Η «καούρα» του Λεονάρντο Ζαρντίμ με την προσθήκη του Χουάν Πάμπλο Πίνο στην ομάδα, είναι να ισοσκελίσει την ανάπτυξη από τα άκρα. Να «ευθυγραμμίσει» την επιθετική δραστηριότητα του Ολυμπιακού από τις πτέρυγες, που στον πρώτο γύρο έγερνε μονόπαντα.
Οι «ερυθρόλευκοι» διαθέτουν ένα αριστερό φτερό «φισέκι», που αποτελεί και το δυνατό τους όπλο, με Χολέβα και Αμπντούν να… φυσάνε επί μακρόν, διανύοντας και οι δύο παρατεταμένη δαιμονισμένη φόρμα, σε αντίθεση με το απέναντι άκρο τους, το οποίο δεν είχε ούτε κατά διάνοια ανάλογη δραστηριότητα.
Η εξήγηση είναι απλούστατη: Καθαρό εξτρέμ σαν τον Αλγερινό δεν έπαιξε ουσιαστικά ποτέ από δεξιά, καθώς ο Μασάντο κυρίως, αλλά και ο Φουστέρ ο οποίος σε πολλά παιχνίδια χρησιμοποιήθηκε εκεί, δεν είναι οι εκφραστές αυτής της θέσης. Ο ποδοσφαιρικός ρόλος, τόσο του Πορτογάλου όσο και του Ισπανού, δεν έχει σχέση με τον φυσικό τους. Μέσοι, κλασικοί, είναι και οι δύο.
Κατά συνθήκη ανοίγονται στο άκρο της 11άδας και όσο κι αν επέμεινε ο Ζαρντίμ, όσο κι αν το παλεύουν οι ίδιοι, δεν πρόκειται να φέρουν εις πέρας την αποστολή που τους αναθέτει ο προπονητής τους.
Γιατί τους λείπουν τα βασικότερα από το στυλ τους, που είναι και τα κύρια ατού του ακραίου κυνηγού: Οι ρήξεις από τα πλάγια με διείσδυση και πάτημα περιοχής, αλλά και η εκρηκτικότητα, το σπριντ, η ταχύτητα.
Στο πρόσωπο του Πίνο ο Ολυμπιακός μπορεί κάλλιστα να «βρει» τον… Αμπντούν της δεξιάς πτέρυγας, να «ξυπνήσει» το άκρο του, να του δώσει οντότητα και ισχύ. Και για τους πολύ αισιόδοξους, ίσως και να αναβίωναν μαγικές στιγμές της εποχής Γκαλέτι!
Ο Κολομβιανός είναι θαυμάσιος επιθετικός, «κομμένος και ραμμένος» για εξτρέμ. Αυτό που οι Εγγλέζοι αποκαλούν rightwinger.
Αναπτύσσεται πολύ γρήγορα με τη μπάλα στα πόδια και χωρίς αυτήν, έχει σπάνια έκρηξη στο παιχνίδι του, ντριμπλαδόρος και μπουκαδόρος, χαρακτηρισμένος σε κάθε κίνηση από μεγάλη εμπιστοσύνη στα πόδια και τις δυνατότητες του.
Για όσους δεν έτυχε να τον παρακολουθήσετε, ιδού το… youtube! Σερφάρετε λίγο (ένα κάρο βιντεάκια του υπάρχουν) και θα «πάρετε μυρουδιά» περί τίνος παίκτη πρόκειται. Στο Ρέντη μιλάνε καιρό με τα καλύτερα λόγια για δαύτον.
Η αβεβαιότητα για τον Κολομβιανό και το μικρό καλάθι που κρατάνε στον Πειραιά – γι’ αυτό άλλωστε δοκιμάζεται καιρό και θα αποκτηθεί με καλοκαιρινή optionγια τη συνέχεια – αφορά σε δύο τομείς:
Α) Στην ευπάθεια ή όχι των ποδιών του, αν δηλαδή είναι επιρρεπής σε τραυματισμούς και κατά πόσο έχει «υγιάνει» από τον τελευταίο ειδικά που τον έχει αφήσει κάπου ενάμιση χρόνο χωρίς παιχνίδια (άλλο θέμα επίσης κι αυτό με την έλλειψη αγώνων για την ανάκτηση φόρμας).
Β) Στην προσαρμοστικότητα του χαρακτήρα του, καθώς έχει στην… καμπούρα του κάποια ράμματα συμπεριφοράς «τρελοκομείου».
Υπερπροσπάθεια
Σχετικά με τις «αμφιβολίες Β» της ερυθρόλευκης διοίκησης, το ρίσκο μειώνεται για τον Ολυμπιακό με το προσωρινό, εξάμηνο «κοντράτο» και βλέπουμε για παρακάτω. Στη λογική που όλα πήγαν κατ’ ευχή, δύο χειμώνες πριν, με την περίπτωση Τζεμπούρ.
Όση ιδιορρυθμία κι αν έχει μέσα του ο Πίνο, ευελπιστούν στην πλατεία Αλεξάνδρας ότι θα… φρονιμέψει. Ότι θα κατανοήσει – όπως ο Ραφίκ – ότι τα περιθώρια καριέρας έχουν στενέψει επικίνδυνα και πως δεν μπορεί πια να «παίζει» με τον εαυτό του και το μέλλον του.
Ο παίκτης πάντως μέσα από τις συναναστροφές και την παρουσία του στις αθλητικές εγκαταστάσεις των πρωταθλητών δείχνει ότι δεν σκοπεύει να πετάξει στον φαληρικό όρμο τη χρυσή ευκαιρία που του προσφέρει ο Ολυμπιακός.
Προσπαθεί από την πρώτη μέρα στην Ελλάδα να βελτιωθεί αισθητά, καθώς ήταν πολύ πίσω από αντοχές και φυσική κατάσταση. Δούλεψε με το τεχνικό επιτελείο και η πρόοδός του, όπως βεβαιώνουν από το Ρέντη, ήταν θεαματική!
Όσο για το ζήτημα των τραυματισμών και – σε δεύτερο χρόνο - του διαστήματος που θα απαιτηθεί για να επανέλθει αγωνιστικά ο Κολομβιανός («αμφιβολίες Α»), αυτό πια, θα είναι και ένα παιχνίδι της τύχης. Το «στοίχημα» της μεταγραφής…
Θυμίζω ότι ο γεννημένος στις 30/3/1987 Κολομβιανός άσος είχε μια εξαιρετική τριετία στην Μονακό (2007-10) – όταν και πρωτοκλήθηκε στην Εθνική ομάδα των Ανδρών, έχοντας παίξει και νωρίτερα στην U-21 - στο πρώτο ευρωπαϊκό «πέταγμα» της καριέρας του και ύστερα (για τις αιτίες που αναπτύχθηκαν παραπάνω) άρχισε η «περιήγηση» σε Βέλγιο (Σαρλερουά), Τουρκία (Γαλατά), Σαουδική Αραβία (Αλ Νασρ), χώρες όπου δεν έμελε να στεριώσει πάνω από ένα χρόνο.