Κάθε χρόνο τέτοια μέρα, τα τελευταία εννέα χρόνια, με πιάνει μια τρομερή, ακαταμάχητη μελαγχολία. Θυμάμαι πού με είχε βρει το πρωινό της 4ης Ιουλίου 2004 και τι έζησα στη διάρκεια του 24ωρου της και του επόμενου 24ώρου. Και μαλώνω πολύ τον εαυτό μου επειδή σκεφτόταν πολύ το “μετά” τον καιρό εκείνο και δεν με άφηνα να απολαύσω τις στιγμές όσο τους έπρεπε, όπως αξίζει σε στιγμές που ξέρει το μυαλό και η ψυχή ότι δεν πρόκειται να ξανασυναντήσει.

Τα πρώτα χρόνια μετά το 2004 έπιανα τον εαυτό μου πριν από όλα να νοσταλγεί τις στιγμές, την χαρά, την συγκίνηση, το πανηγύρι, την εθνική συνοχή, την “όλη η Ελλάδα μια παρέα” high light εικόνα που εντυπώθηκε μέσα μου από τη βραδιά της πρόκρισης στον τελικό, που την έζησα στην Αθήνα, και από το γλέντι της άφιξης του τροπαίου, το μεγαλύτερο γλέντι που θυμάμαι να έχω ζήσει στην Αθήνα, το μεγαλύτερο που μας έμελλε να ζήσουμε, όπως καλά έχουμε καταλάβει στη διάρκεια των τελευταίων τεσσάρων ετών. Χρόνο με το χρόνο όμως οι εικόνες από τα πανηγύρια ξεθωριάζουν, φτάνω να τα βαριέμαι, να με ενοχλούν.

Διάβασε περισσότερα στo gazzetta.gr