Μια αλλαγή που συμπληρώνει την πρώτη της φάση με την καθιέρωση από την ΟΥΕΦΑ του ελέγχου στα οικονομικά των ομάδων. Άλλωστε φέτος είναι και η τελευταία χρονιά της προετοιμασίας της οργανωτικής δομής και οικονομικής συμπεριφοράς των ομάδων έτσι ώστε να ανταποκρίνονται πλήρως στις προυποθέσεις του Financial Fair Play.
Οι κανόνες αυτοί αναγκάζουν τις ομάδες, προκειμένου να διατηρήσουν το εμπορικό και οικονομικό τους εύρος, να εκδηλώσουν μορφές επέκτασης των δραστηριοτήτων τους. Οι οικονομικά ισχυρότερες και φυσικά δημοφιλέστερες ήδη κινούνται προς αυτή την κατεύθυνση, με κύριο στόχο 3 άξονες: Αύξηση του μεταγραφικού τζίρου, λόγω της αύξησης των χρημάτων που εισπράττονται από τηλεοπτικά δικαιώματα και χορηγούς, δημιουργία νέων υπερσύγχρονων γηπέδων που να καλύπτουν βασικές και μη ανάγκες των φιλάθλων και ανάδειξη νέων ποδοσφαιριστών.
Ειδικά ο τελευταίος άξονας είναι και ο πιο σημαντικός, αφού η βελτίωση του scouting, το διαρκώς αυξημένο επίπεδο των ακαδημιών και ο ανταγωνισμός των ομάδων, έχουν μετατρέψει την πώληση νεαρών ποδοσφαιριστών και χρυσωρυχείο για τις ομάδες. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο που πολλές ομάδες σε όλες τις χώρες δίνουν πλέον την ευκαιρία σε νέους ποδοσφαιριστές που προέρχονται είτε από τις ακαδημίες τους είτε από μικρότερες κατηγορίες να αναδείξουν το ταλέντο τους, με σκοπό την προσοδοφόρα μεταπώλησή τους. Παράλληλα, μεγάλες ομάδες με τεράστια οικονομική δυνατότητα επενδύουν σε ακαδημίες ανα τον κόσμο, αναζητώντας τα ταλέντα που θα κάνουν την διαφορά. Μέσω ενός από τα πλέον σημαντικά τμήματα σε μια ποδοσφαιρική ομάδα-επιχείρηση, το scouting, οι ομάδες αγοράζουν ποδοσφαιριστές από μικρότερες, δίνοντάς τους παράλληλα σημαντική οικονομική ανάσα, λειτουργώντας έτσι ως μηχανισμός αναδιανομής του πλούτου. Αυτό έχει μεγάλη επιρροή κυρίως σε χώρες με μεγάλη ποδοσφαιρική παράδοση που πλήττονται από την οικονομική κρίση, όπως Λατινική Αμερική, αλλά και χώρες με μικρή παράδοση, που έχουν όμως το πρόσφορο έδαφος για τέτοιου είδους επενδύσεις(π.χ Αφρική).
Η είσοδος της τεχνολογίας
Παράλληλα με τα παραπάνω και την επένδυση σε νέα ταλέντα, έχουμε και την αλλαγή των αγωνιστικών χαρακτηριστικών του ποδοσφαίρου, γεγονός που έχει οδηγήσει στην δημιουργία ενός επιστημονικού πεδίου δημιουργίας ποδοσφαιριστών. Αυτό μπορεί να οδηγεί με μεγάλη ακρίβεια στην δημιουργία καλύτερα καταρτισμένων αθλητών, παράλληλα όμως αποτελεί και μια μεγάλη πληγή για το θέαμα, αφού εξαλείφει την ποδοσφαιρική φαντασία και τον αυθορμητισμό. Όλα πλέον παρακολουθούνται μέσω επιστημόνων, οι οποίοι αναλύουν τα στατιστικά μέσω υπολογιστών.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η νέα τεχνολογία που εφαρμόζεται στα ποδοσφαιρικά παπούτσια από τις εταιρείες. Αυτά διαθέτουν πλέον λογισμικό το οποίο μεταφέρει δεδομένα σε υπολογιστές που χρησιμοποιούν το ίδιο λογισμικό που αφορούν την ταχύτητα, την αντοχή,τους κτύπους της καρδιάς, τις τιμές του οξυγόνου στο αίμα, την απόσταση που καλύπτει ο κάθε ποδοσφαιριστής, κτλ. Δηλαδή μας δίνει άμεσα στοιχεία για τον ποδοσφαιριστή που πριν μια εικοσαετία μας ήταν αδιανόητο να σκεφτούμε πως θα χρειάζονταν ανάλυση.
Μάλιστα, είναι τέτοιο το επίπεδο εισχώρησης της επιστήμης στο ποδόσφαιρο, που ακόμα και οι επιλογές στο στήσιμο και στην επιλογή παικτών γα τους αγώνες μοιάζουν αδιανόητες. Οι προπονητές, μαζί με ένα στενό επιτελείο συνεργατών τους, επιλέγουν πλέον την ενδεκάδα των ποδοσφαιριστών που θα αγωνιστούν με βάση τα στοιχεία που έχουν προκύψει κατα την διάρκεια της εβδομαδιαίας προπόνησης, με αποτέλεσμα οι φίλαθλοι πολλές φορές να απορούν με τις επιλογές. Το παιχνίδι γίνετε ολοένα και πιο σύνθετο και απαιτητικό. Αυτό φαίνεται και από τις ακαδημίες και τον τρόπο οργάνωσης και προπόνησης των νεαρών αθλητών ανάλογα με την ηλικία τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Michel Bruyinincx και ο τρόπος προπόνησης που καθιέρωσε σε μεγάλες ποδοσφαιρικές σχολές, όπως αναφέρθηκε και σε προηγούμενο άρθρο.
Σε αυτό το σημείο πρέπει να κάνουμε και μια σημαντική παρατήρηση. Όσο περισσότερο επεκτείνονται οι οικονομικές δραστηριότητες μιας ποδοσφαιρικής ομάδας, τόσο αυτή θα αντιμετωπίζεται ως επιχείρηση από το κράτος. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα οι αγγλικές ομάδες, τις οποίες φυσικά φέρνουμε συνεχώς σαν παράδειγμα γιατί αποτελούν την επιτομή των αλλαγών στο σύγχρονο ποδόσφαιρο, να πληρώσουν γύρω στα 8 δις ευρώ φόρους στο κράτος από την περίοδο 1992/1993 έως την σεζόν 2005/2006. Άλλωστε επιχειρήσεις είναι, κέρδη είχαν, οπότε και φορολογούνται. Αντίστοιχο παράδειγμα δεν υπάρχει εδώ στην Ελλάδα, αφού οι εκάστωτε ΠΑΕ αντιμετωπίζονται σαν να έχουν άσυλο στο θέμα της φορολογίας, με συνεχείς διαγραφές χρεών και ετήσιες ζημιές. Φταίει το κράτος για αυτό ή οι ομάδες; Η απάντηση στην κρίση του καθενός.
Πηγή: overlap.gr