Η συγκυρία τον έριξε κατευθείαν στα βαθιά νερά του πρώτου περσινού ντέρμπι με τον παντοδύναμο πρωταθλητή Ευρώπης και Ελλάδας Ολυμπιακό. Ο Παναθηναϊκός εκείνων των ημερών, Οκτώβριος ήταν, έμοιαζε με ανεμομάζωμα, αφού είχε παίκτες μισοφευγάτους (Αρμστρονγκ, Κίτσεν), ουρανοκατέβατους (όπως ο ίδιος ο Λάσμε) ή απλώς πελαγωμένους (Πάνκο).

Όταν τελείωσε η βραδιά, όλοι μαζί οι νεοφερμένοι είχαν 12/37 σουτ, 6/15 βολές και μόλις 31 από τους 60 πόντους της ομάδας. Ο Λάσμε

έμεινε στο παρκέ 22 λεπτά. Αν και νεοσύλλεκτος, ήταν θετικός, αλλά οι επισκέψεις του στη γραμμή του φάουλ πρόδωσαν το τρακ του. Από τις 7 ελεύθερες βολές που σούταρε, έβαλε μόνο τη μία. Ο Ολυμπιακός τον σημάδεψε και δικαιώθηκε.

«Πήραμε ξυλοκόπο», έγραφαν τότε στα θεόπνευστα σχόλιά τους οι ανώνυμοι φωστήρες του Διαδικτύου. Τους σιγοντάριζαν ουκ ολίγοι επώνυμοι.

Ο Λάσμε κατέθεσε τα διαπιστευτήριά του τέσσερις μέρες αργότερα, στη Λιουμπλιάνα, όπου οι ανυποψίαστοι πιτσιρικάδες της Ολίμπια βάλθηκαν

να σουτάρουν μπροστά του. Ο Αφρικανός έγινε τερματοφύλακας και εκτόξευε τις μπάλες στην εξέδρα της σάλας «Στόζιτσε», της ίδιας που θα στεγάζει τα τελικά του φετινού Ευρωμπάσκετ. Ο «ξυλοκόπος» ήταν, αν μη τι άλλο, ικανός μπλοκέρ.

Το έμπειρο μάτι, όμως, διάκρινε και άλλα στοιχεία στο παιχνίδι του. Την ταχύτητα με την οποία κάλυπτε τα κενά στην άμυνα, καταδιώκοντας ακόμα και περιφερειακούς παίκτες. Την ικανότητα στο ριμπάουντ, όχι μόνο στην άμυνα, αλλά και στην επίθεση. Την οξυδέρκεια με την οποία συμμετείχε στα pick 'n' roll. Τη σβελτάδα, σώματος και πνεύματος.

Οχι, δεν ήταν ένας συνηθισμένος σέντερ-ελατήριο ο Λάσμε. Μπορούσε να γίνει ακρογωνιαίος λίθος στο μπάσκετ που πιστεύει και πρεσβεύει ο Αργύρης Πεδουλάκης.

Ο προπονητής του Παναθηναϊκού είχε κυκλώσει το όνομά του με πράσινο μαρκαδόρο πολλές εβδομάδες πριν τελεσιδικήσει ο «γάμος».

Ηθελε αυτόν και μόνο αυτόν. Και τον περίμενε υπομονετικά μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου, για να του δώσει το πόστο του ανεπίδεκτου μαθήσεως Χίλτον Αρμστρονγκ. Το αποτέλεσμα τον δικαίωσε απόλυτα, αφού ο Λάσμε έγινε MVP του «τριφυλλιού» στην πορεία προς την κατάκτηση του πρωταθλήματος της Α1 και προς το κατώφλι του ευρωπαϊκού φάιναλ φορ.

Mόλις αποκτήθηκε και ο εξίσου αθλητικός Τζέιμς Γκιστ στη θέση του Πάνκο, ο Παναθηναϊκός απέκτησε την αγωνιστική φυσιογνωμία που ενθουσίασε τους φίλους του και αποθάρρυνε τους αντιπάλους του. Μια ομάδα ανήμπορη να πετύχει 80- 90 πόντους, αλλά ανίκητη στα μετόπισθεν, γρήγορη, φορτσάτη, θεαματική, με τις τάπες και τα καρφώματα των δύο ψηλών να συμπληρώνουν το εγκεφαλικό

παιχνίδι του Διαμαντίδη και του Ούκιτς. Οταν πια έφτασε το καλοκαίρι, η ανανέωση του συμβολαίου του Λάσμε ήταν βασική προτεραιότητα της διοίκησης, μπροστά ακόμα και από την αντίστοιχη του Διαμαντίδη.

Όχι άδικα. Η σεζόν της μεγάλης επιστροφής χτίστηκε πάνω στα μούσκουλά του. Αυτή η μεταγραφή ήταν για τον Παναθηναϊκό φιλί ζωής και εφαλτήριο εκτόξευσης.

Πηγή: SportDay