Για ώρες μπορεί κάποιος να αναλύσει αν είναι καλή ή όχι ομάδα, για το αν έχει ή όχι σέντερ φορ, για το αν η διοργάνωση δεν γινόταν εντός έδρας θα είχε κιόλας αποκλειστεί.
Είναι δεδομένο ότι αυτή η Βραζιλία απέχει πολύ από εκείνη που το 2002 κατακτούσε το τελευταίο της Παγκόσμιο Κύπελλο. Είναι επίσης πικρή αλήθεια ότι μια χώρα που παράγει ποδοσφαιριστές δεν έχει έναν παίκτη περιοχής υψηλού επιπέδου για να μπορέσει να αντέξει τη φανέλα της. Ισως, τέλος, αν το Μουντιάλ γινόταν αλλού, η «σελεσάο» να είχε κιόλας αποκλειστεί, αφού δεν θα είχε την απόλυτη στήριξη του κόσμου -ίσως όμως και να ισχύει το αντίθετο, καθώς η πίεση που θα ένιωθαν οι παίκτες της θα ήταν σαφώς λιγότερη.
Πολλοί είναι εκείνοι που στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ασκούν κριτική (σωστή ή όχι δεν έχει σημασία) για αυτή την ομάδα και θα πανηγύριζαν αν είχε αποκλειστεί από τη Χιλή στην προηγούμενη φάση ή από την Κολομβία προχθές το βράδυ. Υποστηρίζουν δε, ότι αυτή η Βραζιλία δεν παίζει ποδόσφαιρο. Μπορεί να είναι και έτσι...
Βλέποντας και τα δύο πρώτα ματς των προημιτελικών, τι τελικά είναι το καλό ποδόσφαιρο; Αυτό που είδαμε μεταξύ δύο κορυφαίων ευρωπαϊκών ομάδων, της Γερμανίας (που τελικά προκρίθηκε) και της Γαλλίας, ή αυτό που είδαμε το βράδυ;
Στο πρώτο ματς μίλησε η τακτική, κυρίως των Γερμανών, που μετά το γκολ δεν χρειάστηκε καν να φορτσάρουν. Επίσης, δεν μίλησε η καρδιά των Γάλλων που λιγοψύχησαν και τελικώς δίκαια αποκλείστηκαν, αφού παρουσιάστηκαν κατώτεροι των περιστάσεων στο πρώτο τους δύσκολο τεστ σε αυτή τη διοργάνωση.
Το βράδυ οι τακτικές έμειναν στον πίνακα των αποδυτηρίων και στα τάμπλετ των βοηθών. Παιχνίδι αναρχίας, αλλά... παιχνίδι. Σαν να έβλεπες παιδιά που έπαιζαν στην αλάνα. Με πάθος, ψυχή και αρκετές κλωτσιές, όπου μία από αυτές μάλιστα στοιχίζει στον Νεϊμάρ την παρουσία του στον ημιτελικό. Ποιο από τα δύο ματς θα θυμόμαστε την επομένη; Σίγουρα όχι το πρώτο.
Οπως επίσης δεν θα ξεχάσουμε ποτέ αυτά που ακολούθησαν του αγώνα και αποδεικνύουν ότι για τους Βραζιλιάνους υπάρχει ένα άλλο ποδόσφαιρο που εμείς, κρυπτόμενοι πίσω από τις πολύπλοκες αναλύσεις και τους εξυπνακισμούς, δεν μπορούμε ούτε να το δούμε ούτε να το καταλάβουμε. Η κίνηση του Νταβίντ Λουίζ, ενός παίκτη που έχει πάρει τα πάντα, να αγκαλιάσει τον Χάμες Ροντρίγκεζ ζητώντας από τον κόσμο να τον αποθεώσει είναι το ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ. Αυτό που ο Βραζιλιάνος έμαθε να παίζει στην αμμουδιά. Ο μεγάλος πήγε στον μικρό και όχι (όπως θα έπρεπε) το αντίστροφο, αναγνωρίζοντας ότι αυτός είναι το (σπουδαίο) μέλλον στο άθλημα που υπεραγαπά. Του αναγνώρισε όχι μόνο την εξαιρετική του παρουσία σε αυτό το Παγκόσμιο Κύπελλο, αλλά και το ότι αποτελεί μια συνέχεια που θα κάνει τα πάντα για να παραμείνει όμορφο το ποδόσφαιρο.
Ηταν μια ακόμη συγκλονιστική στιγμή, ίσως η κορυφαία στη διοργάνωση... Από τους Βραζιλιάνους, που μας έδειξαν ένα νέο τρόπο για το πώς μπαίνουν οι ομάδες στο γήπεδο -κρατώντας ο ένας τον ώμο του άλλου-, άλλαξαν επίσης εκείνον με τον οποίο ακούγονται οι εθνικοί ύμνοι, κάνοντάς μας να ανατριχιάζουμε και, τέλος, δείχνοντας ότι ξέρουν να σέβονται εκείνους που διατηρούν τη μαγεία στο άθλημα.
Και αφού έγιναν όλα αυτά, πήγαν κατά εκατοντάδες έξω από το νοσοκομείο που βρισκόταν ο Νεϊμάρ για να προσευχηθούν, ώστε να μπορεί να παίξει στον ημιτελικό.
Οταν τον Απρίλιο του 1974 η Εθνική είχε πάει στη Βραζιλία για ένα φιλικό, ο τεράστιος Γιώργος Κούδας, σε μια βόλτα με άλλους στην παραλία, είχε δει πιτσιρίκια να παίζουν στην άμμο και γυρνώντας στον Γιάννη Διακογιάννη είπε: «Και νομίζουμε και εμείς ότι παίζουμε ποδόσφαιρο»...
Πόσο δίκιο είχε τότε...
O Ιγκουαΐν, που είναι εδώ...
Στα προηγούμενα ματς της Αργεντινής ήταν σαν να μην έπαιζε. Χθες όμως πήρε τη σκυτάλη και από τον Μέσι και από τον Νεϊμάρ και ήταν ο ηγέτης και ο σκόρερ της ομάδας του. Ο Γκονσάλο Ιγκουαΐν θυμήθηκε τον παλιό καλό του εαυτό και ήταν αυτός που έστειλε από νωρίς την Αργεντινή στους «4»...
Πηγή: Goal