Και πρέπει να ξεκαθαρίσω ορισμένα δεδομένα, πριν καταθέσω την – αυστηρώς και περιοριστικώς – προσωπική άποψή μου.

Πρώτον. Η διοίκηση έχει και δικαίωμα και δίκαιο να μη θέλει να λάβει αποφάσεις για το θέμα της τεχνικής ηγεσίας εν θερμώ. Ας τις λάβει όποτε κρίνει απαραίτητο ή ας μην τις λάβει. Δική της αρμοδιότητα.

Δεύτερον. Ούτε εγώ, ούτε κανείς άλλος του δικού μου χώρου είμαι και είναι επαΐων και – απλώς – σπεύδω να καταθέσω μία γνώμη, την οποία – ας μην κρυβόμαστε – έχει σχηματίσει μεγάλη μερίδα φίλων της ομάδας από την μέχρι τώρα διαδρομή της.

Τρίτον. Το αγωνιστικό υλικό του φετινού Ηρακλή συγκροτήθηκε υπό το κράτος πολλαπλών παλινδρομήσεων αγωνιστικής προοπτικής (δεν μπορεί κανείς να κακίσει διοίκηση και τεχνική ηγεσία για αυτό, σε απόλυτο βαθμό) μιας και την μια μέρα ήταν στην Football League και την άλλη στην Football League 2.Οπότε (επίσης ας μην κρυβόμαστε) δημιουργήθηκε μια ομάδα, της οποίας το ελληνικό δυναμικό είναι επιπέδου, που προσεγγίζει πιο πολύ τη λογική της παρακάτω κατηγορίας, ενώ, κατά βάση, στην προοπτική της πλήρους αγωνιστικής ένταξης των ξένων εναπετέθησαν οι ελπίδες για ποιοτική αναβάθμιση και πορεία ανόδου στη Super League. Την αλήθεια να λέμε…

Με αυτά ως δεδομένα, λοιπόν, οφείλω να σημειώσω, αυτό, που ακούω από το βράδυ της αναμέτρησης του Πανθεσσαλικού και συμφωνώ πλήρως: ο Γιώργος Στράντζαλης αντιμετωπίζει φοβικά το αγωνιστικό υλικό, που καλείται να διαχειριστεί, χωρίς να μετρά σε επίπεδο αγωνιστικής ανάλυσης τους αντιπάλους. Τόσο η κακή ποιότητα της Παναχαϊκής, όσο και της Νίκης Βόλου εξέθεσαν τη φοβικότητα του Έλληνα τεχνικού. Ο οποίος με πανομοιότυπο τρόπο «διάβασε» και τις δύο αναμετρήσεις, αλλά – εκ συμπτώσεων – την «πλήρωσε» μόνο στη δεύτερη.

Τρεις αμυντικοί μέσοι, ο φορ στην αριστερή πτέρυγα, ο μπαλαντέρ απομονωμένος στην επίθεση, μπροστά από το χώρο, από τον οποίο έπρεπε να δημιουργηθεί το παιχνίδι, με συνέπεια μια κάκιστη εμφάνιση, μηδέν ευκαιρίες, διαρκής παθητικός ρόλος, κενά στην άμυνα, που δεν είχε υποστήριξη από την μεσαία γραμμή και χαμένο ένα πολύτιμο ημίχρονο, όσον αφορά τη φυσική αντοχή του Κριβόκαπιτς, που είναι παίκτης – κλειδί για τη λειτουργία του φετινού Ημίθεου. Στο δεύτερο μέρος, κατά το οποίο ο προπονητής επιχείρησε την «εκλογίκευση» της αγωνιστικής τακτικής του, ήταν αργά. Ο 34χρονος Μαυροβούνιος, χωρίς προετοιμασία και με συνεχείς αγώνες δεν είχε αντοχές, ενώ ο «καλός» φουνταριστός του Γιώργου Στράντζαλη, Νέστωρ Στεφανίδης, είχε ήδη «μπουκώσει» παλεύοντας για ένα ημίχρονο στην γραμμή του πλαγίου…

Κι αν πάμε και σε λεπτομέρειες, ναι συμφωνώ, ότι το να συνεχίσεις να δέχεσαι «φθηνά» γκολ από στατικές φάσεις καταδεικνύει έλλειψη προπονησιακής εκπαίδευσης, ιδίως τη στιγμή κατά την οποία γνωρίζεις ότι στην εστία βρίσκεται ένας τερματοφύλακας ικανός κάτω από τα δοκάρια του, αλλά σε καμία περίπτωση (και λόγω σωματοδομής) δεν είναι εκείνος, που θα ανακουφίζει μονίμως την άμυνα «αρπάζοντας» τις ψηλές μπάλες στις παράλληλες σέντρες…

Συνεπώς, το γεγονός ότι ο Γιώργος Στράντζαλης – προφανέστατα – δεν είναι… γοητευμένος από το υλικό, που έχει στην διάθεσή του, δεν τον νομιμοποιεί να διαλύει το αγωνιστικό σύνολο, καθοδηγώντας το με φιλοσοφία απόλυτης παθητικότητας άνευ λόγου και αιτίας. Πρόκειται για αγωνιστική φιλοσοφία αποτυχίας, που δεν αρμόζει στον Ηρακλή και στις βλέψεις του και η οποία πρέπει άμεσα να αλλάξει. Ή αυτή ή ο προπονητής…

Πηγή: bluearena.gr