Το “άρτος και θεάματα” είτε βρίσκει, είτε δεν βρίσκει εφαρμογή, είτε πολλές φορές γυρίζει εντελώς μπούμερανγκ, δεν παύει έστω και ενδόμυχα να γοητεύει ηγεσίες κυβερνήσεις και απολυταρχικά καθεστώτα.

Η στήλη αυτή δεν έχει σκοπό να ταχθεί υπέρ η κατά μιας ποδοσφαιρικής εθνικής ομάδας. Προσπαθούμε να δείξουμε ότι το πολιτικό κίνητρο δεν είναι ξέχωρο και ότι αποτελεί κοινή συνισταμένη διοργανωτών αλλά και των παραδοσιακών μεγάλων ποδοσφαιρικών δυνάμεων.

Στα γήπεδα του Μεξικού εμφανίστηκε μια ομάδα που έπαιζε ένα ποδόσφαιρο είκοσι χρόνια μπροστά από την εποχή της. Σε ελάχιστες περιπτώσεις, όχι μόνο στο ποδόσφαιρο, αλλά και γενικότερα στον αθλητισμό, έχουμε δει να συμβαίνει κάτι ανάλογο.

Ακόμα και αν κανείς δεν είχε παρακολουθήσει όλη τη διοργάνωση, το τελευταίο γκολ της Βραζιλίας στο τελικό και το επικό 4-1 έναντι της Ιταλίας φτάνει και περισσεύει για να αναλογιστεί την ποιότητα και το μεγαλείο αυτής της ομάδας. Για το γκολ αυτό ο Πελέ που έδωσε την πάσα στον Κάρλος Αλμπέρτο είχε πει ότι “δεν τον είδα απλά τον άκουσα να καλπάζει”.

Αυτή η ποδοσφαιρική σάμπα είναι όμως η μια όψη. Η άλλη όψη είναι η Χούντα που επικρατούσε στη Βραζιλία εκείνη την περίοδο. Η εθνική ομάδα είχε γίνει το μέσον προπαγάνδισης του καθεστώτος, έστω και άθελά της.

Όταν αναφερόμαστε στην στρατιωτική δικτατορία του 1964-1985 πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας ένα από τα πιο αυταρχικά, απολυταρχικά και εγκληματικά καθεστώτα που έχουν υπάρξει στον 20αιώνα.

Βασανιστές και εκτελεστές μυστικών υπηρεσιών βρίσκονταν στην Βραζιλία όπου το καθεστώς παρέδιδε σύγχρονα μαθήματα βασανισμού,τοποθέτησης εκρηκτικών σε χώρους που θα μίλαγαν συνδικαλιστές ή πολιτικοί αντίπαλοι. Ταυτόχρονα χιλιάδες σκοτώθηκαν ή εξαφανίστηκαν από το καθεστώς.

«Το 1964 πραγματοποιήθηκε πραξικόπημα. Ήμουν 10 ετών και θυμάμαι τον πατέρα μου να καίει ένα βιβλίο για τους Μπολσεβίκους. Αυτό το γεγονός φούντωσε το ενδιαφέρον μου για την πολιτική. Το ποδόσφαιρο ήρθε κατά τύχη. Ήμουν ένα παιδί της δικτατορίας. Πάντα είχα το βλέμμα μου στραμμένο στις κοινωνικές αδικίες της χώρας και είχα συναδέλφους και συμφοιτητές που έπρεπε να κρύβονται ή να αποδράσουν. Απλώς έτυχε να είμαι καλός στο ποδόσφαιρο»

Αυτά τα λόγια ανήκουν στο Σόκρατες ο οποίος δεν ήταν σε αυτή τη φουρνιά. Δέκα χρόνια αργότερα όμως θα οδηγούσε ως αρχηγός τη Βραζιλία σε ένα παγκόσμιο κύπελλο. Είναι και η ευθύνη η ατομική αν δεχθείς να γίνεις ένας προπαγανδιστής ενός τέτοιου καθεστώτος ή αν θα εναντιωθείς ή αν θα προσπαθήσεις να βρεις μια μέση τομή που εν καιρώ θα κάνει ζημιά σε αυτούς που προωθούν το άρτος και θεάματα προς όφελός τους.

Η Βραζιλία του 70 κατέκτησε εμφατικά το Παγκόσμιο Κύπελλο. Με το τρίτο της Μουντιάλ μέσα σε δώδεκα χρόνια ξόρκισε πια για τα καλά την «εθνική ταπείνωση» του 1950 αλλά πάντα οι ποδοσφαιριστές της θα κουβαλούν ότι έδωσαν ένα θέαμα «άνευ όρων» και χωρίς αστερίσκους, το οποίο έδωσε, χωρίς υπερβολή, ζωή στο καθεστώς…

ΠΗΓΗ: othersidefootball.com