Άλλωστε, το πρώτο σοκ, όταν ανακοινώθηκε από τον Τανιμανίδη ότι είναι εκείνος που αποχωρεί από το παιχνίδι ήταν ενδεικτικό. Φάνηκε σαν να πάγωσε η εικόνα του ΣΚΑΙ, ή χάλασε η τηλεόραση, μόλις η κάμερα έδειξε τον συνήθως ετοιμόλογο Στέλιο να πληροφορείται τα καθέκαστα. Τα γουρλωμένα μάτια του φανέρωναν όλο το ψυχολογικό κλακάζ, που του προκάλεσαν τα λόγια του ψύχραιμου «εκτελεστή» Σάκη.
Ο Χανταμπάκης, λένε άνθρωποι που έχουν εικόνα απ’ όσα γίνονται στην Καραϊβική, νόμιζε μέχρι και την τελευταία στιγμή ότι ήταν αγαπητός στον κόσμο και πως το κοινό αποδεχόταν θερμά τον δυναμικό τρόπο με τον οποίο κινούνταν στο παιχνίδι.
Προφανώς θεώρησε ότι ο κόσμος έκρινε τους παίκτες με βάση το πώς ανταποκρίνονται στους ανταγωνιστικούς ρόλους, που απαιτεί ένα παιχνίδι επιβίωσης και επιδίωξης της νίκης (ομαδικής ή ατομικής) και υποτίμησε το μάλλον κοινωνικά απροσδόκητο, που συνέβη με το ελληνικό Survivor: ότι οι θεατές, δηλαδή η μεγάλη πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας, έκρινε τους παίκτες ως να βρίσκονται στην κανονική ζωή και όχι σε συγκεκριμένες συνθήκες, με συγκεκριμένους κανόνες και απαιτήσεις, σαφώς πολύ διαφορετικές από την φυσιολογική καθημερινότητα.
Σε έναν επαγγελματικό χώρο για παράδειγμα δεν είναι αποδεκτό να προσπαθείς να υπερκεράσεις τους συναδέλφους, που ίσως είναι και φίλοι σου, με κάθε τρόπο για να κερδίσεις την προαγωγή, αλλά σε ένα παιχνίδι επιβίωσης εκ των πραγμάτων πρέπει να κερδίσεις 23 άγνωστους τύπους, μέσα σε τέσσερις μήνες για να πάρεις εσύ το έπαθλο. Ακόμα κι αν είσαι Κοκκινάκης, που τα βλέπεις όλα το ίδιο, ή Λάουρα που σε ευχαριστεί και μόνο το γεγονός ότι λουφάρεις σε μία εξωτική παραλία και πλατσουρίζεις με τους γύρω σου να σε αποθεώνουν, οφείλεις να συμπεριφερθείς ανταγωνιστικά. Αλλιώς χαραμίζεις τις καρύδες και τα διάφορα έπαθλα των χορηγών.
Όταν ο Χανταμπάκης βρέθηκε στον κανονικό κόσμο και άρχισε να επικοινωνεί με τους δικούς του ανθρώπους, αλλά και να παρακολουθεί το διαδίκτυο, κατάλαβε τι ακριβώς γινόταν. Και αυτό που γινόταν ήταν δύσκολο να το αποδεχθεί.
Πηγή: athensmagazine.gr