Γίνεται μεγάλη κουβέντα για το αν αυτή η Μπαρτσελόνα είναι η καλύτερη ομάδα όλων των εποχών. Εχω ξαναγράψει πως δεν είναι εύκολο να μπει σε ζυγαριά αφού μιλάμε για διαφορετικές συνθήκες, άλλες εποχές και φυσικά υποκειμενικά κριτήρια. Ωστόσο αυτό που δεν τίθεται σε αμφισβήτηση είναι η τακτική πληρότητα αυτής της ομάδας. Γιατί όλοι στέκονται στο προφανές, την ικανότητα με την μπάλα στα πόδια παραβλέποντας την αληθινή δύναμη αυτής της ομάδας.
Όποιος δει ματς της Μπάρτσα μέσα στο γήπεδο, μπορεί να το αντιληφθεί καλύτερα, αφού ο τηλεοπτικός φακός δεν αποδίδει πάντα την σωστή εικόνα. Ο τρόπος που κλείνει χώρους, που πιέζει σωστά από πλευράς τακτικής που οι γραμμές της έρχονται σε ισορροπία και μαζεύονται μόλις χάσει την μπάλα για να μπορέσει να απλωθεί και πάλι, για να «δαγκώσει» τον αντίπαλο σαν τον σκορπιό, είναι εικόνες που έρχονται από το παρελθόν και από την ολλανδική σχολή της δεκαετίας που άλλαξε το ποδόσφαιρο όπως το ξέραμε.
Αλλά και υπενθύμισε τα λόγια ενός άλλου μεγάλου στα θέματα τακτικής (που η ψυχροπολεμική εποχή της δεκαετίας του 60 και του 70 δεν βοήθησε στο να γίνει πιο γνωστή η συμβολή του σε αυτή την μετάλλαξη) του Βαλερί Λομπανόφσκι, ο οποίος έβαλε τα μαθηματικά στο ποδόσφαιρο δημιουργώντας την ομάδα μοντέλο της Ντιναμό Κιέβου. Ο Λομπανόφσκι μίλησε πρώτος για την μεθοδολογία της ενδεκάδας. Επέμενε πως σε ένα ματς κάθε παίκτης είναι υποχρεωμένος να κάνει τεχνικές και τακτικές κινήσεις.
Οι τεχνικές είναι οι εύκολες για το μάτι του οπαδού. Κάνεις τριάντα καλές ενέργειες και κάποιος εντυπωσιάζεται. Οφείλεις όμως να κάνεις και τριάντα τακτικές για να έρθει το παιχνίδι σε ισορροπία. Αλλιώς η δουλειά της ενδεκάδας πάει περίπατο. Ο Λομπανόφσκι επέτρεπε σε κάποιον χαρισματικό όπως ο Ολεγκ Μπλαχίν να κάνει περισσότερες τεχνικές ενέργειες από τακτικές αλλά μόνο αν είχε κάποιον άλλο που θα έκανε περισσότερες τακτικές από τεχνικές για να φέρνει τα πράγματα στα ίσα.
Αυτή η Μπαρτσελόνα πέραν της ασταμάτητης κυκλοφορίας της μπάλας, κάνει σχεδόν τέλεια αυτή την μεθοδολογία. Κάθε παίκτης είναι τόσο χρήσιμος τακτικά όσο και τεχνικά. Ακόμη και ο σούπερ σταρ που λέγεται Λιονέλ Μέσι, δεν υπάρχει στιγμή που περπατά στο γήπεδο. Εχει τη δική του συνεισφορά όχι μόνο στο επιθετικό κομμάτι, όπου δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός για να αντιληφθεί τη σημασία του, αλλά και ανασταλτικά. Και φυσικά δεν μπορεί στην περίπτωση της Μπαρτσελόνα να είναι άσχετη ή συμπτωματική αυτή η τακτική αγωνιστική αρτιότητα με το ότι στην ενδεκάδα του αγώνα με την Ρεάλ υπήρχαν οκτώ παίκτες που έχουν βγει από τις ακαδημίες της!
Συνολικά 14 παίκτες στους 18 που ήταν στην αποστολή προέρχονται από την Masia και αυτό βοηθάει φυσικά τον όποιον προπονητή να κάνει την δουλειά του. Ο Γκουαρντιόλα που προερχόταν και αυτός αγωνιστικά από τις ακαδημίες και ήταν τεχνικός της δεύτερης ομάδας πριν πάρει τα ηνία, παίζει σπουδαίο ρόλο σε αυτή την νοοτροπία. Η Masia άνοιξε τις πύλες της το 1976, αλλά ήταν πνευματικό τέκνο του αείμνηστου Ρίνους Μίχελς, ο οποίος αναλαμβάνοντας το 1971 την Μπάρτσα έμεινε άφωνος μόλις πληροφορήθηκε πως ένας τόσο μεγάλος σύλλογος ουσιαστικά δεν είχε εξειδικευμένο φυτώριο. Το σχεδίασε και πέντε χρόνια μετά, οι ακαδημίες όπως λειτουργούν ακόμη και σήμερα ξεκίνησαν δίνοντας την ευκαιρία σε δεκάδες παιδιά να κάνουν καριέρα.
Ο Μίχελς από την πρώτη μέρα, έβαλε τις προδιαγραφές του πως θα έπρεπε να μαθαίνουν ποδόσφαιρο οι πιτσιρικάδες. Με βάση το τόταλ φούτμπολ των Ολλανδών, το παιχνίδι απαιτεί συνεχή κίνηση του παίκτη με και κυρίως χωρίς την μπάλα. Ταυτόχρονα σε αντίθεση με τους λατινοαμερικάνους, η ολλανδική σχολή πιστεύει πως η τακτική παρουσία οφείλει να υπερτερεί της τεχνικής. Και κυρίως το κλειδί παραμένει όχι μόνο στο πως μία ομάδα πρέπει να κινείται στον χώρο και να πρεσάρει ψηλά, αλλά να μπορεί σε αντίθετη περίπτωση αν πρεσάρεται να μπορεί να ξεπεράσει αυτό το στάδιο και βγάλει την μπάλα καλά από την άμυνα της , δημιουργώντας αριθμητική υπεροχή.
«Το πρέσινγκ δεν είναι να τρέχεις χωρίς λόγο ούτε να δουλεύεις σκληρά στο γήπεδο» επέμενε ο Αρίγκο Σάκι δημιουργώντας την ομάδα μοντέλο της Μίλαν πριν δύο δεκαετίες, βασισμένος στο ολλανδικό μοντέλο και αυτός. «Το ποδόσφαιρο γίνεται απλό όταν κοντρολάρεις χώρο. Κάνεις τον αντίπαλο να αισθάνεται ευάλωτος όταν συνειδητοποιήσει πως δεν μπορεί να αναπτυχτεί όπως έχει μάθει», υποστήριζε ο Ιταλός τεχνικός.
Ο κόσμος έχει μάθει να αναγνωρίζει το προφανές, δηλαδή το λεγόμενο πρέσινγκ ψηλά, με τον επιθετικό να πιέζει συνέχεια τους μπακ. Είναι εύκολο στο μάτι να το καταλάβεις και πολλοί προπονητές το ζητάνε γιατί τους κάνει αρεστούς στην κερκίδα. «Κοίτα πως πρεσάρει η ομάδα, μπράβο στον προπονητή» σκέφτεται ο οπαδός και πολλές φορές και οι ίδιοι οι παίκτες. Το γεγονός πως αν ελευθερωθεί η μπάλα από την πίεση και μία ομάδα έχει την ικανότητα με μία κάθετη πάσα να σου εξουδετερώσει τους πέντε που πρεσάρουν ψηλά, τότε τι κάνεις; Τρέχεις και δεν φτάνεις. Και τότε αν ο δεξιός ή ο αριστερός σου μπακ δεν είναι στην θέση τους, κάποιος θα πρέπει να βγει στα άκρα και να καλύψει δημιουργώντας αυτό που ο Ζοσέ Μουρίνιο έχει αποκαλέσει ανισορροπία στον τρόπο άμυνας μίας ομάδας.
Αν παρατηρήσει κανείς προσεκτικά τον τρόπο παιχνιδιού της Μπαρτσελόνα, αυτό που την διαφοροποιεί είναι πως προσπαθούν οι παίκτες της να μην κάνουν δεύτερη επαφή με την μπάλα, γιατί αυτό δίνει ευκαιρία στον αντίπαλο να σε μαρκάρει. Όταν ο (παλιός αρχηγός της Λίβερπουλ) Γκρέιαμ Σούνες παρατήρησε το 2006 πως ο τρόπος παιχνιδιού της Μπάρτσα ουσιαστικά αφαιρεί από τον αντίπαλο το όπλο του τάκλιν κάποιοι γέλασαν. Αποδείχτηκε πως είχε απόλυτο δίκιο αφού όλο και λιγότεροι αντίπαλοι το δοκιμάζουν με την Μπάρτσελόνα (ή την εθνική Ισπανίας τα τελευταία χρόνια) επειδή αν πέσεις στο έδαφος σε βγάζουν εκτός φάσης, με τις συνεχείς πάσες κερδίζοντας αριθμητική υπεροχή.
Σε τελική ανάλυση αυτό το στυλ παιχνιδιού που έχει αναρίθμητους φίλους πιθανότατα έχει και ενάντιους. Εκείνο που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από οποιονδήποτε καταλαβαίνει από ποδόσφαιρο, είναι πως τακτικά αυτή η Μπάρτσελόνα θα έκανε υπερήφανο τον εμπνευστή αυτού του τρόπου παιχνιδιού. Τον Ρίνους Μίχελς, που οραματίστηκε κάποτε, φέρνοντας μαζί και τους απόστολους του τον Κρόιφ και τον Νέεσκενς στο Καμπ Νόου την μετεξέλιξη του ολλανδικού ονείρου σε καταλανικό φόντο.
Πηγή: aixmi.gr