Aναλυτικά το άρθρο του:

Η πιο φημισμένη περίπτωση ενός ποδοσφαιριστή με ικανότητα να αποδίδει σε διαφορετικές θέσεις είναι του Αρι Χάαν. Μάλιστα, ενώ άρχισε ως μέσος, εξελίχτηκε σε αμυντικό και τελείωσε την καριέρα του ως κρυφός επιθετικός και μάλιστα με επιτυχία! Ο Ολλανδός (που πέρασε από τη χώρα μας ως προπονητής στον ΠΑΟΚ και ελάχιστα από τον Πανηλειακό) ξεκίνησε στον Αγιαξ ως μέσος, αλλά ήταν τόσο πλήρης που αγωνίστηκε δεξιός μπακ, στόπερ, λίμπερο (στην εθνική Ολλανδίας όταν τραυματίστηκε ο Χουλσόφ πριν από το Μουντιάλ του 1974), αμυντικός μέσος, επιτελικός μέσος και αριστερό χαφ στην Αντερλεχτ! Στο τέλος της καριέρας του, σε δύο άκρως παραγωγικά χρόνια με τη Σταντάρ Λιέγης, όταν οι Βαλόνοι κατέκτησαν δύο νταμπλ και έφτασαν στον τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων το 1982, ο Χάαν έπαιζε ακόμα και ως δεύτερος κυνηγός. Ειδικά στην Ευρώπη, και με 12 γκολ σε 65 ματς, όλα καθοριστικά, έκανε κάτι που όμοιό του δεν υπήρξε. Ο Στέφαν Κόβατς, ο αείμνηστος Ρουμάνος τεχνικός που διαδέχτηκε τον Μίχελς και οδήγησε τον Αγιαξ στην κατάκτηση οκτώ τίτλων μέσα σε δύο σεζόν από το καλοκαίρι του 1971 έως τον Μάιο του 1973, έπλεκε πάντα το εγκώμιο του Χάαν. «Ηταν ο πληρέστερος και πιο αναγκαίος ποδοσφαιριστής που είδαν ποτέ τα μάτια μου», τόνιζε.

Κι όμως, αυτός ο άνθρωπος που έκανε καριέρα ως πολυεργαλείο διαφωνούσε με το να αλλάζεις συχνά θέση στους παίκτες. Εκτός αν είναι απαραίτητο. «Κανείς δεν γίνεται καλύτερος αλλάζοντάς τον θέση. Μπορεί η ομάδα να κερδίζει από αυτό, αλλά αν ήμουν ξανά ποδοσφαιριστής θα ειδικευόμουν σε μία θέση και θα προσπαθούσα να γίνω απαραίτητος εκεί», μου έλεγε ένα βράδυ. Του είπα πως διαφωνώ, επειδή η δική του παρουσία διαχρονικά εκτιμάται το ίδιο σημαντική με εκείνη του Κρόιφ, του Ρέζενμπρινκ, του Νέεσκενς και του Ρεπ στην ιστορία των «οράνιε» ακριβώς επειδή η ικανότητά του να προσαρμόζεται σε διαφορετικούς ρόλους τον μετέτρεπε σε πολυτέλεια για οποιαδήποτε ομάδα. «Δεν λέω όχι, αλλά είδες τι λες για τον Νέεσκενς; Πως ήταν απαραίτητος. Γιατί έπαιζε μόνο ως αμυντικός μέσος, αλλάζοντας όμως για πάντα τον ρόλο από αυτό που ξέραμε. Κι εγώ σε μία θέση θα μπορούσα να κάνω το ίδιο».

Η διαφωνία μας σε αυτό το θέμα ένα βράδυ κράτησε ώρες. Αλλά επί της ουσίας μπορώ να καταλάβω το σκεπτικό του. Δεν μπορείς να ζητάς από έναν παίκτη να κάνει πολλά και διαφορετικά πράγματα όταν έχει βρει μία θέση. Ή όταν σε μία θέση δείχνει να σου είναι πραγματική αποκάλυψη, συνεπώς και απαραίτητος.

Ολος αυτός ο πρόλογος έχει να κάνει με το λάθος (κατά την ταπεινή μου άποψη) που κάνουν στον Ολυμπιακό με τον Κέβιν Μιραλάς. Ο νεαρός Βέλγος ήρθε στην Ελλάδα με κάποιες μέτριες χρονιές στη Σεντ Ετιέν, αγωνιζόμενος στα άκρα. Η εικόνα που είχαμε όλοι μας ήταν ενός γρήγορου παίκτη με την μπάλα στα πόδια, χωρίς κάτι το ιδιαίτερο. Και ξαφνικά με τη χρησιμοποίησή του στην κορυφή, ο Μιραλάς έβγαλε μία εικόνα που ξάφνιαζε. Δυνατός, με ικανότητα στην επίθεση στον άξονα, με δυνατά πόδια και έφεση στο γκολ. Για περίπου δύο μήνες ο Βέλγος ήταν ο κορυφαίος του Ολυμπιακού, ενώ τα γκολ του ήταν εντυπωσιακά. Και ξαφνικά ο Βαλβέρδε άρχισε να τον χρησιμοποιεί στα άκρα, είτε αριστερά είτε δεξιά ή πίσω από τον φορ. Σε καμία από αυτές τις θέσεις δεν έδειξε την ίδια ικανότητα, ούτε την ίδια διάθεση. Και το δεύτερο είναι συνάρτηση του πρώτου. Ο Μιραλάς δεν καταφέρνει ως ακραίος να αποδώσει τα ίδια με την κορυφή, οπότε μοιραία επηρεάζεται και η διάθεσή του.

Στον Ολυμπιακό, με τα χρόνια, έχουν κάνει κι άλλο ανάλογο λάθος, χρησιμοποιώντας τον Τοροσίδη σε διαφορετικές θέσεις, κάτι που έκανε ακόμα χειρότερο η ανεξήγητη εμμονή του Ρεχάγκελ να τον βάζει ως αριστερό μπακ στην Εθνική ομάδα. Επειδή ο Τοροσίδης έχει εξαιρετικά ποδοσφαιρικά στοιχεία, κατάφερε για το καλό του συνόλου να αποδώσει ικανοποιητικά σε όλες τις θέσεις που έπαιξε, αλλά αυτό δεν αλλοιώνει το βασικό συμπέρασμα. Που δεν είναι άλλο από το ότι θα ήταν πολύ καλύτερος αν είχε βρει μία θέση (πιθανώς του δεξιού χαφ) στην οποία θα έκανε και μεγάλη καριέρα και στο εξωτερικό. Το να τον αλλάζεις διαρκώς για το καλό της ομάδας είναι κατανοητό, αλλά καθόλου καλό για τον ίδιο.

Ακριβώς αυτό συμβαίνει με τον Μιραλάς, που η όλη εικόνα του στην Τούμπα ήταν ενός ανθρώπου φανερά δυσαρεστημένου με τη θέση και τον ρόλο του. Και όσο κι αν γράφεται κατά κόρον πως οι επαγγελματίες παίκτες οφείλουν να δίνουν το 100% όπου τους ζητηθεί μέσα στο γήπεδο από τον προπονητή, μη λησμονούμε πως είναι πάντα μεγάλα παιδιά που διασκεδάζουν ή ξενερώνουν μέσα από το παιχνίδι. Και ειδικά για μία ομάδα όπως ο Ολυμπιακός, που έχει λύσεις ακόμα κι αν έχει απουσίες (και ας μην είναι το ίδιο ποιοτικές με τις πρώτες επιλογές), το να μη στηρίζει σ' ένα ρόλο κάποιον που αποδείχτηκε η αποκάλυψη του πρώτου γύρου είναι λάθος, πιθανώς με ανυπολόγιστες συνέπειες.

ΠΗΓΗ: sport-fm.gr