Πάντα μια χρονική απόσταση μιας ή δυο ημερών από ένα ντέρμπι, δίνει την ευκαιρία να καθαρίσει το μυαλό σου, να κατασταλάξουν οι σκέψεις σου και να γράψεις όχι με την ένταση της στιγμής, όχι επηρρεασμένος από τη φασαρία γύρω – γύρω και από τις φωνές για τη διαιτησία ή «το αίσθημα της αδικίας», αλλά με μεγαλύτερη νηφαλιότητα. Να ξαναδείς με την ησυχία σου τις φάσεις που σήκωσαν συζήτηση, να δεις πώς διαχειρίστηκε το ματς ο ένας προπονητής και πώς ο άλλος, να βάλεις κάτω τη συνολική εικόνα των δυο ομάδων και να βγάλεις τα δικά σου συμπεράσματα. Να γράψεις τη δική σου αλήθεια, η οποία σπάνια συμπίπτει με την αλήθεια του απέναντι.

Στο ντέρμπι του Φαλήρου καταρχάς παίχτηκε μπάλα. Πέρα από τις αποφάσεις ή μη αποφάσεις του Κύζα, έχουμε να συζητάμε για φάσεις, για γκολ που μπήκαν και γκολ που δεν μπήκαν, για τακτική, για πρωταγωνιστές (θετικούς και αρνητικούς), για προπονητικές επιλογές, για συστήματα και διατάξεις. Δεν ήταν και το ντέρμπι της δεκαετίας από πλευράς θεάματος, αλλά ήταν από τα καλά ντέρμπι αιωνίων που θυμάμαι, διότι έχουμε δει και ματς με μιάμιση φάση κι από τις δυο ομάδες σε 90 λεπτά, που δεν τρώγονταν με τίποτα. Ήταν ένα ματς στο οποίο ο Μάρκο Σίλβα ρίσκαρε περισσότερο και δικαιώθηκε στο τέλος, έστω κι αν το 2-1 έρχεται από στημένη φάση κι από κεντρικό αμυντικό και όχι από κάποιον από τους τέσσερις επιθετικούς που ήταν στο χορτάρι εκείνη την ώρα. Είχε περάσει όμως το μήνυμα ο Σϊλβα με τις αλλαγές του κι αυτό το μήνυμα το εισέπραξαν και οι ποδοσφαιριστές του και η εξέδρα, ότι «πάμε για νίκη με φουλ επίθεση», την ίδια ώρα που οι παίκτες του Παναθηναϊκού είχαν λάβει ένα διαφορετικό μήνυμα από τον δικό τους πάγκο: πάμε για την ισοπαλία – είτε το απέδωσε σωστά η μετάφραση, είτε όχι, αυτό ήταν το σκεπτικό του Στραματσόνι.

Άξιζε ο Παναθηναϊκός τη νίκη; Με βάση την εικόνα του 90λεπτου, μάλλον όχι. Η ισοπαλία έμοιαζε το πιο «δίκαιο» αποτέλεσμα και φυσικά θα κάναμε τελείως διαφορετική κουβέντα αν ο Ταυλαρίδης είχε κάνει το 0-2, αλλά με τα «αν» και τα «εφόσον» σοβαρή κουβέντα δεν μπορούμε να κάνουμε. Χωρίς «αν» και «εφόσον» λοιπόν, με όσα είδαμε στον αγώνα, με τον Παναθηναϊκό να προηγείται νωρίς και να χάνει την ευκαιρία για το 0-2, με τον Ολυμπιακό να ισοφαρίζει πριν βγει το ημίχρονο, με τον Μαμούτε να μην μπορεί να κάνει το 1-2 και τον Ολυμπιακό να ανεβάζει στροφές και να έχει μερικές ευκαιρίες πριν το γκολ του Ντα Κόστα, ο Ολυμπιακός ευτύχησε να κάνει το 2-1 στο 87′ και να αξιοποιεί το δώρο του Ταυλαρίδη στο 89′ και να κάνει το 3-1, φτάνοντας σε ένα σκορ που μάλλον τον κολακεύει. Αλλά έτσι είναι η μπάλα και έτσι είναι ο Ολυμπιακός: αν σε βρει χαλαρό, μπορεί να σε «σκοτώσει», να γυρίσει ένα ματς που αν τέλειωνε 1-1 θα κουβάλαγε γκρίνια και μουρμούρα, σε ένα καθαρό 3-1 που χρυσώνει το χάπι του ευρωπαϊκού αποκλεισμού και τον βοηθά να κλείσει τη χρονιά πανηγυρικά.

Στον Παναθηναϊκό από την άλλη, πρέπει (για μια φορά ακόμα) να γίνει μια σοβαρή κουβέντα σε θέματα «δομικά». Έχουμε πλέον ένα σχετικά επαρκές δείγμα γραφής από τον Αντρέα Στραματσόνι, ώστε να μπορούμε να βγάλουμε συμπεράσματα για τη δουλειά του. Αυτό που έχω δει εγώ, είναι ότι είναι ένας προπονητής πολύ καλός στην προετοιμασία ενός ματς, στο «διάβασμά του», αλλά ταυτόχρονα ένας προπονητής με πολλές αδυναμίες στο κοουτσάρισμά κατά τη διάρκειά του. Οι αλλαγές του και οι διορθωτικές κινήσεις που έκανε και στα τρία ντέρμπι (με ΠΑΟΚ, ΑΕΚ και Ολυμπιακό) δεν βοήθησαν τον Παναθηναϊκό, αντιθέτως μάλλον μπέρδεψαν την ομάδα και δημιούργησαν περισσότερα προβλήματα απ’ όσα προσπάθησε να λύσει. Και με όλα τα ελαφρυντικά που μπορεί να έχει ένας προπονητής που είναι λίγο καιρό στην ομάδα, που παρέλαβε ομάδα στην οποία έκανε προετοιμασία ο Γιάννης Αναστασίου, που έχει 9 καινούργιους παίκτες από τον Γενάρη και σημαντικούς παίκτες εκτός λόγω τραυματισμών, πρέπει η διοίκηση να αξιολογήσει με υπευθυνότητα την κατάσταση, ώστε να αποφασίσει αν ο Ιταλός είναι ο καταλληλότερος άνθρωπος για να σχεδιάσει τον Παναθηναϊκό της επόμενης σεζόν ή όχι. Αν ναι, πρέπει να στηριχτεί απόλυτα. Αν όχι, πρέπει να βρεθεί γρήγορα αυτός που θα τον διαδεχθεί και να του δοθούν τα εφόδια να φτιάξει τη «δική του» ομάδα.

Μιλώντας για παίκτες, φυσικά να πούμε ποιοι ήταν οι κορυφαίοι του Παναθηναϊκού στο ντέρμπι: ο Τελάντερ και ο Σάντσεθ στο κέντρο άμυνας μαζί με τον Νάνο, ήταν ο Λαγός με τον Εβαντζελίστα και τον Λουντ στα χαφ, ήταν ο Καλτσάς, ο Κλωναρίδης, ο Βλαχοδήμος, ο Μπουμάλ και ο Πέτριτς μπροστά. Ήταν – κοινώς – όσοι δεν έπαιξαν, όπως συμβαίνει πάντα σε ένα ματς που χάνεται. «Αν έβαζε τον Λαγό θα ήταν αλλιώς», «κομμένο και ραμμένο ήταν το ματσάκι στα μέτρα του Καλτσά και του Κλωναρίδη», «με Τελάντερ δίπλα στο Μολέντο δεν τρώγαμε γκολ». Με εξαίρεση το τελευταίο σενάριο, για το λόγο ότι Τελάντερ και Μολέντο είχαν πάρει μερικά ματς μαζί κι είχαν δείξει ομοιογένεια και καλή συνεργασία, όλα τα άλλα είναι «άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε» και αναλύσεις εκ των υστέρων, άρα και εκ του ασφαλούς. Ο Παναθηναϊκός μπορεί να είχε απουσίες στο ντέρμπι (άλλες λόγω τραυματισμού, άλλες λόγω ανετοιμότητας και άλλες λόγω επιλογών του κόουτς) αλλά έχει πλέον ένα γεμάτο ρόστερ με πολλές και διάφορες επιλογές σε όλες τις θέσεις, πολύ περισσότερες (ποσοτικά τουλάχιστον) από τον Ολυμπιακό, που έπαιξε χωρίς Ντουρμάζ – Σιόβα – Ζντίελαρ – Ελαμπντελαουί – Σεμπά και τον Πάρντο ανέτοιμο για 90λεπτο.

Υ.Γ. Χωρίς να έχω καμία διάθεση να μπω κι εγώ σε διαιτητο-κουβέντα, ένα πράγμα μόνο θα πω: ο κανονισμός του ποδοσφαίρου είναι σαφής και δεν επιδέχεται διαφορετικών ερμηνειών. Κι όπως για παράδειγμα όταν η μπάλα περάσει τη γραμμή του τέρματος ή του άουτ ή του πλαγίου, λέμε αν έχει περάσει όλη ή δεν έχει περάσει όλη κι όχι αν η μπάλα είναι φουσκωμένη ή ξεφούσκωτη ή αν είναι της τάδε ή της δείνα μάρκας, ώστε να ερμηνεύσουμε ανάλογα αν είναι γκολ, κόρνερ ή πλάγιο άουτ, έτσι πρέπει να γίνεται σε κάθε περίπτωση βάσει κανονισμού. Άρα και στο γκολ του Καμπιάσο. Ας δούμε ακριβώς τι προβλέπει ο κανονισμός κι ας μην συζητάμε άλλο άνευ λόγου.

Υ.Γ.2: Κρίμα Μάικλ Εσιέν. Κρίμα για την ιστορία σου, τη διαδρομή σου στο ποδόσφαιρο και την προσμονή που είχαμε να σε δούμε, έστω και τόσους μήνες μετά, να παίζεις μπάλα. Κρίμα κυρίως για την αντίδρασή σου μετά το ματς στον προπονητή σου κι όχι μόνο για την απόδοσή σου όσο έπαιξες. Πραγματικά κρίμα…

Πηγή: sportit.gr