Tο Ευρωπαϊκό Κύπελλο είναι η διοργάνωση των «προνομιούχων». Μόνο που τα οφέλη τα απολαμβάνουν όλοι εδώ και 54 χρόνια, αφού αποτελεί την πιο ανταγωνιστική διοργάνωση στη Γηραιά Ηπειρο. Στην αρχή έπαιρναν μέρος μόνο οι πρωταθλητές κάθε χώρας, κάτι που ήταν μια σωστή επιλογή και το καλύτερο σωστό κριτήριο.

Το Τσάμπιονς Λιγκ από το1998 άνοιξε τις πύλες του και σε άλλες ομάδες και σε όλο και περισσότερους καλούς παίκτες δημιουργώντας την κορυφαία διοργάνωση σε επίπεδο συλλόγων σε ολόκληρο τον κόσμο.

Το Κύπελλο Ευρώπης των Πρωταθλητριών ομάδων, ίσως και να μην είχε δημιουργηθεί εάν δεν υπήρχε η εμμονή των πρωτοπόρων που είχαν την ιδέα της διοργάνωσης, των Γάλλων δημοσιογράφων Ανό και Φεράν της εφημερίδας «L’EQUIPE». Τη στήριξε σαν ιδέα ένας οραματιστής πρόεδρος, ο Σαντιάγκο Μπερναμπέου και η συγκυρία να εμφανιστεί μία ομάδα, η Ρεάλ Μαδρίτης που κέρδισε τα πρώτα πέντε τρόπαια με εκπληκτική απόδοση, η οποία είχε τη γενική εκτίμηση από όλο τον κόσμο με τον τρόπο που αγωνιζόταν και με ποιότητα που ορισμένες φορές άγγιζε την τελειότητα. Η Ρεάλ ήταν παράδειγμα για όλους τους συλλόγους και εκείνη την εποχή έδωσε ένα κύρος και μια ταυτότητα στη διοργάνωση.

Η πρώτη ομάδα που τη μιμήθηκε ήταν η Μπενφίκα. Μια ομάδα που είχε ποδοσφαιριστές με εξαιρετικές ικανότητες, οι οποίοι προέρχονταν από πορτογαλικές αποικίες με προπονητή τον Ούγγρο Μπέλα Γκούτμαν. Η Μπενφίκα είχε μία λογική που στηριζόταν κυρίως στο επιθετικό ποδόσφαιρο ακολουθώντας τον τρόπο παιχνιδιού των Μαδριλένων, αλλά στα μέσα της δεκαετίας του '60 εκτοπίστηκε από την παρουσία της Μίλαν και της Ιντερ.

Όλοι από την ίδια πόλη!

Μία σκωτσέζικη ομάδα στο ντεμπούτο της στον θεσμό έσπασε το κατεστημένο. Η Σέλτικ της Γλασκώβης, η οποία εισήγαγε έναν διαφορετικό τρόπο παιχνιδιού και έγινε η πρώτη ομάδα από τη Βόρεια Ευρώπη που κατέκτησε το τρόπαιο το 1967 και παραμένει μέχρι τώρα η μοναδική ενδεκάδα που όλοι οι παίκτες της ήταν γεννημένοι σε μία περίμετρο λίγων χιλιομέτρων από την ίδια πόλη! Ενα χρόνο αργότερα μια ακόμα βρετανική ομάδα κέρδισε το τρόπαιο. Αυτή τη φορά ήταν η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ που κατέκτησε ένα Κύπελλο που ήταν μια μίξη συναισθημάτων, τραγωδίας, αγάπης και ρομαντισμού, αφού δέκα χρόνια πριν η πρώτη μεγάλη φουρνιά που είχε δημιουργήσει ο Ματ Μπάσμπι είχε ξεκληριστεί στο δυστύχημα του Μονάχου.

Από την Ολλανδία, στα πρώτα χρόνια των 70’s ήρθε μια έννοια που ονομαζόταν «Ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο». Παίζοντας ένα ποδόσφαιρο που στηριζόταν κυρίως στην οξυδέρκεια και ξεφεύγοντας κατά πολύ από τα συνηθισμένα συστήματα που έβαζαν σε «καλούπια» τους παίκτες, οι Ολλανδοί πήραν τέσσερα τρόπαια- ένα από τη Φέγενορντ και τρία από τον Αγιαξ, ο οποίος κατακτώντας τρία συνεχόμενα Κύπελλα ξετρέλλανε τον κόσμο. Το συγκεκριμένο επίτευγμα ισσοφαρίστηκε αμέσως από την Μπάγερν Μονάχου που με τον τευτονικό τρόπο σκέψης της ανέβασε το επίπεδο τεχνικής και τακτικής του δυτικογερμανικού ποδοσφαίρου. Το Κύπελλο Πρωταθλητριών συνέχισε να είναι ο καθρέφτης που απεικόνιζε τον τρόπο παιχνιδιού σε κάθε χώρα.

Αμέσως μετά ήταν η σειρά της Λίβερπουλ η οποία κατέκτησε δυο συνεχόμενες φορές τον τίτλο και συνολικά τέσσερις σε επτά χρόνια και έδειξε ότι είχε βρει τη μαγική συνταγή που φέρνει Κύπελλα. Συνδύασε το μπρίο και τη δύναμη των αγγλικών ομάδων με τα χαρακτηριστικά των άλλων χωρών όπως η ταχύτητα και η διάρκεια και στο πρόσωπο του Μπομπ Πέισλι είχε τον προπονητή που με τρία Κύπελλα παρέμεινε ο πολυνίκης του θεσμού μέχρι τη στιγμή που τον ισοφάρισε πέρυσι ο Αντσελότι! Η εκπληκτική Νότιγχαμ Φόρεστ υπό τις οδηγίες του χαρισματικού Μπράιαν Κλαφ έγινε ο τρίτος σύλλογος που κατέκτησε το τρόπαιο από τη χώρα που γέννησε το ποδόσφαιρο και η Αστον Βίλα ακολούθησε το 1982. Προσθέστε και την επική κατάκτηση από την Τσέλσι, κόντρα σε κάθε λογική, το 2012 και έχετε συμπληρωμένο το παζλ, αφού καμία άλλη χώρα δεν έχει αναδείξει πέντε διαφορετικούς νικητές στην ιστορία του Κυπέλλου Πρωταθλητριών!

Μια νέα εποχή

Η βραδιά του Χέιζελ, τον Μάη του 1985 αποδείχτηκε τραγική και η εγκληματική συμπεριφορά των οπαδών της Λίβερπουλ στοίχισε τη ζωή σε 39 ανθρώπους και εξοστράκισε τους συλλόγους από το νησί μέχρι το 1990. Αυτό έδωσε την ευκαιρία σε κάποιες ομάδες που δεν είχαν φανεί έως τότε να διακριθούν. Η Στεάουα, η Πόρτο, η Αϊντχόφεν μπορεί να μην το κατάφερναν αν μετείχαν στις διοργανώσεις η Λίβερπουλ, η Εβερτον και η Αρσεναλ που τότε έπαιρναν τους τίτλους στην Αγγλία, αλλά την ιστορία τη γράφουν μόνο οι παρόντες. Η επιστροφή της Μίλαν, με τον Αρίγκο Σάκι στον πάγκο, τον Μπαρέζι, τον Μαλντίνι (των πέντε τίτλων και των οκτώ συνολικά τελικών σε τρεις διαφορετικές δεκαετίες) και την τριάδα των Ολλανδών (Φαν Μπάστεν, Γκούλιτ και Ράικαρντ) με το θεσπέσιο ποδόσφαιρο σηματοδότησε μία καινούργια εποχή.

Η μετάλλαξη σε Τσάμπιονς Λιγκ έκανε θαύματα στον θεσμό. Νέα πρόσωπα, νέα ονόματα στο Κύπελλο, όπως η Μπαρτσελόνα και η Ντόρτμουντ και η επιστροφή της παλιάς φρουράς όπως η Ρεάλ, ο Αγιαξ, η Γιουβέντους, η Μπάγερν, η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ ( με την απίστευτη ανατροπή στη Βαρκελώνη το 1999 με τα δύο γκολ κόντρα στην Μπάγερν στις καθυστερήσεις) καθώς και η Λίβερπουλ που σε έξι λεπτά έφερε τα πάνω κάτω στην Πόλη απέναντι στη Μίλαν το 2005 αλλά και η Ιντερ του Μουρίνιο το 2010.

Πάνω από όλα όμως το πνεύμα παρέμεινε όπως παλιά. Αυτό που ονειρευόταν ο Γκαμπριέλ Ανό όταν πρότεινε τη δημιουργία του Κυπελλου Πρωταθλητριών το 1955, παραμένει αναλλοίωτο. Μόνο που αυτό το ολοκαίνουργιο προϊόν που προέκυψε από το 1992 και ύστερα, το Τσάμπιονς Λιγκ δίνει εκτός από αίγλη και χρήματα και πάρα πολλά παράπλευρα οφέλη.

Μία έρευνα της Mastercard απέδειξε πως οι πόλεις που οι ομάδες τους κατακτούν το τρόπαιο έχουν σημαντική αύξηση στον τουρισμό και την οικονομία τους! Το ποδόσφαιρο του 21ου αιώνα, στο οποίο το Τσάμπιονς Λιγκ είναι η ναυαρχίδα έχει φύγει έτη φωτός από τη δεκαετία του '60 και την ασπρόμαυρη τηλεόραση. Μεταδίδεται πια σε περισσότερες από 200 χώρες και δεν αποτελεί ευρωπαικό προιόν μόνο. Εφυγε από τα γεωγραφικά πλαίσια και έγινε κάτι οικουμενικό. Και οτιδήποτε άλλο επιχειρήσει κάποιος να αντιπαρατάξει μελλοντικά θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να κρατήσει τόσο κόσμο, και μάλιστα ετερόκλητο, ευχαριστημένο και αυτό το κατάλαβαν πρώτες οι ομάδες που αποτελούσαν την G14 και απειλούσαν συχνά πυκνά με αποχώρηση και δημιουργία κλειστής λίγκας.

Οι προσευχές που εισακούστηκαν

Το Κύπελλο Πρωταθλητριών όπως το έμαθα μπόμπιρας, τα βράδια που η κρατική τηλεόραση μας μετέφερε μετά από το χαρακτηριστικό ηχητικό σήμα της EUROVISION, με τη φωνή του Διακογιάννη, ήταν το δικό μου ταξίδι. Νοερά με όλη την παιδική παλιοπαρέα, τον Αγγελο, τον Σάκη, τον Παναγιώτη, τον Γιώργο, τον Ακη, τον Μάριο ταξιδεύαμε στα πελάγη των ποδοσφαιρικών περιπετειών. Ετσι αγαπήσαμε την καλή μπάλα, έτσι εκτιμήσαμε το καλό ποδόσφαιρο, έτσι βάλαμε κάποια στάνταρ πολύ ψηλά στα γούστα μας.
Από παιδί αυτό που ήθελα ήταν να βρεθώ μία μέρα σε αυτά τα γήπεδα, να περιγράφω αγώνες, να ζω την ατμόσφαιρα. Οι προσευχές μου εισακούστηκαν και η μοίρα φρόντισε να πραγματοποιήσει το παιδικό όνειρο. Πριν συμπληρώσω καν τα 22 χρόνια μου, πρώτα στην ΕΡΤ και στη συνέχεια στο ΜΕGA (αλλά και μέσω των αποστολών από το ραδιόφωνο και τις εφημερίδες) κάλυψα εκατοντάδες τέτοια ματς. Ενα χόμπι που γίνεται επάγγελμα και αποτελεί ευλογία για κάθε άνθρωπο.

Ενα βροχερό βραδάκι στη Γλασκώβη, τον Αύγουστο του 1994, άρχιζε το τηλεοπτικό μου φλερτ με το Τσάμπιονς Λιγκ. Αρκούσε μία φλογερή ματιά για να φουντώσει το ειδύλλιο! Τη στιγμή που ο Τόνι Σαβέβσκι έβαζε γλυκά το πόδι του στην σέντρα του Κωστή, αφήνοντας τον Αντι Γκόραμ ανήμπορο να παρακολουθεί και η ΑΕΚ απέκλειε την ακριβοθώρητη Ρέιντζερς, η ζωή μου άλλαζε! Σε μία φάση, σαν διαφήμιση ουίσκι λογικά θα έπρεπε να περάσουν από τα μάτια μου όλες οι στιγμές των μεταδόσεων. Το ποδόσφαιρο σε τέτοιο επίπεδο είναι ναρκωτικό στο οποίο εθίζεσαι. Θαρρείς πως η μουσική, αυτή η θεϊκή μελωδία του Τσάμπιονς Λιγκ ούτε ο ίδιος ο Χέιντελ δεν θα φανταζόταν πόση απήχηση θα είχε τόσους αιώνες μετά και θα έφτανε στο σημείο να σε υποβάλει η εικόνα με το σεντόνι.

Στιγμές μοναδικής μαγείας

Πάντως αυτό που νιώθω κάθε φορά σε κάθε γωνία της ηπείρου μας, είναι το ίδιο έντονο με τότε και μπροστά μου περνάνε σαν σε φιλμ στιγμές που το μυαλό ανακαλεί επειδή εξιτάρει η μοναδικότητα τους. Η παρουσία του Ακη Ζήκου με τυλιγμένη στους ώμους την ελληνική σημαία το 2004 στο Γκελζενκίρχεν είναι μία κατηγορία μόνη της και θα ήταν άδικο να τη βάλω μαζί με τα υπόλοιπα ενσταντανέ.

Ποια στιγμή να πρωτοθυμηθώ, από τον πανηγυρισμό του Ρίκεν το '97 στο Μόναχο, την έκρηξη χαράς του Βιάλι το '96 στη Ρώμη, την τρέλα των Μαδριλένων το 1998 όταν ξόρκιζαν με το γκολ του Μιγιάτοβιτς την κατάρα των 32 ετών χωρίς το τρόπαιο, τα 140 πιο παλαβά δευτερόλεπτα στη Βαρκελώνη το 1999, τότε που η Γιουνάιτεντ ανέτρεψε λογική και σκορ κόντρα στην Μπάγερν, το γκολ ποίημα του Ζινεντίν Ζιντάν τον Μάιο του 2002 στη Γλασκώβη, το κλάμα του Τέρι και του Κουφούρ, το ουρλιαχτό του Καν, τη φανέλα ανάποδα στον πανηγυρισμό του Κλάιφερτ στη Βιέννη το '95, το βλέμμα νικητή του Τζέραρντ που συμπαρέσυρε τους συμπαίκτες του στην επική αντεπίθεση της Λίβερπουλ στην Πόλη το 2005, την ικανότητα του Ιντζάγκι να κάνει γκολ την παραμικρή φάση το 2007, τη κεφαλιά του Μέσι που σφράγισε το Κύπελλο στη Ρώμη το 2009, τα γκολ του Μιλίτο για την Ιντερ το 2010, το τρίτο γκολ του Βίγια το 2011 στο Γουέμπλεϊ, το γκολ του Ντρογκμπά που κράτησε ζωντανή την Τσέλσι το 2012, το γκολ του Ρόμπεν που έσπαγε τη κακοδαιμονία του το 2013, ή τη κεφαλιά του Ράμος πέρυσι που άρπαξε την μπουκιά από το στόμα της Ατλέτικο; Και μιλάμε μόνο για στιγμές από τους τελικούς γιατί αν αναφερθούμε και στα υπόλοιπα ματς, θα χρειαστεί να γράψω -ξανά- ολόκληρο βιβλίο!

Αυτή η διοργάνωση τα έχει όλα, είναι ένα καλειδοσκόπιο εκτυφλωτικών εικόνων, μια σειρά από γρήγορα εναλλασσόμενα πρόσωπα στη διάρκεια αυτού του μισού αιώνα, ομάδες που κερδίζουν και έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: μεγάλους παίκτες. Ο Αλφρέντο Ντι Στέφανο, ο Φέρεντς Πούσκας, ο Φρανσίσκο Χέντο, ο Εουσέμπιο, ο Μάριο Κολούνα, ο Τζιάνι Ριβέρα, ο Λουίς Σουάρες και ο Σάντρο Ματσόλα, ο Μπόμπι Τσάρλτον, ο Τζορτζ Μπεστ, ο Τρέβορ Φράνσις, ο Γιόχαν Κρόιφ, ο Φραντς Μπεκενμπάουερ, ο Κέβιν Κίγκαν, ο Κένι Νταλγκλίς, ο Μισέλ Πλατινί, ο Μάρκο Φαν Μπάστεν, ο Φρανκ Ράικαρντ, ο Πάολο Μαλντίνι, ο Ντέγιαν Σαβίσεβιτς, ο Ζινεντίν Ζιντάν, ο Ραούλ, ο Γιάρι Λιτμάνεν, ο Ολιβερ Καν, ο Ροναλντίνιο, ο Αντρέι Σεβτσένκο, ο Στίβεν Τζέραρντ, o Κακά, ο Ρονάλντο, ο Ρούνεϊ, ο Ρόμπεν, ο Ντρογκμπά, ο Μπέιλ και ο Ντέκο. Ολοι τους έφτασαν στην κορυφή, βελτιώθηκαν και έγιναν πιο ανταγωνιστικοί ανεβάζοντας την ποδοσφαιρική τους παράσταση στην πιο απαιτητική θεατρική σκηνή του ποδοσφαίρου: το Ευρωπαϊκό Κύπελλο.

Σπάνια συγκυρία σε τελικό

Απόψε στο Βερολίνο θα μονομαχήσουν η κατά τεκμήριο κορυφαία ομάδα της τελευταίας επταετίας με την ομάδα που επιστρέφει από τον εφιάλτη του calciopolis!

Η κόντρα της τριάδας του ονείρου Μέσι, Νέιμαρ, Σουάρες απέναντι σε Μπουφόν, Πίρλο και Τέβες! Η Μπαρτσελόνα είναι φαβορί, αλλά όποιος υποτιμήσει τη Γιουβέντους, θα κάνει τεράστιο λάθος!

Εχεις την αίσθηση πως αν υπάρχει κάτι που δεν αναλύεται εύκολα στις δύο ομάδες είναι η παρουσία των πρωτάρηδων σε τελικό Λουίς Ενρίκε και Μαξ Αλέγκρι!

Το ποδόσφαιρο έχει στις σελίδες ιστορίας του γραμμές από ματς που περιμέναμε μεγάλα, αλλά ποτέ δεν ανταπέδωσαν τις προσδοκίες, αλλά που τα θυμόμαστε ακριβώς για αυτό τον λόγο: ήταν ανάμεσα σε ομάδες με βαριές φανέλες που σε κρατάνε σε εγρήγορση. Υπόσχονται πολλά, αλλά δεν ξέρεις τι θα σου δώσουν.

Μήπως ξεχνάμε πως ακόμη και οι μεγαλύτερες ομάδες στις οποίες αναφερόμαστε στις νίκες τους, υπήρξαν αρκετά κυνικές; Ο Αγιαξ του Τόταλ Φούτμπολ δεν κλείδωσε το ματς από νωρίς με τη Γιουβέντους και κράτησε απλά το 1-0 το 1973; Η Λίβερπουλ του Νταλγκλίς δεν πρόσεξε υπέρ του δέοντος τα νώτα της το '78 με την Μπριζ; Η Μίλαν δεν έβαλε ένα γκολ στη μοναδική της επίθεση απέναντι στην Μπενφίκα το 1990; Η Μπάγερν πώς κέρδισε τη Σεντ Ετιέν και τη Λιντς Γιουνάιτεντ στη δεκαετία του '70; Ποιο σημαντικό είναι το ταξίδι παρά ο προορισμός σε αυτές τις περιπτώσεις. Πολλά υπόσχονται συνήθως οι φιναλίστ, αλλά το κόστος της ήττας είναι κάτι που δεν το αντέχουν, άρα ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Η Γιούβε επιστρέφει μετά από 12 χρόνια σε έναν τελικό, ενώ η Μπάρτσα από το 2011 και γενικά από το 1992 και έπειτα κερδίζει όλες τις φορές που βρίσκεται σε φινάλε! Πρόβλεψη; Μάλλον θα πάω πάσο. Ναι, πιστεύω πως η ποιότητα των παικτών του Ενρίκε θα βρει την άκρη, αλλά έχω εκτεθεί εδώ και καιρό εξηγώντας γιατί (αν και δεν είμαι οπαδός της) πιστεύω πως αν το κατακτήσει η Γιουβέντους θα είναι καλό για το ίδιο το άθλημα! Θα είναι κρίμα να μη γίνει πάντως ένα ματς που θα το θυμόμαστε για χρόνια και το οποίο θα επιβεβαιώνει πως το τρόπαιο των ονείρων παραμένει αυτό που μας κάνει να ονειρευόμαστε με ανοιχτά τα μάτια!

Πηγή: SportFM.gr