Το ποδόσφαιρο έχει -ευτυχώς- κανόνες, νόμους, μα πάνω απ' όλα λογική. Κι όταν επειχειρείς να το υπηρετήσεις, να το σχολιάσεις, ή ακόμα και να το χρησιμοποιήσεις, αγνοώντας, καταπατώντας και περιφρονώντας τη λογική του, τότε σε εκδικείται και μάλιστα με οδυνηρό τρόπο. Κι αυτό συνέβη τα τελευταία χρόνια με τον Παναθηναϊκό και φτάσαμε στη σημερινή τραγική και για πολλούς «χωρίς επιστροφή» κατάσταση.
Το χειρότερο; Ακόμα και σήμερα και παρ' όλα όσα έχουν συμβεί, εξακολουθεί να γίνεται το ίδιο ακριβώς πράγμα. Γι' αυτό και όλα όσα γίνονται, όλα όσα ακούγονται και γράφονται ξεκινώντας από τις αυταπάτες μέχρι τις περιβόητες «επιτροπές σωτηρίας», δεν έχουν καμμία τύχη.
Διαβάστε επίσης...
Σε ένα ποδοσφαιρικό οργανισμό, ο βασικός κανόνας και η άλφα-βήτα της λετουργίας του, είναι ένας. Η ύπαρξη και λειτουργία του οργανισμού και όλων όσων τον απαρτίζουν σε οποιοδήποτε πόστο, αποσκοπεί και έχει σαν στόχο ένα και μόνο ένα πράγμα. Την ομάδα.
Στον Παναθηναϊκό, όμως, στον οποίο καταργήσαμε εντελώς τα τελευταία χρόνια και ειδικά την περίοδο Αλφούζου τη στοιχειώδη ποδοσφαιρική -και όχι μόνο- λογική, έγινε το ακριβώς αντίθετο.
Η ομάδα χρησιμοποιήθηκε για όλους τους άλλους, αντί να τους χρησιμοποιήσει αυτή. Η ομάδα έγινε ουσιαστικά το όχημα για να εξυπερηθούν μια σειρά συμφέροντα, για να κρυφτούν εγκλήματα και λάθη, για να «βολευτούν» τα πάσης φύσεως «ορφανά» και... άστεγοι πολλαπλών ιδιοτήτων (μηδέ εξαιρουμένων και ποδοσφαιριστών με αντίστοιχες ιδιότητες όπως μόνιμα τραυματίες, τέως ποδοσφαιριστές, άνεργοι ποδοσφαιριστές κ.λ.π.).
Η ομάδα πάνω απ' όλα, χρησιμοποιήθηκε και τελικά λειτούργησε σαν το «πλυντήριο» μέσω του οποίου προσπάθησαν μια σειρά άνθρωποι και «καταστάσεις» να ξεπλύνουν τα εγκλήματα που έκαναν σε βάρος του Παναθηναϊκού και να πείσουν τους απανταχού αφελείς πως τελικά «είχαν δίκιο» όταν τους παρέσυραν στο γκρέμισμα του πιο ιστορικού συλλόγου στην Ελλάδα ταζοντάς τους μεγάλες και τρανές εποχές που θα έρθουν όταν απαλλαχθούν από το... μίζερο παρελθόν.
Το πρώτο και μεγαλύτερο λάθος του Γιάννη ήταν λοιπόν ότι επέλεξε να χτίσει την νέα εποχή στον Παναθηναϊκό, χρησιμοποιώντας ανθρώπους και εργαλείας που του... παραδόθηκαν σαν προίκα από την αμαρτωλή πολυμετοχικότητα και ειδικά από τους πουράτους εκτοξευτές που εν τω μεταξύ την είχαν κάνει με ελαφρά πηδηματάκια και όχι με ποδοσφαιρική λογική.
Ο Γιάννης Αλαφούζος επιχείρησε έτσι να πετύχει το ακατόρθωτο. Να προσπαθήσει να «χτίσει» δηλαδή, χρησιμοποιώντας υλικά, ανθρώπους και καταστάσεις, που μέχρι τότε ήξεραν μόνο να «γκρεμίζουν».
Το αποτέλεσμα;
Ο Αλαφούζος κάτω από την ομηρία και την «καθοδήγηση» όλης αυτής της συμμορίας, να επιχειρεί να διοικήσει με τον κλασσικό λανθασμένο τρόπο που προσπάθησαν μα σειρά επιχειρηματίες να το κάνουν στο ελληνικό ποδόσφαιρο και απέτυχαν παταγωδώς.
Με λίγα λόγια κάτω από την πίεση αλλά και τις έμμεσες απειλές «κοίτα μην την πάθεις και εσύ όπως ο Βαρδινογιάννης» έβαλε σαν πρώτο στόχο να... θωρακίσει το όνομα και την παρουσία του στην ηγεσία του Παναθηναϊκού από τους... οργανωμένους και τους δημοσιογράφους.
Καθώς... αυτός ήταν ο χρυσός κανόνας.
Αν τα έχεις καλά με τους οργανωμένους και τους δημοσιογράφους ξεμπέρδεψες. Μετά ό,τι και να κάνει η ομάδα, δεν έχεις κανένα ανάγκη. Όλοι θα σε χειροκροτούν ό,τι κι αν γίνει.
Αποτέλεσμα να δούμε φοβερά πράγματα στην καθημερινότητα του Παναθηναϊκού. Φοβερά, στα όρια του γραφικότητας και της γελοιότητας και τραγικά ταυτόχρονα.
Ο Παναθηναϊκός παραδόθηκε έρμαιο στο κουμάντο της εξέδρας και των ΜΜΕ, που από κάποιο σημείο και ύστερα, έδιναν την εντύπωση πως είχαν την απόλυτη εξουσία και έκαναν ό,τι ήθελαν στον Παναθηναϊκό.
Κάτοχοι διαρκείας που η φάτσα τους ή κάποιες αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν άρεσαν στις «επιτροπές Παναθηναϊκοφροσύνης» και στις ομάδες κρούσης τους που αλώνιζαν στην Λεωφόρο, ξυλοκοπιόντουσαν άγρια και έφευγαν σηκωτοί από το γήπεδο.
Στελέχη της ΠΑΕ, βοηθοί προπονητών, γιατροί, φυσικοθεραπευτές, ακόμα και παίκτες, για τους οποίους υπήρχε η... υποψία ότι ήταν θετικοί ή έστω δεν έβρισαν τις πααραδοσιακές Παναθηναϊκές οικογένειες του παρελθόντος, τρωγόντουσαν εν μια νυκτί και χωρίς ούτε κανείς να τολμάει να πει οτιδήποτε, ούτε φυσικά κανείς να... διανοηθεί να ρωτήσει το γιατί.
Ο ίδιος ο Αλαφούζος νομιμοίησε όλο αυτό το πογκρόμ... Παναθηναϊκο-κάθαρσης, εκείνες τις απίστευτες στιγμές που πρόσφερε όταν πήγε στο τριώροφο και μιλούσε σε... ανοιχτή ραδιοφωνική ακρόαση με τους οργανωμένους. Εκεί όπου όλος ο κόσμος άκουγε έκπληκτος να του μιλάνε σε στιλ «άσε μας ρε Γιάννη, για πες μας κυρ-Γιάννη, εξηγήσου καλά ρε Γιάννη γιατί αλλιώς θα εξηγηθούμε εμείς» και αυτός να κάθεται να απολογείται... ονομαστικά για το ποιοί παίκτες, ποιοί δημοσιογράφοι, ποια στελέχη της ΠΑΕ είναι ή δεν είναι του Βαρδινογιάννη, γιατί έχει κρατήσει όσους... τέτοιους υπάρχουν ακόμα και το πως... θα διώξει τους περισσότερους απ’ αυτούς.
Την ίδια στιγμή, η ομάδα αφηνόταν κυριολεκτικά στο έλεος στων «επιτροπών Παναθηναϊκής συμμόρφωσης» με τους παίκτες της να τρώνε ντου και μπουκέτα μέσα στην Λεωφόρο ακόμα και στη φυσούνα και στα αποδυτήριά τους και έπειτα από λίγα λεπτά να βλέπουν στο κέντρο του γηπέδου τον πρόεδρό τους τον Αλαφούζο να συνομιλεί και να... απολογείται σ’ αυτούς που τους είχαν πλακώσει στο ξύλο.
Το προπονητικό κέντρο, είχε γίνει τσιφλίκι που όποιος ήθελε, όποτε ήθελε, μπούκαρε έκανε ό,τι γούσταρε και έφευγε σαν κύριος. Ιστορικά τα συνεχή ντου στο προπονητικό κέντρο μετά από ανεπιτυχή αποτελέσματα, οι απειλές, οι χυδαίες βρισιές μέχρι και το ξύλο σε παίκτες ή και στελέχη του ποδοσφαιρικού τμήματος, παρουσία πολλές φορές του προέδρου, του τεχνικού διεθυντή, του προπονητή και στελεχών της ΠΑΕ οι οποίοι παρακολουθούσαν χωρίς να βγάζουν άχνα.
Το θέατρο του παραλόγου, στο οποίο το καλοκαίρι μιλούσαμε για εκτόξευση, για ομαδάρες και μεταγραφάρες, για τα καλύτερα ρόστερ όλων των εποχών, εκεί κατά τον Δεκέμβρη μέχρι Φλεβάρη τους βρίζαμε όλους αυτούς που αποθεώναμε χυδαία, τους πλακώναμε στο ξύλο και του κρεμάγαμε πανό στην Λεωφόρο «όποιος δεν μπορεί να πάει να...» και τέλος εκεί κατά τον Μάρτη ανακαλύπταμε ότι «παίζουν την καλύτερη μπάλλα στην Ελλάδα, αλλά η διαιτησία δεν τους αφήνει, ότι του χρόνου θα σκίσουν με τις κατάλληλες μεταγραφές φυσικά πάντα», παίχθηκε ακριβώς ΠΕΝΤΕ χρόνια με πανομοιότυπο σενάριο αλλά διαφορετικούς πρωταγωνιστές.
Η συνέχεια στο... επόμενο.