Εχω αναφερθεί και στο παρελθόν στον Παναθηναϊκό της διετίας 2001-2003: τον θεωρώ τον πληρέστερο της τελευταίας 20ετίας. Όχι τον πιο θεαματικό, όχι τον νικητή, αλλά τον Παναθηναϊκό με το καλύτερο ρόστερ. Εκείνη η ομάδα ήταν μια επιπλέον απόδειξη στα μάτια μου για κάτι που μου είχαν πει από παλαιότερα και σταδιακά το έκανα «κτήμα» μου και το πιστεύω ακράδαντα για κάθε ομάδα: «καθρέφτης» της είναι η παρουσία της στην Ευρώπη και όχι στην Ελλάδα. Ισχύει για όλες τις ελληνικές ομάδες. Επί παραδείγματι πίστευα και το είχα γράψει («Η ευκαιρία του Olympiakos FC») παρά τις εναντίον μου ειρωνείες και λεκτικές καφρίες), ότι αυτό το εφετινό ρόστερ του Ολυμπιακού, με παίκτες σε τόσο παραγωγική ηλικία, με καλή χημεία και με ικανότατο προπονητή, μπορούσε να κάνει κάτι καλό εφέτος στο Europa League (γι’ αυτό και θεωρώ τυχερούς τους Ερυθρόλευκους με ό,τι συνέβη στην τελευταία αγωνιστική των ομίλων και την τελική «μετάθεσή» τους στην συγκεκριμένη διοργάνωση).

Καθρέφτης είναι πάντα η Ευρώπη, όπου ο ανταγωνισμός είναι πολύ πιο καθαρός συγκριτικά με το ελληνικό πρωτάθλημα και ο ρυθμός, η ροή, η ατμόσφαιρα παιχνιδιού αντικατοπτρίζει το «κανονικό» ποδόσφαιρο και όχι το παραμορφωμένο που βλέπουμε στην Ελλάδα. Εκεί κάθε ομάδα έχει την ευκαιρία να δείξει τις πραγματικές δυνατότητές της στο maximum. Τα κίνητρα όλων είναι στο κόκκινο, η προσπάθεια όλων είναι η μέγιστη και τα σφυρίγματα δεν είναι τέλεια: κάπου θα αδικηθείς, κάπου θα ευνοηθείς, χωρίς αυτό να συνεπάγεται ότι δεν υπάρχουν και «εγκλήματα». Σε γενικές γραμμές, όμως, ο παίκτης ΠΟΤΕ δεν μπαίνει στον αγωνιστικό χώρο με κακή ή «ύποπτη» διάθεση απέναντι στον ρέφερι και οι οπαδοί-παράγοντες-δημοσιογράφοι είναι πάντα πολύ πιο καλόπιστοι απέναντι στο διαιτητικό σφάλμα.

Διαβάστε το υπόλοιπο σχόλιο στο gazzetta.gr