Πέρασε μια θύελλα στην αρχή, βρέθηκε να χάνει σχετικά νωρίς, όμως μετά το σε βάρος του 0-1 όλες οι ευκαιρίες ήταν δικές του και το γκολ που έδιωξε κάθε σκοτούρα θέμα χρόνου. Το πέτυχε ο Ιβανόφ – θα μπορούσε να το έχει πετύχει ο Ιμπάρμπο ή ο Μπεργκ: ευκαιρίες υπήρξαν. Η βραδιά θα είχε λογικά ένα ψυχόδραμα – τέτοια ήταν η πρόκριση του Ολυμπιακού. Στο Καραϊσκάκη έγιναν τόσα πολλά λάθη, ώστε το καλό τέλος ελάχιστοι το πανηγύρισαν. Για αυτό το ματς αξίζουν δυο λόγια παραπάνω.

Πάντα το ίδιο λάθος

Ο Ολυμπιακός αντιμετώπισε την Αρούκα δείχνοντας τη συνηθισμένη ιστορικά δυσκολία του σε νοκ άουτ ματς: απλώς το άγνωστο όνομα του αντιπάλου έκανε την κακή του στο 90λεπτο εμφάνιση να μοιάζει ακόμα χειρότερη. Στα περισσότερα νοκ άουτ ματς που δίνει ο Ολυμπιακός στο Καραϊσκάκη ιστορικά, είτε αντίπαλος είναι η Ράντ Βελιγραδίου, είτε η Κραϊόβα, είτε η Μπορντό και η Αρσεναλ υπάρχει το ίδιο πάντα λάθος: οι μισοί θέλουν να παίξουν επιθετικά και να σκοράρουν, γιατί έτσι αρμόζει στον Ολυμπιακό, και οι μισοί να προσέξουν την άμυνα και να πάρουν την πρόκριση, γιατί ο Ολυμπιακός έχει ανάγκη από ευρωπαϊκές προκρίσεις και για να τις πάρει πρέπει να είναι και κυνικός. Προσέξτε, δεν μιλάω μόνο για τους παίκτες ή τους προπονητές: μιλάω για όλους – ακόμα και για τους οπαδούς του και τη διοίκησή του. Ο Ολυμπιακός είναι μια περίεργη ομάδα στην οποία συχνά τα θέλω της εξέδρας ή της διοίκησης, με κάποιο μυστήριο τρόπο τα βλέπεις στο γήπεδο. Αν υπάρχει άγχος θα το δεις. Αν υπάρχει ενθουσιασμός θα το καταλάβεις. Αν υπάρχει αγωνία θα σε πνίξει. Αν υπάρχει κακή εκτίμηση της δυσκολίας και του αντιπάλου, η ομάδα θα υποφέρει και θα μοιάζει χαμένη. Χθες υπήρξε και κακή εκτίμηση και έλλειψη κοινής θέλησης και συμπεριφοράς: δεν ήταν στην τακτική το πρόβλημα, αλλά στο μυαλό καθώς άλλοι έπαιζαν για να βάλουν γκολ και δεν γυρνούσαν κι άλλοι έπαιζαν για να μην δεχτούν γκολ και δεν ανέβαιναν. Στο β΄ ημίχρονο μάλιστα έγινε φανερό ότι το μοναδικό σχέδιο (ο Θεός να το πει τέτοιο…) ήταν να κρατηθεί το μηδέν – ακόμα και με κόστος κάρτες και καθυστερήσεις. Σας έχω ξαναπεί ότι για κάθε ελληνική ομάδα μια τέτοια επιλογή είναι το πρώτο και καθοριστικότερο βήμα προς την αποτυχία. Ο Ολυμπιακός δεν θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση και η ήττα του με 0-1 στο 90λεπτο δεν ήταν έκπληξη: σε ένα ματς ανάμεσα σε μια ομάδα που προσπαθεί να παίξει ποδόσφαιρο και μια που παίζει κοιτάζοντας το χρονόμετρο, κερδίζει συνήθως η πρώτη.

Ο πάγκος είχε λύσεις

Ο Ολυμπιακός προκρίθηκε γιατί αυτή τη φορά ο Μπέντο είχε στον πάγκο παραπάνω λύσεις. Ο Τσόρι που πέτυχε το γκολ, ο Μάρτινς που έκανε ένα καλό ντεμπούτο και ο Μανθάτης που στην παράταση έφερε ενθουσιασμό, ήταν οι τρεις που αρκούσαν για να ξυπνήσουν μια νωχελική ομάδα, που δεν είχε την απαραίτητη συνοχή. Η πρόκριση, έτσι όπως ήρθε, είναι λόγος ανακούφισης, αφού η καταστροφική επίπτωσή της ήττας θα ήταν μεγαλύτερη και από την οικονομική ζημιά. Η Αρούκα θα ήταν σήμερα η Καμπάλα του Ολυμπιακού, δηλαδή το είδος του παραδείγματος που θα ανασυρόταν σε κάθε συζήτηση ως απόδειξη πως τίποτα δεν πάει καλά. Οι ελληνικές ομάδες μπορούν ν αντέξουν πολλά: όχι, όμως, κατηγορίες των ίδιων των οπαδών τους για εσχάτη προδοσία. Αν ο οπαδός νοιώσει προδομένος, για να σε συγχωρέσει χρειάζεται χρόνο. Στο διάστημα που νοιώθει προδομένος δεν σε στηρίζει, αλλά σε ταλαιπωρεί: σου καίει την πληγή με τσιγάρο για να στη θυμίζει.

Το ματς με την Αρούκα ήταν ένα από τα πιο δύσκολα της σεζόν για τον Ολυμπιακό γιατί μπορούσε να δημιουργήσει συνθήκες καταστροφικού ντόμινο. Οι παίκτες θα ήταν για πάντα «αυτοί οι αποτυχημένοι που αποκλείστηκαν από την Αρούκα», ο προπονητής στο επόμενο στραβοπάτημα θα έχανε την εξέδρα «αφού όταν αποκλειστήκαμε από την Αρούκα δεν έκανε τίποτα», η διοίκηση θα χρεωνόταν «τον χειρότερο αποκλεισμό της ιστορίας». Σήμερα η νίκη αυτή δεν σημαίνει και πολλά – είναι σαν ξύπνημα από εφιάλτη και τίποτα άλλο. Όμως, αν η σεζόν του Ολυμπιακού είναι καλή, να ξέρετε ότι όλα θα οφείλονται στο ότι το βράδυ της 25ης Αυγούστου, χάρη σε ένα γκολ του Τσόρι κι ένα του Ιντέγιε στην παράταση με την Αρούκα, ο Ολυμπιακός δεν καταστράφηκε. Από την άλλη, αν η σεζόν δεν είναι καλή, κι αυτό το βράδυ του μεγάλου άγχους θα επανέρχεται στις συζητήσεις, αλλά απλά ως καμπανάκι συναγερμού που δεν ακούστηκε.

Θεαματικές προσθαφαιρέσεις

Ο Ολυμπιακός μαθαίνω ότι θα αλλάξει αρκετά τις επόμενες μέρες καθώς οι προσθαφαιρέσεις θα είναι θεαματικές. Πέρα ωστόσο, από παίκτες που θα φύγουν και παίκτες που θα ρθούν, ή νέους όπως ο Ρέτσος που θα πάρουν ευκαιρίες γιατί το αξίζουν, χρειάζεται να μην ξεχνάει κανείς δυο απλά πράγματα. Οτι πρωταθλητισμό για να κάνεις χρειάζεται να σκοράρεις εύκολα κι αυτό είναι το πρώτο πρόβλημα που πρέπει να λυθεί. Και ότι την πραγματική διαφορά του Ολυμπιακού από τους διώκτες του την έκανε πάντα ο μεγάλος πάγκος του και η δυνατότητα του προπονητή να έχει επιλογές: όλα τα άλλα, (η άμυνα, η κυκλοφορία της μπάλας, η επιθετική μετάβαση, το πρέσινγκ κτλ) διδάσκονται, αρκεί να υπάρχουν παίκτες. Ο πάγκος, μάλιστα, κάνει καλό και σε όποιον πιστεύει πως τη φανέλα του βασικού την έχει πάρει στο σπίτι – κυρίως σε αυτόν. Αν ο Φορτούνης είναι ντε φορμέ, οι πλάγιοι μπακ δεν κατεβαίνουν, οι χαφ δεν πατάνε περιοχή ο Ολυμπιακός δεν μπορεί να παίξει καλά: δεν είναι θέμα προπονητή ή διοίκησης - απλά δεν γίνεται. Για να ομορφύνει το παιγνίδι μιας ομάδας χρειάζονται χαφ που να ξέρουν μπάλα, ακραίοι μπακ που να δημιουργούν και κυνηγοί που να σκοράρουν. Αν βρεθούν, έστω και στο λήξη της μεταγραφικής περιόδου είναι καλοδεχούμενοι. Αλλά δεν είναι τόσο απλό.

Γιατί το σνομπάρουν;

Καμία καλοκαιρινή διαδικασία πρόκρισης δεν είναι εύκολη υπόθεση. Δείτε τι έχουν πάθει οι Ιταλοί. Από τότε που οι ομάδες τους πρέπει να περνάνε πλέι οφ για να μπουν στους ομίλους του Τσάμπιονς λιγκ μετράνε αποτυχίες: νομίζω μόνο η Μίλαν τα έχει καταφέρει να περάσει το σκόπελο. Η Νάπολι, η Ουντινέζε, η Λάτσιο, η Ρόμα, η Ιντερ, έχουν σπάσει τα μούτρα τους και καταλήγουν στο Γιουρόπα λιγκ απογοητευμένες: δεν έχουν όλες κακές διοικήσεις, άχρηστους προπονητές και μέτριους παίκτες. Απλά η διαδικασία δεν είναι εύκολη.

Θέλω να πω και κάτι γενικό για το Γιουρόπα λιγκ: ποτέ δεν κατάλαβα γιατί οι ελληνικές ομάδες το σνομπάρουν. Οι αγγλικές καλώς το κάνουν, αφού τα χρήματα που τους δίνει δεν τα χρειάζονται: τερματίζοντας δυο θέσεις παραπάνω στην Πρέμιερ λιγκ παίρνουν περισσότερα. Οι ελληνικές, όμως, δεν καταλαβαίνω γιατί δεν του δίνουν την πρέπουσα βαρύτητα: κάποιος πρέπει να τους εξηγήσει ότι ακόμα κι αν τα χρήματα που δίνει είναι λίγα, οι υπεραξίες που δημιουργεί είναι τεράστιες. Η Σεβίλλη πχ αν πούλησε το Ράκιτις ένα σωρό χρήματα, στο Γιουρόπα λιγκ το χρωστάει. Σε αυτό χρωστάει και την ανάδειξη του Γκαμεϊρό πχ: η βιτρίνα είναι πολύ καλή.

Θα πει κάποιος ότι δεν το σνομπάρουν κι απλά δεν μπορούν σε αυτό να διακριθούν – ισχύει. Αλλά έχω δει τόσο κακή προσέγγιση αγώνων του από ελληνικές ομάδες αυτά τα χρόνια, που δεν μου το βγάζεις από το μυαλό πως από ένα ημιτελικό του Γιουρόπα Λιγκ πχ όλοι τους θα προτιμούσαν να κερδίσουν ένα πρωτάθλημα – αυτό που, κατά τα άλλα, τους μυρίζει, δεν τους αρέσει, δεν θέλουν να ξεκινήσει κτλ… 

Πηγή: Karpetshow.gr