Ο Μαστρομανέλος ήταν από τους πρώτους στη γειτονιά που είχαν μυριστεί το ύποπτο νταραβέρι του Δεμπασκαλά με τη Νίτσα, τη γυναίκα του Μήτσου του Μαμούα, του δεύτερου χειρότερου τερματοφύλακα στην ιστορία (ο πρώτος δεν ήταν ο Κοστάντσο, αλλά ο αναπληρωματικός του Μήτσου, ο Αντωνάκης του Τζολιομή).
Γι΄ αυτό όταν πέρναγε από τον καφενέ του Μπάφα, όπου εργαζόταν ο Δεμπασκαλάς πριν γίνει ο ίδιος ιδιοκτήτης, του έριχνε βολές με υπονοούμενα. «Πήγα στον οφθαλμίατρο και ξέρεις τι μου είπε; Πώς βλέπω κι αυτά που δεν πρέπει», έλεγε ο Μαστρομανέλος του Δεμπασκαλά, ο οποίος τον πρώτο καιρό, ανυποψίαστος καθώς ήταν, του απαντούσε τηρώντας την παράδοση που ο ίδιος είχε δημιουργήσει: «Δεν πας καλά».
Όταν, όμως, ο Μαστρομανέλος, σε κάθε του επίσκεψη στον καφενέ, ερχόταν ...κατευθείαν από τον οφθαλμίατρο, ο Δεμπασκαλάς το έπιασε το μήνυμα. «Και τι βλέπεις, μάστορα;», τον ρώτησε κάποια στιγμή κατά την οποία συνέβη το απίθανο και κόλλησε τέσσερις λέξεις στη σειρά, χωρίς καμία από αυτές να είναι «δεν», «πας» και «καλά». Ο Μαστρομανέλος δεν αποκάλυψε τι βλέπει, μόνο αρκέστηκε να απαντήσει σιβυλλικά: «Αυτά που δεν πρέπει. Είπα». Αφού είπε, η κουβέντα έληξε.
Διαβάστε όλο την ιστορία στο gazzetta.gr