"Ήταν μια πολύ όμορφη εκδήλωση, λιτή, χωρίς πολλές φανφάρες. Το κλίμα ήταν σαφώς συγκινητικό για όλους όσους αγαπάνε το μπάσκετ, αλλά και γενικότερα τον ελληνικό αθλητισμό, το 1987 είναι ημερομηνία ορόσημο", σχολίασε αρχικά ο Μιχάλης Κακιούζης στον SportDog και συμπλήρωσε: "Υπήρχαν στην εκδήλωση σπουδαίοι αθλητές, προπονητές, άνθρωποι του μπάσκετ. Ήταν όλοι εκεί".

Είναι γεγονός, πάντως, ότι από την εκδήλωση απουσίαζαν δύο σπουδαίες φυσιογνωμίες, που έχουν ταυτιστεί με τις επιτυχίες τού ελληνικού μπάσκετ και ουσιαστικά ήταν εκείνοι που σύστησαν το άθλημα στο ευρύ κοινό: ο Νίκος Γκάλης και ο Παναγιώτης Γιαννάκης.

Ο Μιχάλης Κακιούζης δεν θέλησε να δώσει συνέχεια στο συγκεκριμένο ζήτημα και αρκέστηκε να σχολιάσει: "Ο καθένας έχει τους λόγους του για ό,τι κάνει, προφανώς θα είχαν τους δικούς τους και αποφάσισαν να μην έρθουν. Θεωρώ όμως ότι σε τέτοια εκδήλωση θα ήταν καλό να έμπαιναν όλα στην άκρη".

"Δε θα υπήρχε Κακιούζης, γι' αυτό φορούσα το 15"

Θα υπήρχαν οι θρίαμβοι του ελληνικού μπάσκετ από τα μέσα της δεκαετίας του '90 και μετά, με τη δημιουργία σπουδαίων ομάδων στην Ελλάδα, με την έλευση κορυφαίων αθλητών στα ελληνικά παρκέ, την κατάκτηση της Ευρωλίγκας συνολικά 9 φορές από Ολυμπιακό και Παναθηναϊκό, αλλά και με τις σπουδαίες επιτυχίες τής Εθνικής ομάδας, αν δεν υπήρχε η επιτυχία του 1987;

Θα υπήρχε Κακιούζης, Σπανούλης, Διαμαντίδης, Αντετοκούνμπο, αν δεν υπήρχε εκείνη η επιτυχία;

"Για τους υπόλοιπους δεν μπορώ να μιλήσω με βεβαιότητα, αλλά δεδομένα δεν θα υπήρχε Κακιούζης. Το '87 ήταν ο λόγος που άρχισα να παίζω μπάσκετ, ήταν πρότυπο για εμένα όλοι αυτοί, πολύ περισσότερο σε μία εποχή που δεν υπήρχε από άλλα Μέσα πρόσβαση για να βλέπουμε πώς παίζουν, να μαθαίνουμε νέα κ.λπ. Ήταν πολύ σημαντικό αυτό που πέτυχαν για όλη τη χώρα. Πήρα μία μπάλα και έφτιαχνα αυτοσχέδιες μπασκέτες για να προπονούμαι. Αγαπημένος παίκτης μου ήταν ο Φάνης (σ.σ. Χριστοδούλου) και γι' αυτό σε όλη την καριέρα μου επέλεξα να φοράω τον αριθμό 15 στην πλάτη".