Από τη φρίκη του ΟΑΚΑ το Σαββατόβραδο, 24 ώρες μετά, στα (πρώιμα) επινίκεια του Αγρινίου. Ετσι πάει, με το ποδόσφαιρο. Για καθεμιά απογοήτευση, αποστροφή, ξενέρωμα, πάντοτε θα ξεφυτρώνει στον ορίζοντα μία καινούργια πηγή να αντλεί κανείς δύναμη, κουράγια, να ανανεώνονται κουρασμένα κύτταρα.
Ο Παναιτωλικός, χάρη στην επιμονή του (δυσεύρετου στο ελληνικό περιβάλλον) αφεντικού του, έγινε ένα ωφέλιμο δείγμα. Οτι εκεί που υπάρχει το πρόγραμμα και η προοπτική, ακριβώς εκεί είναι που δεν βρίσκει χώρο, οπότε περιττεύει, η εύκολη δικαιολογία. Το παρασκήνιο, η συνωμοσία, το ένα, το άλλο.
Για όλα αυτά, ισχύει εκείνο που είχε πει κάποτε ο Γιάννης Ιωαννίδης όταν ο Ολυμπιακός «του» ακόμη ερχόταν. Το πιο πολύ που μπορεί να συμβεί, είναι να μας καθυστερήσουν. Να μας σταματήσουν, αποκλείεται. Ο Παναιτωλικός, όσο καθυστέρησε, καθυστέρησε. Στο τέλος, δεν γινόταν να μην έλθει. Δεν γινόταν, διότι ολοφάνερα το πράγμα ερχόταν «από μακριά». Θυμάμαι πως, με το θάρρος μιας προσωπικής σχέσης (που, πλέον, είναι και οικογενειακή) κοντά είκοσι ετών, το έλεγα στον Μπάμπη Τεννέ, ότι εκεί πέρα κάτι γίνεται, κάτι πάει να γεννηθεί, από την εποχή της Γ’ Εθνικής.
Δίσταζε, ο φίλος μου, τότε. Αλλά αυτόν τον χειμώνα, κάλλιο αργά που λένε, «ταίριαξε» και πήγε. Και προσυπογράφει, τώρα, άλλη μία («μισή») άνοδο ομάδας. Εκείνος, όμως, έχει πολλές τέτοιες. Τούτη δω, εξάλλου, ήταν από τις πιο εύκολες. Και δεν είναι, ο προπονητής και η αξιολόγησή του, το θέμα μας. Ας το παραπέμψουμε, το να δούμε πώς θα τα πάει, στην επόμενη περίοδο. Στα, αληθινά, δύσκολα.
Το θέμα μας είναι η κοινωνία της Αιτωλοακαρνανίας. Η ενθουσιασμένη κοινωνία που έφτασε, τη νύχτα της Κυριακής, ως το Ρίο για να προϋπαντήσει την αποστολή και «έντυσε» με τα κασκόλ της και με τις σημαίες της, ως και τα περιπολικά που έκαναν τη βάρδιά τους! Περισσότερο από το αναφαίρετο δικαίωμα των Παναιτωλικών να ονειρεύονται το οτιδήποτε, το πρακτικό «χρέος» τους είναι να μην ξεχάσουν ποτέ τι αφήνουν πίσω. Οσο το θυμούνται, τόσο θα αργήσουν να το... ξαναζήσουν.
Την Κυριακή πήγαν και έπαιξαν σε έναν χώρο-κληρονομιά των Ολυμπιακών Αγώνων όπου αλλού είχε χόρτο, αλλού χώμα, αλλού λάσπη, και ο παρατηρητής ακουμπούσε τα πράγματά του σε ένα ετοιμόρροπο τραπεζάκι, εάν δε ήθελε να καθήσει, αναλάμβανε το ρίσκο να σπάσει η άσπρη «κουτσή» πλαστική καρέκλα. Πράγματα πολύ πιο απλά, να κοιτάξει κανείς πώς διορθώνονται, από το να κυνηγάς την άπιαστη σκιά της διαφθοράς που επικαλύπτει αυτό το πρωτάθλημα...
Αυτή η χαρούμενη κοινωνία φωνάζει το κλασικό «ε-ρ-χ-ό-μ-α-σ-τ-ε». Οπωσδήποτε όχι κάτι το πρωτότυπο, όλοι απ’ άκρου εις άκρον της χώρας (όταν νιώθουν ότι φτάνουν στον προθάλαμο ή κι ακόμη πιο κοντά) το ίδιο λένε. Να γίνω, λοιπόν, ο κακός και να τους πω ότι, και που έρχονται, κανείς δεν έχει τρομάξει. Είναι κάτι το σπουδαίο γι’ αυτούς, και κάτι το προφανώς αδιάφορο για όλους τους υπόλοιπους.
Η διαχείριση της εύλογης και δίκαιης χαράς θέλει ταπεινότητα. Οτι «έρχονται», δεν σημαίνει ότι θα πάρουν φόρα και θα... ιππεύσουν, μονομιάς, τον κόσμο όλο. Και, φυσικά, δεν σημαίνει πως από τη νέα συναναστροφή με τους μεγάλους, ή τους μικρομέγαλους της παρέας, είναι ανάγκη να πάρουν όλα τα κακά παραδείγματα.
Διότι, εφέτος, κάποια αταίριαστα «δείγματα» δεν παρέλειψαν να τα δώσουν. Μάνι-μάνι, θυμάμαι ένα στο 0-0 με την Καλλιθέα. Αυτοί που ανεβαίνουν, εναντίον των τελευταίων. Μαγκιά. Αλλά του χρόνου, στη Σούπερ Λιγκ, οι «τελευταίοι» αυτοί θα είναι. Και θα τους κακοφανεί, όταν οι «από πάνω» τους αντιμετωπίσουν με την ανάλογη μαγκιά. Πιο πολύ από συνεχιστές της μυθολογικής παράδοσης με το αυτί του Ράμμου, αξίζει να είναι οι φυσικοί προστάτες του σύγχρονου σπιτιού τους. Οπου σπίτι, όσα ο πρόεδρός τους, αυτά τα χρόνια, ξεκίνησε από το μηδέν και έφτιαξε.
Μπορούν, κιόλας, να νιώθουν τυχεροί (σε σχέση π.χ. με ό,τι τράβηξαν όλο το φθινόπωρο οι περιπλανώμενοι Κερκυραίοι) στο σπίτι τους. Μόνον οι προβολείς λείπουν, και ένας μήνας φτάνει για να μπουν, ώστε να παίξουν και τα 15 ματς του 2011-2012 σε αυτό το σπίτι. Με το καλό. Και φρόνιμα.
Γρηγορίου
Ο τίτλος του Προπονητή της Χρονιάς στη Β’ Εθνική δεν βγαίνει, ακριβώς, σε ευθεία αναλογία με τον πίνακα της βαθμολογίας. Ειδάλλως, θα ήταν «αξιωματικά» ο Βέλγος του ΠΑΣ. Προσμετράς και συνυπολογίζεις, ωστόσο, πολλά. Εννοείται πως δεν είμαι ο πιο αξιόπιστος κριτής, αφού δεν μπορεί να είναι επαρκές το δείγμα των «τηλεοπτικών» παιχνιδιών που έχω παρακολουθήσει, αλλά αν υποτεθεί πως είχα μία ψήφο, δεν θα την άφηνα λευκή. Θα την έδινα μετά χαράς, από όσα είδα, στον Μιχάλη Γρηγορίου.
Εναν σοβαρό άνθρωπο, για αρχή. Τον βλέπει η σαχλαμάρα... και φεύγει μακριά. Τον θυμάμαι από τότε που φορούσε τη φανέλα με το «5» στον Εθνικό, και από τις μικρές Εθνικές επίσης, ένας «περιορισμένος» στόπερ που ήταν αρκετά δύσκολο να φανταστεί τότε κανείς πως θα γινόταν ένας καλός προπονητής. Τα παιχνίδια της Δόξας, όμως, «διαφήμισαν» ότι κάτι αξιοπρόσεκτο πασχίζουν, υπό την καθοδήγησή του, να παίξουν. Οχι τυχαία άλλωστε, έμεινε αμετακίνητος σε μια δουλειά στην οποία, ως γνωστόν, οι προπονητές μπαινοβγαίνουν όπως μπαινοβγαίνουν οι θαμώνες από τις περιστροφικές πόρτες των μεγάλων ξενοδοχείων.
Ολο αυτό, δεν κάνει τη Δόξα εδώ και τώρα «ισότιμο ανταγωνιστή» για τον προβιβασμό, πιθανότατα η ώρα τους ακόμη δεν έχει έλθει. Αλλά, όπως και του Παναιτωλικού, θα έλθει εφόσον το συνεχίσουν στην ίδια λογική. Εδώ και τώρα, και την άδεια συμμετοχής να εξασφαλίσουν, οι Δραμινοί πάλι θα μπουν στα πλέι οφ με αισθητό χάντικαπ. Και αντιπάλους, σκληρούς. Τα Τρίκαλα, με καθόλου αμελητέα δυναμική. ‘Η τον Λεβαδειακό, για τον οποίον οφείλουμε τη σημείωση ότι, πέρα από το σωστό νοικοκυριό που επιβραβεύτηκε με την αδειοδότηση, επιπλέον τον Ιανουάριο ενίσχυσε δυναμικά το ρόστερ. Μπορεί να μη φάνηκε αυτό στο γήπεδο, στον δεύτερο γύρο. Αλλά τώρα, σε σερί ματς Κυριακή-Τετάρτη-Κυριακή, ενδέχεται να κάνει διαφορά. Εάν, δε, είναι στα πλέι οφ και ο ΟΦΗ, τότε θα ανάψουν όλες οι φλόγες. Τότε, πραγματικά, ο ήδη υψηλός συντελεστής δυσκολίας θα εκτοξευτεί.