Το παιχνίδι είχε πολλές ομοιότητες με εκείνα που κάναμε στα γήπεδα της Πορτογαλίας το 2004. Σαν να μην άλλαξε τίποτα, σαν να κοουτσάριζε ακόμα ο Όττο Ρεχάγκελ. Όχι το σχόλιο δεν γίνεται για να υποτιμηθεί η μεθοδική και επίμονη δουλειά του Φερνάντο Σάντος. Γίνεται γιατί ο τρόπος του παιχνιδιού θύμισε πολύ όσα βλέπαμε στα γήπεδα της Πορτογαλίας.

Με μια ουσιώδη διαφορά: Η εθνική είχε στο πλευρό της τριάντα χιλιάδες φίλους της που παρά τα παρατράγουδα στην αρχή τη βοήθησαν όσο μπορούσαν. Κυρίως όμως με την προσέλευσή τους στο γήπεδο έδειξαν ότι εξακολουθούν να την αγαπούν, να την στηρίζουν να την βγάζουν έξω από το κάδρο της μιζέριας, της θλίψης και της απόγνωσης για όσα συμβαίνουν στον τόπο μας γιατί η εθνική ομάδα του ποδοσφαίρου εξακολουθεί να συμβολίζει την άλλη Ελλάδα αυτή που μάχεται, που μοιάζει να γονατίζει αλλά τις περισσότερες φορές μένει όρθια, νικά.

Αυτή η Ελλάδα εμφανίστηκε στο γήπεδο «Καραϊσκάκη». Παίκτες μαχητές ακόμα και όταν η αγωνιστική υπεροπλία των Κροατών έδινε την εντύπωση πως η εξέλιξη στο ματς θα είναι αρνητική. Ο συγκινητικός Γιώργος Καραγκούνης ο απροσπέλαστος Σωκράτης Παπασταθόπουλος ο μαχητής Δημήτρης Σαλπιγγίδης έδειχναν ότι αυτή η ομάδα δεν πρόκειται να καταθέσει τα όπλα. Θα περιφρουρήσει την άμυνά της και όταν της δοθεί η ευκαιρία θα σηκώσει ανάστημα και θα κάνει ζημιά. Οπως και έγινε με τα δύο κόρνερ του Καραγκούνη και τα γκολ του Σαμαρά και του Γκέκα. Εγινε όπως και τότε.

Ο δρόμος άνοιξε και μόνο μια αυτοκτονία στην Τιφλίδα μπορεί να μας αφήσει μακριά από την ποδοσφαιρική γιορτή του καλοκαιριού. Τώρα βέβαια έτσι όπως έβλεπα από ψηλά τον κόουτς της εθνικής τον περνούσα για τον Οτο Ρεχάγκελ. Μέσα σε τέτοια συγκίνηση γίνονται και λάθη...

Πηγή: sport-fm.gr