Η αναμφισβήτητα κορυφαία ομάδα του πλανήτη τα τελευταία 3 χρόνια, κέρδισε άλλον έναν τίτλο από την αρχή κιόλας της χρονιάς. Αναλύσεις επί αναλύσεων έχουν γίνει για το πώς παίζει εντός των τεσσάρων γραμμών. Εγώ θα ασχοληθώ και με το πώς παίζει εκτός γηπέδων στους τρομακτικά πολυπληθείς οπαδούς της, δίνοντας έμφαση σε αυτούς που βρίσκονται εν Ελλάδι.

Θα ξεκινήσω αυτοβιογραφικά, με μια περιπετειώδη μέρα πέρυσι τον Απρίλιο. Θυμάμαι ότι ήταν η μέρα των πρώτων προημιτελικών του Τσάμπιονς Λίγκ ( τσάμπιο λί για τους άνω των 60)! Ήθελα να δω την αγαπημένη μου Μάντσεστερ που έπαιζε κόντρα στην Τσέλσι. Ο άλλος αγώνας ήταν Μπαρτσελόνα-Σαχτάρ. Πήγα, λοιπόν, σε μια καφετέρια για να δω τον αγγλικό αυτό “εμφύλιο”, θεωρώντας δεδομένο ότι όλοι θα έδειχναν αυτόν τον κατά γενική ομολογία πιο ενδιαφέροντα αγώνα( σε σχέση με το άνισο Μπαρτσελόνα-Σαχτάρ). Τι το ήθελα; η Μπαρτσελόνα με έπιασε από το λαιμό, όπως ακριβώς κάνει με όλους τους αντιπάλους της. Όλοι, μα όλοι, έδειχναν τον δικό της αγώνα. Δεν θα ξεχάσω και ένα περιστατικό που συνέβη εκείνη την ημέρα και που αποτέλεσε την αρχή μιας σειράς γεγονότων που με έφτασαν στο να γράψω σήμερα αυτό το άρθρο.

Η Μπαρτσελόνα στο δεύτερο λεπτό κάνει την πρώτη της επίθεση προς την εστία της Σαχτάρ. Ο Τσάβι κάνει πάσα δύο μέτρων προς την άμυνα (σαν αυτές που κάνει ο Δέλλας) και ο Πικέ προσπαθεί να αλλάξει παιχνίδι λανθασμένα. Η μπάλα περνάει 2-3 μέτρα πάνω από το κεφάλι του Ντάνι Άλβες και καταλήγει πλάγιο. Και στις δύο περιπτώσεις, ακούω από το πίσω τραπέζι ένα “πωπωωωω” από αυτά που δηλώνουν θαυμασμό. Λέω: “Λάθος θα κάνω. Δεν μπορεί να πηγαίνει στο παιχνίδι, θα πέρασε καμιά κοπέλα που τα είχε πετάξει όλα έξω”. Μετά από δύο λεπτά τη μπάλα παίρνει ο Μέσι που προσπαθεί να αποτυχημένα να ντριμπλάρει έναν από τους αντιπάλους αμυντικούς. Πάλι “πωπωωωωω” από πίσω. Γυρνάω, λοιπόν, με απορημένο ύφος (έμοιαζε με αυτό που όλοι έχουμε δει ότι έχουν οι πενηντάρηδες όταν κάνουν όπισθεν παρκάροντας). Βλέπω μια παρέα από τρείς πενηντάρηδες να κοιτούν αφοσιωμένοι την οθόνη. Η Μπαρτσελόνα είναι τόσο εμπορικά επιτυχημένη που, ακόμα και αν δεν κάνει τίποτα, κερδίζει τον θαυμασμό. Αυτό δεν ισχύει μόνο για τα εντός των γηπέδων και δεν γίνεται μόνο με τα κόλπα των αστεριών της.

Ποτέ δεν συμπάθησα την εμπορικοποίηση της “επανάστασης”, ποτέ δεν μου άρεσαν τα πορτοφόλια με τον Τσε Γκεβάρα και γι’αυτό ποτέ δεν συμπάθησα τη Μπαρτσελόνα. Άλλωστε, αυτή η “επανάσταση” σε ένα politically correct μείγμα με τη φιλανθρωπία είναι από τα βασικά αίτια της εμπορικής της επιτυχίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό με τη Unicef. H Mπαρτσελόνα κρατούσε καθαρή τη φανέλα της από χορηγούς και άλλους σκοτεινούς μηχανισμούς. Το άλλαξε αυτό βάζοντας στη φανέλα τη Unicef και δίνοντάς της 5 εκατομμύρια ευρώ. Όλοι είπαν χίλια μπράβο. Μαζί τους και εγώ, με μία προϋπόθεση όμως! Να μην έβαζαν το όνομα στη φανέλα και να μην έβγαζαν ανακοινώσεις Τύπου. Με αυτόν τον τρόπο τα 5 εκατομμύρια που δίνουν, τα παίρνουν πίσω και στο διπλάσιο. Μην αναφέρω ότι φέτος με το που έσκασε η καλή πρόταση από τη Qatar Foundation, η Unicef πήγε στα οπίσθια του Μέσι.

To γνωστό “mes que un club” που προωθούν δεν είναι ψέμα. Η Μπαρτσελόνα είναι τόσο πολύ ποδοσφαιρικό κλάμπ του 20ου αιώνα που καταντάει να είναι κάτι παραπάνω από αυτό. Είναι η εκπροσώπηση της μόδας στο χώρο του ποδοσφαίρου, είναι η εκπροσώπηση του πιο στυγνού καπιταλισμού, εκείνου που έχει politically correct χαρακτήρα, είναι η κυριακάτικη επανάσταση του καταπιεσμένου(;) Kαταλανού ενάντια στο Καστιγιάνικο κατεστημένο. Η Ρεάλ έχει πάρει το ρόλο του άγριου μπροστά στα “γατάκια” της Μπαρτσελόνα και παίρνει και αυτή λίγη από την εμπορική λάμψη της αντιπάλου της. Ο Μπουσκέτς δεν τιμωρήθηκε για τη ρατσιστική συμπεριφορά στον Μαρτσέλο, όλοι οι παίκτες της Μπαρτσελόνα πέταγαν πιπεριές στο τέλος του τελευταίου αγώνα του πρωταθλήματος συμβολίζοντας το καταλανικό “amb dos pebrots” που σημαίνει “με δύο πιπεριές” και έχει σαφή υπονοούμενα. Και; Στην κόντρα αυτή η Μπαρτσελόνα έχει πάρει το ρόλο του καλού οπότε ό,τι και να κάνει της δικαιολογείται από την UEFA και από τους πολυπληθείς και συνήθως νεοπαγείς οπαδούς της.

Οι ομοιότητες με τα κινούμενα σχέδια των “καλών” και των “κακών” που γέμιζαν τις παιδικές μας ημέρες, είναι εμφανείς. Το θέαμα που προσφέρεται σε κάθε επίπεδο (ενδογηπεδικό ή εξωγηπεδικό) εντυπωσιακό, ακόμα και για τους οπαδούς του αγγλικού ή του ιταλικού πρωταθλήματος. Το ποδόσφαιρο βρήκε καινούργιους πρωταγωνιστές μετά από εκείνους της Ρεάλ και της Μάντσεστερ των αρχών της προηγούμενης δεκαετίας. Τα λεφτά; Απλά ξαναγεμίζουν τα ταμεία…

*Ο Νίκος Σταματίνης είναι φοιτητής στη Φιλοσοφική Σχολή της Αθήνας.

Πηγή: aixmi.gr