Αναλυτικά οι δηλώσεις του στην «Εσπρέσο»:

- Ανδρέα, «χτίζεις» παλάτια στα όνειρά σου ή πατάς στα πόδια σου;

«Αυτό που θέλω είναι να μην αλλάξω καθόλου και προσπαθώ από την ημέρα που πήρα μεταγραφή στον Ολυμπιακό να είμαι ο ίδιος. Θέλω να έχω μια ήρεμη και ωραία ζωή και εννοείται ότι όλοι οι στόχοι μου είναι γύρω από το ποδόσφαιρο. Αυτά είναι τα δικά μου παλάτια».

- Μέσα σε ένα καλοκαίρι είχες μεταγραφή στον Ολυμπιακό και πρώτη κλήση στην Εθνική. Σε αυτές τις περιπτώσεις ποιο είναι το… φάρμακο για να μην παίρνουν τα μυαλά αέρα;

«Το φάρμακο είναι να δουλεύεις σκληρά και να μην επαναπαύεσαι. Γιατί μπορεί ο Ολυμπιακός να με δώσει δανεικό ή να μην κληθώ πάλι στην Εθνική. Αρα, δεν υπάρχει κανένας λόγος για να πάρω αέρα, αντίθετα, χρειάζεται να είμαι ακόμη περισσότερο προσγειωμένος».

- Σε ποιον άνθρωπο θα έλεγες ότι χρωστάς την ποδοσφαιρική ύπαρξή σου;

«Ο Βασίλης Βούζας με στήριξε πάρα πολύ. Με είχε βρει σε ένα τουρνουά 5x5 στο Ρίο, με πήρε στο Χαϊδάρι και μετά στον Ατρόμητο. Αλλά και στον τωρινό μου προπονητή, τον κύριο Δώνη, ο οποίος στα τρία χρόνια που είμαστε μαζί μου έμαθε πολλά. Και σίγουρα, ο μάνατζέρ μου Κίμων Κοκορόγιαννης, που με στηρίζει εννέα χρόνια και η σχέση μαζί του είναι τώρα περισσότερο φιλική».

- Ποια είναι η καλύτερη συμβουλή που έχεις δεχθεί και προσπαθείς να την τηρείς;

«Να μείνεις αυτός που είσαι, να μην αλλάξεις και να παραμείνεις χαμηλών τόνων. Μερικές φορές, σαν κάθε νέο παιδί, μπορεί να ξεφεύγεις, αλλά γρήγορα πρέπει να γυρίζεις πίσω».

- Θα ήθελες να ήσουν ήδη στον Ολυμπιακό ή είσαι ικανοποιημένος με αυτό που ζεις στο Περιστέρι;

«Κοιτάξτε, ο Ολυμπιακός είναι το μέλλον μου και ο Ατρόμητος η οικογένειά μου. Είμαι πολύ ευχαριστημένος που πήρα μεταγραφή στον Ολυμπιακό και θα δουλέψω σκληρά για να δικαιώσω τους ανθρώπους που με επέλεξαν. Οσον αφορά τον Ατρόμητο, είμαι πολύ δεμένος μαζί του. Ολα τα παιδιά είμαστε σαν μια οικογένεια και αυτό το στοιχείο υπάρχει από την πρώτη στιγμή που πήγα στην ομάδα το 2008, άσχετα αν έχουν περάσει πολλοί παίκτες».

- Το έχεις σκεφθεί ότι μπορεί τον Ιανουάριο να σε πάρουν τηλέφωνο και να σου πουν έλα στον Ολυμπιακό;

«Αυτό εξαρτάται από τη δική μου απόδοση. Δεν θέλω να το σκέφτομαι και προσπαθώ να αφοσιωθώ στις υποχρεώσεις μου στον Ατρόμητο. Από την άλλη πλευρά όμως, έχω αυτοπεποίθηση και εμπιστοσύνη στις ικανότητές μου».

- Στην Εθνική πήρες μια πρώτη γεύση μέσα από τις εμφανίσεις σου στον Ατρόμητο. Πηγαίνοντας στον Ολυμπιακό προσδοκάς σε νέες ευκαιρίες. Κάνεις όνειρα ότι μπορεί να πάρεις μέρος στο Μουντιάλ του 2014 στη Βραζιλία;

«Η πρώτη μου κλήση στην Εθνική ήταν μια πολύ καλή στιγμή για μένα και με έκανε ευτυχισμένο. Η εθνική ομάδα αποτελεί όνειρο για κάθε ποδοσφαιριστή και ειδικά νέο. Και επιπλέον, ποιος δεν θέλει να πάει να παίξει σε Μουντιάλ; Για να συμβεί όμως αυτό, πρέπει να πάρω αρκετές ευκαιρίες ακόμη».

- Ποια στοιχεία θέλεις να βελτιώσεις στο παιχνίδι σου;

«Τα τελειώματα των φάσεων. Πρέπει να απειλώ περισσότερο την αντίπαλη εστία και να γίνω ακόμη πιο γρήγορος στη σκέψη μου. Ολα νομίζω είναι θέμα μυαλού».

- Σε αγχώνει το γεγονός ότι σε κάθε παιχνίδι σε παρακολουθεί άνθρωπος του Ολυμπιακού;

«Ναι, με αγχώνει, αλλά δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να αποτελέσει δικαιολογία. Ξέρω πως πρέπει να αποδείξω κάποια πράγματα και ότι μπορώ να αντεπεξέλθω στις απαιτήσεις ενός τόσου μεγάλου σωματείου».

- Το καλοκαίρι αλλάζεις περιβάλλον. Από μια μεσαία ομάδα πηγαίνεις σε μια μεγάλη. Είσαι έτοιμος γι’ αυτό το μεγάλο βήμα;

«Νιώθω έτοιμος. Το κεφάλι κάτω και σκληρή δουλειά».

- Εχεις παραδεχθεί ότι μετάνιωσες που δεν τελείωσες το σχολείο...

«Πράγματι. Ηθελα να πάω Λύκειο αλλά, δυστυχώς, από την ηλικία των δεκατεσσάρων ετών βρέθηκα μόνος μου στην Τρίπολη, γιατί ήμουν στις ακαδημίες του Αστέρα. Ηταν δύσκολη κατάσταση, έχανα μαθήματα λόγω κρύου και μόλις ολοκλήρωσα την Γ’ Γυμνασίου αφοσιώθηκα στο ποδόσφαιρο. Μακάρι, κάποια στιγμή να μπορέσω να το συνδυάσω και να τελειώσω το σχολείο».

- Ποιος είναι ο παιδικός σου ήρωας;

«Ο Ζινεντίν Ζιντάν. Είχα αφίσες του στο δωμάτιό μου και ήθελα να του μοιάσω. Μεγάλος ποδοσφαιριστής».

- Πώς ήταν τα παιδικά σου χρόνια;

«Σε ηλικία ενός έτους πήγαμε με την οικογένειά μου στη Ζάκυνθο. Δύσκολα χρόνια αλλά πολύ ευχάριστα. Μπάλα στην πλατεία, θάλασσα και ανεμελιά. Ο πατέραςμου, ο Μιλτιάδης, στην οικοδομή, η μητέρα μου στο σπίτι να προσέχει εμένα και την αδελφή μου τη Χριστίνα, που έχει σπουδάσει κομμωτική και με την οποία τώρα ζούμε μαζί στην Αθήνα».

- Το μικρόβιο της μπάλας σε ποια ηλικία το «κόλλησες;»

«Ημουν δεν ήμουν επτά ετών. Μόνος μου το ζήτησα από τους γονείς μου και πήγα στην ακαδημία του Ζακυνθιακού».

- Παιδί ήσουν άτακτος, σπασίκλας ή μάλαμα;

«Και άτακτος αλλά και ήρεμος. Σε γενικές γραμμές, θεωρώ ότι παραμένω ήρεμος από εκείνα τα χρόνια».

- Ποιο ήταν το πρώτο σου παράπτωμα που έκρυψες από τους γονείς σου;

«Οι κοπάνες που έκανα από τα σχολείο και δεν τους το έλεγα, γιατί φοβόμουν και δεν ήξερα τις συνέπειες».

- Πού σου αρέσει να χαλάς χρήματα;

«Μου αρέσουν τα ρούχα. Στο ντύσιμο, δηλαδή. Αυτή είναι η σπατάλη μου, άμα μπορείς να την πεις έτσι».

- Κολλητούς φίλους που μπορείς να εμπιστεύεσαι τα πάντα έχεις ή κρατάς κάποια πράγματα για τον εαυτό σου;

«Εχω πέντε έξι φίλους εντός κι εκτός ποδοσφαίρου, με τους οποίους μπορώ να πω πολλά. Οι κολλητοί μου από το ποδόσφαιρο είναι ο Μαρσέλο Ολιβέιρα και ο Κάρλος Μασάρα, οι οποίοι όμως δεν είναι συμπαίκτες μου. Φέτος στον Ατρόμητο έχω καλή «χημεία» με τον Γιαννούλη, αν και είναι λίγο διάστημα στην ομάδα».

- Τα επόμενα δέκα χρόνια πώς φαντάζεσαι τον εαυτό σου;

«Να έχω μια ήρεμη ζωή και θέλω να αλλάξει η κατάσταση στη χώρα μας, γιατί δεν της αξίζει αυτό που της συμβαίνει τώρα. Και μια οικογένεια. Ηρεμα πράγματα. Στο ποδόσφαιρο δεν με ενδιαφέρει άμα θα είμαι στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό. Εκείνο που θα ήθελα είναι να αποκτήσω μια καλή και δυνατή προσωπικότητα ως ποδοσφαιριστής».