Γράφει ο Δημήτρης Δραγώγιας...
Ενα πρωτάθλημα τριάντα αγωνιστικών, όμως, είναι τόσο σύντομο όσο ένα τσιγάρο δρόμος. Οταν ο πρωταθλητής κρίνεται στις τέσσερις με πέντε ήττες, κάθε βαθμολογική απώλεια κοστίζει. Και όταν διανύεις σχεδόν τα 2/3 του πρωταθλήματος δεν νομιμοποιείσαι να λες ότι δεν τρέχει τίποτα με μια ήττα. Υπό αυτήν την έννοια, η χθεσινή αγωνιστική ισοδυναμούσε με μισό πρωτάθλημα. Και η ήττα του Ολυμπιακού από την Ξάνθη μετράει… διπλή.
Στο ερώτημα αν ο Ολυμπιακός ή ο Παναθηναϊκός είναι η καταλληλότερη ομάδα να κατακτήσει το πρωτάθλημα, η απάντηση είναι απλή αλλά θα δοθεί στο τέλος του. Εκείνος που θα το κατακτήσει θα είναι και ο πιο κατάλληλος. Πέρα από τη βαρετή όσο και αποπροσανατολιστική συζήτηση περί εύνοιας, διαιτησίας κ.λπ. και οι δυο ομάδες που ξεχωρίζουν ως επικρατέστερες διεκδικήτριες του τίτλου, έχουν τρωτά και δυνατά σημεία. Το ερώτημα είναι αν στη χειρότερη κατάστασή της μια ομάδα διαθέτει τον τρόπο να ξεπερνά χωρίς σημαντικές απώλειες τα παιχνίδια που συνήθως κρίνουν τίτλους.
Το χθεσινό παιχνίδι στην Ξάνθη, για παράδειγμα, αποδείχθηκε καταστροφικό για τον Ολυμπιακό. Σε ένα ματς που αγωνιζόταν χωρίς Τζιμπούρ, Μιραλάς δεν έβαλε γκολ. Σέντερ φορ έπαιζε ο Πάντελιτς που προερχόταν από τραυματισμό. Οι ποδοσφαιριστές αισθάνονται ένα βάρος και μια πίεση την οποία δύσκολα αντέχουν. Τους το έλεγαν. Μετά τον αγώνα με τη Δόξα, το εμπέδωσαν με τις φωνές και το πρόστιμο που τους έβαλε ο Μαρινάκης.
Από χθες το βιώνουν και στα social media.
Κατά περίεργο τρόπο, το κοινό του Ολυμπιακού ζητά από τον δημοσιογραφικό κόσμο να γράψει την «αλήθεια». Οπου, συνήθως σε ανάλογες περιπτώσεις, η «αλήθεια» είναι αυτή που δεν ήθελε το ίδιο κοινό να γραφεί στην εποχή της παντοκρατορίας του Ολυμπιακού. Η αλήθεια, λένε, είναι μία αλλά όχι στη δημοσιογραφία. Εκεί υπάρχει το στοιχείο της υποκειμενικής ματιάς.
Για παράδειγμα, δεν θέλει ιδιαίτερη νοημοσύνη να καταλάβεις ότι το ρόστερ του Ολυμπιακού από την αρχή της περιόδου, είναι πληρέστερο όλων των υπολοίπων ομάδων τίτλου – μηδέ και του Παναθηναϊκού εξαιρουμένου. Ο Ολυμπιακός, χωρίς Μιραλάς και Τζιμπούρ έχει τον Πάντελιτς στη θέση του σέντερ φορ. Τέταρτος είναι ο Ντιόγκο. Ο Παναθηναϊκός, χωρίς τον Λέτο, είναι αναγκασμένος να παίξει με τον Τοτσέ. Δεν είναι το ίδιο. Η βασική ενδεκάδα του Παναθηναϊκού είναι ανταγωνιστική και μπορεί να νικήσει οποιαδήποτε ομάδα στην καλή ημέρα της. Υστερα από εκεί, όμως, το χάος.
Ο Ολυμπιακός διαθέτει διπλό ρόστερ που μπορεί να κατακτήσει το πρωτάθλημα. Αλλά στην συγκυρία αυτή, ο Παναθηναϊκός έχει ένα πλεονέκτημα. Τον αποκλεισμό του από την Ευρώπη. Ακόμα και τον αποκλεισμό του από την προημιτελική φάση του Κυπέλλου. Με τα ισχύοντα οικονομικά δεδομένα, οι διπλοί αγώνες κάθε εβδομάδα με φτωχό ρόστερ θα ισοδυναμούσαν με καταστροφή. Οχι μόνο αγωνιστικά αλλά και ψυχολογικά. Οπως άλλωστε αποδείχθηκε για τη φετινή ΑΕΚ, η ευρωπαϊκή συμμετοχή της οποίας ήταν υπερ-πολυτέλεια.
Το δεύτερο πλεονέκτημα του Παναθηναϊκού σε σχέση με τον Ολυμπιακό είναι το ελεύθερο ποδόσφαιρο που παίζουν οι παίκτες του. Ο Φερέιρα το γνωρίζει και τους αφήνει να ξεδιπλώνουν τις αρετές τους για όσο διάστημα αντέχουν τα πόδια τους και το… φιλότιμό τους. Οσο νιώθουν ανεπηρέαστοι από την παρατεταμένη διοικητική αστάθεια, θα αποδίδουν το μάξιμουμ των δυνατοτήτων τους. Το ταβάνι τους μπορεί να μην είναι ανακτορικό, αλλά πάντως αρκεί για να τους δώσει τον τίτλο του πρωταθλητή.
Ενας χαμένος βαθμός για τον Παναθηναϊκό τώρα πια δεν προξενεί εκπλήξεις, δεν απογοητεύει κανέναν. Αντίθετα σε μια πλήρη και υπερπροστατευτική ομάδα όπως τον Ολυμπιακό, ακόμα και μια ήττα από την εξαιρετική (και αήττητη για δέκα παιχνίδια) Ξάνθη, μοιάζει με ωστικό κύμα βόμβας ναπάλμ. Και όσες δηλώσεις μετριοπάθειας του Βαλβέρδε απλώς θα ενισχύσουν την οργή του κοινού του, το οποίο χρόνια τώρα έμαθε να ζητά τίποτα λιγότερο από την αυτονόητη για εκείνους κατάκτηση του πρωταθλήματος. Μόνο που τώρα πια η εποχή του αυτονόητου παρήλθε ανεπιστρεπτί. Τίποτε δεν είναι δεδομένο…
Πηγή: Εξέδρα