμως, ο δημιουργός παραμένει πιστός στην ουσία του έργου του: «Δεν κάνω ταινίες για την τεχνολογία. Τη χρησιμοποιώ μόνο για να πω μια ιστορία καλύτερα. Η τεχνολογία είναι εκεί για να επιτρέπει σε μία τέτοια ταινία να υπάρχει, αλλά μετά πρέπει να εξαφανίζεται, για να είμαστε όλοι συγκεντρωμένοι στην ιστορία και τους χαρακτήρες».
THE HIGH FIVE
Με μια πρώτη ματιά, ο Γουέιντ Γουάτς δε θυμίζει τον τυπικό ήρωα. Ο Σπίλμπεργκ λέει σχετικά: «Πολλές ταινίες στις οποίες έχω κάνει την παραγωγή ή τις οποίες έχω σκηνοθετήσει έχουν τους περιθωριακούς τύπους της δεκαετίας του ’80 σε θέση ήρωα και ο Γουέιντ είναι σίγουρα ένας τέτοιος. Είναι έξυπνος αλλά και στερημένος. Περνάει μια δύσκολη φάση. Οι γονείς του έχουν πεθάνει και ζει με τη θεία του και τον σύντροφο της σε ένα ρημαγμένο μέρος στο Οχάιο. Η μόνη του ικανοποίηση είναι να κερδίσει στον διαγωνισμό του Χάλιντεϊ».
Ο Τάι Σέρινταν επιβεβαιώνει: «Ο Γουέιντ θαυμάζει απεριόριστα τον Χάλιντεϊ και έχει αφιερώσει αμέτρητες ώρες να μελετάει την κάθε λεπτομέρεια της ζωής του, αναζητώντας τα στοιχεία που θα τον βοηθήσουν στο Αυγό».
Ο Γουέιντ είναι ο πρώτος κυνηγός του Αβγού που συστήνεται αρχικά ως ο πραγματικός του εαυτός. Με το που μπαίνει στο OASIS, ο Γουέιντ αφομοιώνεται πλήρως από το avatar του, που ακούει στο όνομα Parzival, εμπνευσμένο από τον ιππότη που βρήκε το Άγιο Δισκοπότηρο. Περιγράφοντας τον διπλό του ρόλο, ο Σέρινταν λέει: «Ο Γουέιντ και ο Parzival είναι δύο διαφορετικοί άνθρωποι. Ο Parzival είναι ό,τι δεν είναι ο Γουέιντ. Ο Γουέιντ είναι νευρικός, ντροπαλός και κλεισμένος στον εαυτό του, ενώ ο Parzival έχει αυτοπεποίθηση, είναι γενναίος, ευρηματικός και πολύ ικανός».
Ο Parzival είναι επίσης πιο κοινωνικός. «Οι μόνοι του φίλοι είναι μέσα στο OASIS. Δεν έχει γνωρίσει κανέναν τους παρά μόνο ως avatars και είναι χαρούμενος μ΄αυτό. Ό,τι έχει σημασία για αυτόν υπάρχει μέσα στην εικονική πραγματικότητα» επισημαίνει ο Σπίλμπεργκ.
Πολύ κοντά στον Parzival είναι ο επιβλητικός Aech, τον οποίο ενσαρκώνει η Λένα Γουάιτ και είναι κάτι ανάμεσα σε άνθρωπο και μηχανή. «Έχει τεράστιους μύες, αλλά είναι και χαλαρός. Ο Aech είναι γνωστός στο OASIS ως κορυφαίος μηχανικός που μπορεί να φτιάξει ή να επισκευάσει τα πάντα. Έχει μία φοβερή προσωπικότητα που του χάρισε ο χαρακτήρας μου στην ταινία, αλλά την ίδια στιγμή ξέρει ότι κρατάει μυστικά από τον κολλητό της φίλο» λέει η ηθοποιός.
Η Γουάιτ χρησιμοποιεί το θηλυκό γένος όταν αναφέρεται στον εαυτό της και αυτό αποκαλύπτει το μυστικό της. «Ο Aech τελικά είναι το avatar της Έλεν, μιας Αφροαμερικανής γυναίκας, που για τους λόγους της, επέλεξε να έχει διαφορετικό φύλο ως avatar».
«Νομίζω ότι αυτό συμβαίνει επειδή η Έλεν δεν θέλει να την κρίνουν ή να υποθέτουν ότι δεν είναι ικανή για κάποια πράγματα λόγω φύλου» λέει η Γουάιτ. «Αν είσαι άντρας, κάποια πράγματα δεν τίθενται υπό αμφισβήτηση, όπως το γεγονός ότι είσαι καλός μηχανικός. Υπάρχουν πολλά επίπεδα σε αυτό τον ρόλο, που μου άρεσαν. Αυτός ο χαρακτήρας αναφέρεται στον εαυτό του με θηλυκές και αρσενικές αντωνυμίες, ως αυτός και αυτή, κι αυτό δείχνει το πώς σκεφτόμαστε σήμερα. Εμείς καθορίζουμε τις αντωνυμίες με τις οποίες ταυτιζόμαστε».
«Η Λένα είναι φοβερή δύναμη της φύσης και τα έδωσε όλα με την ερμηνεία της» δηλώνει ο Σπίλμπεργκ. «Έκανε την Έλεν έναν από τους πιο αγαπημένους χαρακτήρες. Τον τέλειο συνδυασμό δύναμης, στυλ και πλάκας».
Παρ΄όλο που ο Parzival και ο Aech είναι φίλοι, ο Parzival είναι ανυποχώρητος σε ό,τι αφορά το παιχνίδι, και δεν μπαίνει σε κλίκες, γιατί προτιμάει να δουλεύει μόνος του. Αλλά όλα αλλάζουν όταν καλείται να αντιμετωπίσει την Art3mis, που του ανοίγει το μυαλό και την καρδιά με τρόπους που δεν περίμενε. Αποκαλούμενη με το όνομα της αρχαίας Ελληνίδας θεάς του κυνηγιού, η Art3mis είναι ένας θρύλος ανάμεσα στους κυνηγούς του Αβγού, αφού πρόκειται για πολύ σκληρό καρύδι.
«Η Art3mis είναι σκληρή, ατρόμητη και πολύ αποφασισμένη» λέει η Ολίβια Κουκ, που συμπρωταγωνιστεί ως Art3mis και Σαμάνθα, η πραγματική οντότητα στον αληθινό κόσμο. «Αλλά οι λόγοι για τους οποίους διαγωνίζεται είναι διαφορετικοί από των άλλων. Ξέρει από προσωπική εμπειρία ότι θα γίνουν άσχημα πράγματα αν αποκτήσει κάποιος τον έλεγχο του OASIS, και αγωνίζεται για το κοινό καλό».
Σε αντίθεση με μερικούς ανθρώπους και τα avatars αυτών, η Σαμάνθα και η Art3mis είναι το ίδιο πρόσωπο, «πέρα από τις φυσιογνωμικές τους διαφορές, μεταξύ των οποίων και μία που έκανε τη Σαμάνθα να έχει μερικές ανασφάλειες» σχολιάζει η Κουκ. «Αλλά σε ό,τι αφορά την προσωπικότητα, τους στόχους και την ηθική, αυτά είναι τα χαρακτηριστικά τα οποία κάνουν τη Σαμάνθα να αγωνίζεται για να τα διατηρήσει ακέραια».
Η πρώτη δοκιμασία που βάζει ο Χάλιντεϊ είναι μια χωρίς κανόνες κούρσα στην εικονική Νέα Υόρκη, μία κούρσα που κανείς δεν έχει κερδίσει και που έχει τεράστιο τίμημα. Στην αρχή του αγώνα, ο Parzival μένει άναυδος όταν παίρνει θέση δίπλα του η διάσημη Art3mis. Εκείνη οδηγεί το ποδήλατο από το μάνγκα «Akira»(που έγινε και ταινία) και εκείνος το DeLorean από το «Back to the Future». Η Κουκ δηλώνει: «Ο Parzival την έχει αποθεώσει εκ του μακρόθεν, αλλά η Art3mis ούτε τον προσέχει μέχρι που δείχνει την αξία του στον αγώνα. Και έτσι ξεκινάει το τρικυμιώδες ρομάντζο τους. Στην αρχή, εκείνη νομίζει ότι εκείνος θέλει να κερδίσει για το προσωπικό του όφελος. Αλλά μετά ανακαλύπτει ότι νοιάζεται πραγματικά για τους άλλους και για να διατηρήσει ακέραιο το όραμα του Χάλιντεϊ για το OASIS. Αυτό την εκπλήσσει. Κι όμως, η Art3mis έχει τα μάτια καρφωμένα στο βραβείο. Μέχρι που ο Parzival κερδίζει την πρώτη δοκιμασία. Τότε η πραγματική Σαμάνθα πρέπει να προχωρήσει μπροστά και να συναντήσει τον Γουέιντ».
Όμως, ο Γουέιντ δεν έχει ιδέα τι του επιφυλάσσει η μοίρα, όταν η Σαμάνθα του απευθύνει τον αγωνιστικό χαιρετισμό της: «Καλώς ήρθες στην επανάσταση, Γουέιντ».
Ο Σπίλμπεργκ επισημαίνει: «Μία από τις πιο συναρπαστικές όψεις της ιστορίας είναι τι συμβαίνει σε αυτούς τους χαρακτήρες, που γνωρίζονται μόνο ως avatars, όταν συναντιούνται ως κανονικοί άνθρωποι». Ο Σέρινταν σχολιάζει σχετικά: «Μου αρέσει που η ιστορία έχει το μήνυμα του να αποδέχεσαι ποιος είσαι. Όλοι οι ήρωες στην ταινία μας είναι διαφορετικοί τύποι ανθρώπων. Δεν θα έπρεπε να έχει σημασία η φυλή, το φύλο, η ηλικία ή η εμφάνιση».
Κάπως έτσι, σχηματίζεται μία ομάδα, η High Five που αποτελείται από τους Γουέιντ/Parzival, Σαμάνθα/Art3mis, Έλεν/Aech και τους Daito και Sho. Ο Γουίν Μοριζάκι υποδύεται τον Daito, έναν πανίσχυρο Σαμουράι που είναι άσος στις πολεμικές τέχνες. Είναι το avatar του ενός πολύ ζεν νεαρού, του Τοσίρο. Ο Μοριζάκι θυμάται: «Έκανα οντισιόν στην Ιαπωνία και μετά ήρθα στο Λος Άντζελες για να συναντήσω τον Στίβεν. Όταν μου είπαν ότι πήρα τον ρόλο, δεν το πίστευα. Είναι ο πρώτος διεθνής ρόλος και είμαι ενθουσιασμένος».
Ο πρωτοεμφανιζόμενος Φίλιπ Ζάο υποδύεται τον Sho, ένα σκληροτράχηλο πολεμιστή νίντζα, που λέγεται Ζου και του οποίου η ηλικία προκαλεί την έκπληξη της υπόλοιπης παρέας. Ο νεαρός ηθοποιός κέρδισε τον ρόλο ανάμεσα σε εκατοντάδες νέους, όταν ο πατέρας του έστειλε στην παραγωγή ένα βίντεο του μικρού εν δράσει. Ο Ζάο λέει: «Ο Sho είναι ένας θρασύς 11χρονος που μισεί να τον κρίνουν για την ηλικία του. Θαυμάζει τον Daito και προσπαθεί να φέρεται σαν μεγάλος, γιατί κρύβει την πραγματική του ταυτότητα». Με πολύ θάρρος και ωριμότητα, ο Ζου τελικά κερδίζει τον σεβασμό των συντρόφων του.
«Για μένα είναι πάντα σπουδαίο να δουλεύω με νέους ηθοποιούς, οπότε πέρασα τέλεια με όλους τους» παρατηρεί ο Σπίλμπεργκ. «Μπορούσαν να πάρουν τους χαρακτήρες τους και να τους κάνουν κάτι μεγαλύτερο ακόμα και από το βιβλίο. Κάτι τέτοιο ψάχνω πάντα».
Ο ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΣ ΤΟΥ OASIS
Το OASIS, όπως και οι τρεις δοκιμασίες, είναι το πνευματικό παιδί του χαρισματικού και εκκεντρικού Τζέιμς Χάλιντεϊ. Καθώς έχει προσφέρει στον κόσμο μια απόδραση από την ανέλπιδη ζωή, ο Χάλιντεϊ είναι ένα είδωλο, ειδικά για τους κυνηγούς του Αυγού. Καμαρώνουν ότι ξέρουν τα πάντα για τη ζωή του, μέχρι και την πιο άσχετη λεπτομέρεια. Από ειρωνεία της τύχης, μετά τον θάνατο του, ο διαβόητα μονήρης πολυεκατομμυριούχος έδωσε σε όλους πρόσβαση στη ζωή του μέσα από σχολαστικά ημερολόγια που καταγράφουν κάθε γεγονός, θρίαμβο και μετάνοια. Θαμμένα κάπου μέσα σε αυτά τα ημερολόγια βρίσκονται τα στοιχεία που χρειάζονται για να κερδίσει κανείς τον διαγωνισμό.
«Είναι ωραία που παίζω έναν χαρακτήρα που είναι μάλλον φευγάτος» λέει ο Μάρκ Ράιλανς, για τον ρόλο του Χάλιντεϊ και για τον ρόλο του avatar που λέγεται Anorak. Είναι ο καταλύτης της ιστορίας και η παρουσία του είναι έντονη κατά τη διάρκεια: «Ο Χάλιντεϊ είναι ακριβοθώρητος στην ταινία, γεγονός που μας επέτρεψε να μη θυσιάσουμε τα ερωτηματικά και το μυστήριο γύρω από την ύπαρξη του» προσθέτει ο ηθοποιός.
Η ταινία είναι η τρίτη συνεργασία του Μάρκ Ράιλανς με τον Σπίλμπεργκ. «Ο Μαρκ ζωντάνεψε τον ρόλο με ευαισθησία. Δημιούργησε έναν χαρακτήρα που έβαλα στην καρδιά μου» σχολιάζει ο σκηνοθέτης.
Ο Μάρκ Ράιλανς λέει ότι καλωσόρισε την ευκαιρία να συνεργαστεί με τον σκηνοθέτη ξανά. «Μπορείς να βρεθείς σε διαφορετικά σημεία και να ρισκάρεις λίγο παραπάνω όταν δουλεύεις με κάποιον επανειλημμένα. Αλλά το πιο διασκεδαστικό πράγμα όταν κάνεις γύρισμα με τον Σπίλμπεργκ είναι όταν συμβαίνει κάτι αναπάντεχο, όταν μια σκηνή εξελίσσεται πιο αυθόρμητα, ενθουσιάζεται και το ενθαρρύνει αυτό, το οποίο ήταν αξιοσημείωτο σε αυτή την ταινία, αν λάβεις υπόψη σου ότι έπρεπε να συνυπολογίσει τη χρήση νέας τεχνολογίας».
Το OASIS ήταν το πνευματικό παιδί του Χάλιντεϊ, αλλά το είχε αναπτύξει με τον καλύτερο του φίλο, τον Όγκντεν Μόροου, που ήταν και συνέταιρος του. Τον ρόλο αναλαμβάνει ο Σάιμον Πεγκ. «Ο Χάλιντεϊ ήταν το δημιουργικό μυαλό πίσω από το OASIS, αλλά ο Όγκντεν ήταν εκεί για να πραγματοποιήσει την ιδέα και να την προσφέρει στο μαζικό κοινό. Είχαν μια μακροχρόνια φιλία, μέχρι που τα πράγματα έγιναν περίπλοκα. Ήταν ωραία που υποδύθηκα έναν τέτοιο χαρακτήρα».
Τις πρώτες μέρες που οι δύο συνέταιροι έστηναν το OASIS, υπήρχε ένας υπερφιλόδοξος μαθητευόμενος με κύριο καθήκον να φτιάχνει τον καφέ τους. Το όνομα του; Νόλαν Σορέντο.
IOI
Ο Νόλαν Σορέντο έχει περάσει εδώ και καιρό από το στάδιο του πρωτάρη μαθητευόμενου. Ο Μπεν Μέντελσον που παίζει τον ρόλο λέει: «Ο Νόλαν ξεκίνησε από χαμηλά, αλλά κατάφερε να βρεθεί επικεφαλής της δεύτερης μεγαλύτερης εταιρείας του κόσμου, της Innovative Online Industries. Ελέγχουν όλο τον εξοπλισμό που χρειάζεσαι για να παίξεις στο OASIS. Όμως, παρά τα αμύθητα πλούτη του, ο μακιαβελικός Σορέντο θέλει να πάρει το έλεγχο του OASIS. «Ο Γουέιντ και οι άλλοι παίχτες ξέρουν ότι αν πάρει τον έλεγχο, όλα θα αλλάξουν, οπότε η ιδέα αυτή τους τρομοκρατεί. Και ο Νόλαν, ως στέλεχος χωρίς ψυχή, εκπροσωπεί ό,τι φοβούνται περισσότερο. Εκείνος θέλει χρήματα και έλεγχο και δεν αγαπά το OASIS, όπως σχεδιάστηκε εξ αρχής» εξηγεί ο Κλάιν.
Πριν το επιλέξει για τον ρόλο, ο Σπίλμπεργκ θαύμαζε τον ηθοποιό. «Είδα για πρώτη φορά τον Μπεν στην τηλεοπτική σειρά «Bloodline» και καταγοητεύτηκα. Είπα στον εαυτό μου ότι δεν ξέρω πώς και γιατί, αλλά θα δουλέψω μαζί του. Ο Μπεν είναι πολύ εκλεκτικός ηθοποιός. Μπορεί να κάνει τα πάντα, να παίξει τον οποιονδήποτε» σχολιάζει ο σκηνοθέτης.
Ο θαυμασμός είναι αμοιβαίος. «Έχει μια σπλαχνική αίσθηση του σινεμά, της κίνησης του, των συναισθηματικών κορυφώσεων, του ρυθμού… Στην αρένα των δημιουργών, είναι ο κυβερνήτης. Δεν υπάρχει άλλος που να έχει αυτό που έχει αυτός. Κανένας» λέει ο ηθοποιός για τον Σπίλμπεργκ.
ΑΙΧΜΑΛΩΤΙΖΟΝΤΑΣ ΤΙΣ ΕΡΜΗΝΕΙΕΣ
Οι ηθοποιοί κλήθηκαν να φτιάξουν το πορτρέτο όχι μόνο των πραγματικών χαρακτήρων, αλλά και τον avatars τους. Η διαδικασία απαιτούσε τη συνεργασία του σκηνοθέτη, των ηθοποιών, του σχεδιαστή παραγωγής, της ενδυματολόγου και φυσικά της ομάδας που είχε αναλάβει τα ειδικά εφέ. Άλλωστε, όσο εξελισσόταν κάθε πλευρά των ψηφιακών χαρακτήρων, από την εμφάνιση, μέχρι την κίνηση, τα μαλλιά, τα ρούχα και την υφή του δέρματος τους, οι δημιουργοί έπρεπε να έχουν υπόψη τους ότι τα avatars ήταν η αντανάκλαση των πραγματικών ηθοποιών.
Έτσι, ήταν πολύ σημαντικό να περάσουν τα χαρακτηριστικά του κάθε ηθοποιού στα avatars. Η Art3mis για παράδειγμα έχει τεράστια μάτια που τραβούν την προσοχή και μοιάζει με ξωτικό. Ο Parzival ήταν ένας από τους πιο δύσκολους χαρακτήρες γιατί έχει πολλές όψεις. Είναι απλός, αλλά και ηρωικός. Την ίδια στιγμή είναι ένα παιδί. Είναι γοητευτικός, αλλά όχι και πάρα πολύ όμορφος. Ο Aech, από την άλλη, δεν μοιάζει με την ηθοποιό, όπως ήταν αναμενόμενο. Έχει μηχανικά μέλη και το δέρμα του θυμίζει ρινόκερο. Αυτές είναι οι επιλογές που έκανε η Έλεν για να παρουσιαστεί στο OASIS, αποδεικνύοντας το πόσο ιδιαίτερο χαρακτήρα έχει.
Η Ολίβια Κουκ περιγράφει την πρωτόγνωρη για την ίδια διαδικασία γυρισμάτων με τη μέθοδο της σύλληψης ερμηνείας (performance capture): «Είναι μια καλή δοκιμασία για έναν ηθοποιό, γιατί υποχρεώνεσαι να ζεις αποκλειστικά στη φαντασία σου. Δεν βασίζεσαι σε κάποιο εξωτερικό ερέθισμα για να μπεις στον ρόλο. Το καλύτερο μέρος ήταν ότι ήταν για όλους μας ήταν κάτι καινούριο και ξένο σε εμάς, οπότε δεθήκαμε ακόμα περισσότερο». Η Λένα Γουάιτ συμπληρώνει: «Θέλει λίγο χρόνο να το καταλάβεις, αλλά πέρασα πολύ ωραία. Φοράς κάτι ολόσωμα κουστούμια με μικρές τελείες παντού και ένα κράνος με μία κάμερα στο πρόσωπο σου. Στην αρχή είναι λίγο τρομαχτικό, αλλά το ωραία είναι ότι ένιωσα ότι μπορούσα να κάνω τα πάντα».
Όλοι οι ηθοποιοί ένιωσαν ευγνωμοσύνη για την καθοδήγηση που πήραν από τον σκηνοθέτη. Ο Τάι Σέρινταν λέει: «Ο Στίβεν έχει μεγάλη εμπλοκή και πολύ ξεκάθαρο όραμα. Ήταν τόσο βοηθητικό για εμάς να συντονιστούμε μαζί του και να ξέρουμε τι θέλει ακριβώς. Η όλη εμπειρία ήταν απίστευτη. Έμαθα πάρα πολλά».
Για τον ίδιο τον σκηνοθέτη, αυτή η ταινία ήταν αχαρτογράφητη περιοχή, λόγω της VR τεχνολογίας που χρησιμοποίησε για να σκηνοθετήσει το ψηφιακό περιβάλλον. Ο ίδιος φορούσε VR εξοπλισμό κι έτσι εξερευνούσε ένα ολόκληρο ψηφιακό σκηνικό για να μπορέσει να σχεδιάσει τις λήψεις του.
«Κάθε σκηνικό στο OASIS είναι εικονικό, οπότε δημιούργησα ένα avatar για μένα για να μπορώ να περπατάω μέσα στον χώρο και να βλέπω το σκηνικό.
Και μόλις κατέληγα για το πώς θα γύριζα την κάθε σκηνή, τότε ζητούσα από τους ηθοποιούς να βάζουν τον δικό τους εξοπλισμό για να νιώσουν το κάθε περιβάλλον. Αλλιώς, παίζεις σε ένα λευκό δωμάτιο με ένα σωρό ψηφιακές κάμερες να σε παρακολουθούν. Προκαλεί σύγχυση στους ηθοποιούς και στους σκηνοθέτες να προσπαθούν να φανταστούν τι υπάρχει εκεί. Με το VR εξοπλισμό μας, δεν χρειαζόταν να το φανταστούμε. Το μόνο που είχαμε να κάνουμε ήταν να θυμόμαστε πώς έμοιαζε ο κόσμος αυτός όταν κάναμε γύρισμα με την τεχνική της καταγραφής κίνησης (motion capture)».
ΟΙ ΔΥΟ ΚΟΣΜΟΙ
Τo OASIS ήταν ένας κόσμος που σχεδιάστηκε από την αρχή, αφού γεννήθηκε απευθείας από τη φαντασία των δημιουργών. Φυσικά, έπρεπε να μοιάζει με πραγματικό κόσμο, οπότε έχει στοιχεία φωτορεαλισμού. Η ταινία μας στέλνει σε μία καταιγιστική κούρσα στη Νέα Υόρκη μεν, αλλά στο OASIS δε. Έτσι, η πόλη μοιάζει όντως με τη Νέα Υόρκη, αλλά με κάποιες αναπροσαρμογές, αφού οι δρόμοι κουνιούνται και το όλο θέαμα θυμίζει ένα τεράστιο φλιπεράκι.
Ο πραγματικός κόσμος, που γυρίστηκε αποκλειστικά σε φιλμ, έχει έντονες αντιθέσεις με το φαντασμαγορικό σύμπαν του OASIS. Έχει σίγουρα περισσότερο κόκκο στην αναπαράσταση του και έχει αποχωριστεί τα ζωντανά χρώματα εντελώς.
Τα ρούχα των ηρώων έχουν έντονες αναφορές στη δεκαετία του ’80, τα οποία είναι έντονα και επαναλαμβανόμενα, αφού και οι ίδιοι οι χαρακτήρες έχουν εμμονή με τη συγκεκριμένη κουλτούρα. Βέβαια, καθώς η ταινία διαδραματίζεται τριάντα χρόνια μετά, βλέπουμε την εκδοχή της συγκεκριμένης γενιάς σε σχέση με την παλιότερη δεκαετία. Η Σαμάθα εμφανίζεται με ένα σούπερ κουλ μπλουζάκι με τη στάμπα των Joy Division και τα σκισμένο της τζιν, ενώ ο Ζου φοράει ένα σακάκι που κλείνει το μάτι στο «The Breakfast Club». Η Έλεν έχει μπαλώματα που εμπνέονται από τη μουσική, την τηλεόραση και όλη την ποπ κουλτούρα.