Θέλησαν να αποδείξουν ότι μπορούσαν να δοκιμάσουν τις αντοχές τους σε ένα μουσικό είδος που προφανώς ξεπερνούσε τις δυνάμεις τους. Το εγχείρημα ανέλαβε ο οργανίστας του συγκροτήματος Τζον Λορντ, ένας μουσικός με κλασσική πιανιστική παιδεία.
Το αποτέλεσμα ήταν η σύνθεση «Κοντσέρτο για ροκ γκρουπ και ορχήστρα», που παρουσιάσθηκε και ηχογραφήθηκε ζωντανά στις 15 Σεπτεμβρίου του 1969 στο Royal Albert Hall του Λονδίνου. Τους Deep Purple εκείνο το βράδυ συνόδευε η Βασιλική Φιλαρμονική Ορχήστρα του Λονδίνου, υπό τη διεύθυνση του Μάλκολμ Άρνολντ.
Το έργο αγνοήθηκε από τους φανς του συγκροτήματος και λοιδωρήθηκε από τους κλασσικόβιους. Από πλευράς φόρμας είναι κάτι μεταξύ κοντσέρτο γκρόσο, συμφωνίας κοντσερτάντε και κοντσέρτου για ορχήστρα. Οι επιρροές του ανιχνεύονται στις μουσικές των Ραχμάνινοφ, Σιμπέλιους, Μάλερ και στα κινηματογραφικά σάουντρακ των Φραντς Γουάξμαν και Ντμίτρι Τιόμκιν. Αποτελείται από τρία μέρη:
Α. Moderato-Allegro
Β. Andante
Γ. Vivace-Presto
Στη διαδρομή του χρόνου, το συμφωνικό αυτό έργο των Deep Purple ξεχάστηκε. Ίσως να οφείλεται και στην απώλεια της παρτιτούρας, μετά από μια εκτέλεση του στο Λος Άντζελες.
Τριάντα χρόνια μετά, ο ολλανδός συνθέτης Μάρκο Ντε Χούι ανασυνέθεσε την παρτιτούρα και στις 25 Σεπτεμβρίου οι Deep Purple ανέβηκαν και πάλι στη σκηνή του Ρόγιαλ Αλμπερτ Χολ για να το παρουσιάσουν σε ένα νεώτερο κοινό. Αυτή τη φορά τούς συνόδευσε η Συμφωνική Ορχήστρα του Λονδίνου, υπό τη διεύθυνση του Πολ Μαν. Έκτοτε, το έργο γνωρίζει μια νέα άνθηση και έχει παρουσιαστεί αρκετές φορές.
ΠΗΓΗ: Sansimera.gr