Τραγουδάς στο αυτοσχέδιο πάλκο που έχεις φτιάξει κι ας είσαι ανάμεσα σε χιλιάδες. Τα όρια τα βάζεις εσύ και οι καταπατητές μένουν απέξω. Στις συναυλίες του Γιάννη Αγγελάκα και της εκάστοτε παρέας του (από τις θρυλικές «Τρύπες» μέχρι τους «Επισκέπτες» κι από τους «Λύκους» μέχρι το «3») είμαστε όλοι μαζί και ο καθένας μόνος του! Κάπως έτσι περιμένω εγώ τα πράγματα και στις 23,24 Μαρτίου στην Αθήνα, όταν θα ανέβει στη σκηνή με τους Ντίνο Σαδίκη, Στάθη Αραμπατζή και Χρήστο Χαρμπίλα. Κάπως έτσι τους περιμένουν και σε άλλες πόλεις της Ελλάδα, τώρα που είναι στον… δρόμο. Με νέο υλικό στα χέρια του, τη ψυχή και τη φωνή του. Τα όσα είπε στο protagon μπορούν να πείσουν τον καθένα ότι ένα βράδυ τυλιγμένο από τις μουσικές και τα λόγια του Γιάννη Αγγελάκα είναι ικανό να πυροδοτήσει εσωτερικές εντάσεις που είναι πολύ χρήσιμες τούτη την εποχή.
-Δεν μπορώ τέτοια εποχή να μην σε ρωτήσω και για άλλα πράγματα. Εκτός μουσικής…
Η μουσική μπορεί να είναι και το λιγότερο που μας απασχολεί αυτόν τον καιρό, αν κι εμένα με απασχολεί πολύ γιατί είμαστε στο στούντιο ηχογραφούμε, γράφουμε, στήνουμε, κάνουμε πρόβες, αλλά παρόλα αυτά η πραγματικότητα είναι αυτή.
- Εσείς αλλάζετε στον τρόπο που δουλεύετε και στο τι τραγούδια δουλεύετε;
Ε βέβαια, είναι δυνατόν να μην αλλάζουμε; Πάντα έτσι ήταν. Μεγαλώνουν οι εντάσεις. Σκέψου ότι πριν ξεκινήσουμε μία πρόβα γίνονται κουβέντες. Ο καθένας έχει να πει κάτι από την εμπειρία της ημέρας, τα προβλήματά του, τα χρέη του, τι θα γίνει με όλη αυτή την κατάσταση. Όλος ο κόσμος με αυτό ασχολείται πια. Έχουμε γίνει κι όλοι μας μικροί οικονομολόγοι.
- Είναι η περίοδος της οικιακής οικονομίας;
Πάντα ήμασταν σε αυτή. Δεν τα βλέπαμε ευρύτερα τα πράγματα κι αυτό ίσως είναι και το κακό. Τι ήταν η κοινωνία που διαμορφώθηκε μετά το ’85; Ο καθένας ήταν στο σπίτι του, στην κονόμα του, στα αμάξια στα δάνειά του, στα χρηματιστήριά του κατά εποχές. Στην ηλιθιότητά του γενικώς, στην ιδιώτευση. Άρα ίσα-ίσα αυτή την εποχή σπάνε λίγο οι καθρέφτες, γιατί το είδωλο δεν φαίνεται τόσο όμορφο. Έτσι αρχίζουμε και κοιτάμε λίγο γύρω-γύρω και βλέπουμε ότι δεν είμαστε οι μόνοι που ανησυχούμε και υποφέρουμε κι αυτό κάνει και καλό. Ανοίγεται και λίγο κοινωνικά ο Νεοέλληνας που είχε χαθεί μέσα στην ιδιώτευση.
- Αυτές οι συμπεριφορές οδήγησαν εδώ;
Εγώ πιστεύω ότι όλα οδηγούν σε μία κρίση. Φυσικά και οι συμπεριφορές. Θα μου πεις πάντα γκρινιάρης ήμουνα. Από την δεκαετία του ’80 δεν κάναμε τίποτε άλλο στις συνεντεύξεις από το να κριτικάρουμε την βλακεία, την νεοελληνική βλακεία, με ό,τι σημαίνει αυτό. Όλα οδηγούν σε μία κρίση, εννοείται. Μας είχαν προετοιμάσει μια χαρά, μας κάνανε νωθρούς, να νομίζουμε ότι είμαστε ευχαριστημένοι κι ότι όλα πάνε καλά. Να μην ενδιαφερόμαστε για το τι γίνεται πέρα από τη μύτη μας. Αισθητικά αυτός ο τόπος είναι ταλαιπωρημένος. Πολιτισμικά, κοινωνικά και εντάξει. Νομίζανε ότι αυτή η αίσθηση –ότι είναι χορτάτοι- θα κρατούσε για καιρό κι ότι καθένας είχε να φροντίσει τον εαυτό του κι όλα πήγαιναν καλά.
- Το πώς μας έκαναν έχει αντίκτυπο και στο πώς αντιδράει ο κόσμος τώρα;
Κοίταξε (σ.σ. εδώ γελάει και μάλλον σκέφτεται μεγαλόφωνα: «Οι σταθερές κουβέντες αυτής της εποχής, ε; Δεν μπορούμε να τις αποφύγουμε»). Ε, ναι. Δεν έχει αντίκτυπο; Εγώ θυμάμαι ότι και τα χρόνια της δικτατορίας δεν ήξερα ότι είχαμε δικτατορία. Ήμουν πιτσιρικάς, ο πατέρας μου φοβόταν να μου μιλήσει –ήταν αριστερός. Δεν ήξερα τίποτα. Εγώ τα έμαθα όλα ξαφνικά το καλοκαίρι του ’74. Τι είναι δικτατορία, τι είναι δημοκρατία. Αλλά θυμάμαι τις γειτονιές πριν. Πώς ζούσαν οι άνθρωποι, οι γονείς μου αν θέλεις. Μέσα στην ανέχειά τους είχαν ο ένας τον άλλον. Οι γειτονιές ήταν ένας ζωντανός πυρήνας. Εμείς ήμασταν πιο ξένοιαστα παιδιά, έστω κι αν δεν είχαμε ό,τι θέλαμε. Αλλά είχαμε το παιχνίδι, με τους γύρω μας ήμασταν συναισθηματικά γεμάτοι. Βλέπαμε μία άλλη κοινωνία. Μετά την μεταπολίτευση και με το ΠΑΣΟΚ κυρίως –από τότε ξεκινάει η καινούργια μας ιστορία- ξαφνικά είδα τα πάντα να διαλύονται, όλοι να κλείνονται στις πολυκατοικίες, ο καθένας να ταμπουρώνεται στην οικογένειά του. Ξαφνικά κάθε οικογένεια ήταν ένα έθνος και γύρω του είχε άλλα έθνη εχθρικά. Αποβλάκωση μπροστά στην τηλεόραση. Δεν επικοινωνούσαν καν μεταξύ τους. Την εφηβεία μας έτσι την βγάλαμε και ήταν πολύ άσχημα γιατί σαν παιδιά είχαμε ζήσει μία πιο ανθρώπινη κοινωνία. Σιγά-σιγά, μετά την μεταπολίτευση και με το πολιτικό τραγούδι κι όλα αυτά τα βαρετά πράγματα που δεν ήταν τίποτα ευτυχώς είχαμε βρει το ροκ και κάπως ξεφύγαμε σε άλλους δρόμους και άλλες σκέψεις. Τότε βέβαια οι νέοι που είχαν μακριά μαλλιά και άκουγαν ροκ, ήταν…
- Τα θυμάμαι κι εγώ… Πτωχευμένοι ή φτωχοί;
Δεν είμαι και οικονομολόγος, αλλά από ένστικτο κυρίως και το 2010 που ήταν ακόμα η αρχή της κρίσης και δεν υποψιαζόμασταν καν τι θα ακολουθήσει είχα πει καλύτερα να πτωχεύσουμε. Τότε μάλιστα κάποιοι με είχαν κατακρίνει και μου έλεγαν «τι είναι αυτά που λες;», αλλά το… μυριζόμουν ότι το πράγμα δεν θα πάει καλύτερα και θα είναι όλο και χειρότερα.
- Θα ήταν μία ευκαιρία για επανεκκίνηση;
Ναι, νομίζω. Εγώ τα είχα πει τότε και λίγο «ποιητική αδεία» και λίγο ψάχνοντας ψυχολογικά το πράγμα, αλλά τώρα υπάρχουν και οικονομολόγοι που λένε ότι αν είχαμε πτωχεύσει το ’10 θα ήταν τώρα καλύτερα τα πράγματα.
- Υπάρχουν διλήμματα τελικά; Κι εδώ θα πω και κάτι που απασχολεί κόσμο εδώ και χρόνια και αφορά ένα δίπολο που περιλαμβάνει κι εσένα μέσα. Ερώτηση συχνή για όσους ασχολούνται με την ελληνική ροκ σκηνή είναι το «Τρύπες ή Ξύλινα Σπαθιά;» λες και δεν μπορεί η απάντηση να είναι «και Τρύπες και Ξύλινα Σπαθιά». Δίλημμα ανάλογο του «Μαραντόνα ή Πελέ;»…
Εγώ είμαι Μαραντόνα βέβαια. Πολύς κόσμος άκουγε και τα δύο και τελικά δεν είναι αυτά τα σοβαρά διλήμματα. Εντάξει βέβαια, ωραία είναι και τα αισθητικά διλήμματα. Εμένα μου αρέσουν οι γρίφοι. Και πλέον όλοι λύνουμε γρίφους. Καθημερινά. Τώρα τελευταία μάλιστα όλο και περισσότερους και με μεγαλύτερη ένταση. Φαντάζομαι ότι πάρα πολλοί Έλληνες νιώθουν πολύ αμήχανοι μπροστά σε αυτά τα διλήμματα. Δεν ξέρουν προς τα πού να πάνε και τι θα γίνει. Μας έχουν… θολώσει και στην πληροφορία. Ποιος ξέρει τώρα.
- Τελευταία όλο και περισσότερο ακούω το «Σιγά μη κλάψω, σιγά μη φοβηθώ» και πολύ συχνά το βλέπω στα προφίλ ανθρώπων στα social media. Το πιστεύουν άραγε όσοι το λένε ή προσπαθούν να… ξορκίσουν το κακό και τελικά μέσα στο σπίτι του οι ίδιοι άνθρωποι και κλαίνε και φοβούνται;
Και τα δύο να συμβαίνουν, όμορφα είναι. Το «σιγά μη κλάψω» το έχουμε ακούσει και στα γήπεδα. Μαθαίνω κατά καιρούς, αν και δεν ασχολούμαι τόσο, αλλά εσύ θα το ξέρεις καλύτερα. Είχα μάθει ότι το χρησιμοποιούσαν στην κερκίδα της ΑΕΚ. Φαντάζομαι ότι είτε ξορκίζει -αυτό το τραγούδι- τον φόβο σου, είτε σου δίνει δύναμη, κάτι κάνει. Οι λέξεις άλλωστε έχουν μία δύναμη μαγική, έτσι κι αλλιώς.
- «Διάολε φύγε από μπροστά μου, μου κρύβεις τον Θεό». Είναι οι κάθε είδους μεσάζοντες ένα από τα μεγάλα προβλήματα της κοινωνίας;
Εννοείται. Εντάξει, τώρα τελευταία οι Έλληνες αρχίζουν να καταλαβαίνουν ότι οι μεσάζοντες της πατάτας είναι μεγάλο πρόβλημα, αλλά γενικώς οι μεσάζοντες είναι ένα πρόβλημα. Οι πολιτικοί παίζουν τον ρόλο να μας αποπροσανατολίσουν πολιτικά, οι παππάδες να αποπροσανατολίσουν από κάποια ειλικρινή θρησκευτικά συναισθήματα που μπορεί να νιώθει κάθε άνθρωπος μέσα του. Όλο αυτό το παιχνίδι της εξουσίας και της showbiz είναι σαν το αμπαζούρ στη λάμπα. Δεν μας αφήνει να έχουμε απευθείας επαφή με το φως. Είτε αυτό λέγεται πολιτική, είτε θρησκεία, είτε τέχνη.
- Υπάρχει ελληνικός πολιτισμός;
Σαφώς και υπάρχει και ευτυχώς που υπάρχει για να κρατηθούμε από κάτι. Μόνο που όσο πιο παλιά πας τόσο πιο μεγάλες στιγμές βρίσκεις. Πρέπει να… σκάψεις στο παρελθόν και στις απαρχές της νεοελληνικής ιστορίας. Να μη συζητήσουμε για τα τετριμμένα της αρχαιότητας. Υπάρχει νεοελληνικός πολιτισμός κι αυτός είναι άπειρα πράγματα. Μουσικά ρεύματα, φιλολογικά του μεσοπολέμου, ρεμπέτικα, η εκπληκτική δημοτική μας παράδοση, ο Χατζηδάκις, ο Θεοδωράκης με τα καλά του και τα κακά του, που παρόλα αυτά έχει δώσει πράγματα. Υπάρχουν ζωγράφοι, λογοτέχνες, φιλόσοφοι. Προς Θεού.
- Κάποιος που δεν τα έχει ανακαλύψει, πού τα βρίσκει αυτά;
Φροντίζουν, απ’ ό,τι κατάλαβα κι εγώ από το σχολείο (η παιδεία μας είναι έτσι ρυθμισμένη) να μην έχουμε ουσιαστική επαφή με τον αληθινό πλούτο του πολιτισμού μας. Αυτός ο πολιτισμός πάντα –στην υψηλή του έννοια- είχε προσανατολισμό να ανοίγει τα μυαλά των ανθρώπων, να τους ωριμάζει συναισθηματικά, νοητικά, σωματικά, πολιτικά, κοινωνικά, αλλά αυτό σημαίνει ότι δημιουργείς πολίτες αυθύπαρκτους, ελεύθερους, σκεπτόμενους. Πράγματα που τη σύγχρονη εξουσία –και επί δικτατορίας και μεταπολιτευτικά, ακόμα και μεταπολεμικά- την τρομάζουν. Δεν είναι εύκολο να προσπαθείς να κυβερνήσεις μία χώρα με έξυπνους, ευαίσθητους και διορατικούς πολίτες.
- Θα ήθελα την άποψή σου για όσα έγιναν τις προηγούμενες μέρες με τον Γιώργο Νταλάρα…
Για το «φαινόμενο Νταλάρα» από την δεκαετία του ’80, του ’90 και σε συνεντεύξεις έχουμε μιλήσει και με τον συγχωρεμένο τον Ρασούλη κάναμε κουβέντες. Είναι γνωστές οι απόψεις που είχε ο Ρασούλης. Εγώ πάντως δεν συμφωνώ μ’ αυτά. Αυτά τα γιαούρτια είναι λίγο εκτονωτικά. Δηλαδή ξαφνικά άνοιξαν τα μάτια μας και είδαμε ότι ο Νταλάρας είναι ένας καλλιτέχνης που συμφωνεί με το μνημόνιο ή «νταλαβερίζεται» με την εξουσία. Πράγματα που έκανε πάντα. Ο Νταλάρας για μένα είναι υπεύθυνος γι’ αυτό το σχέδιο καλλιτέχνη που είναι λίγο απ’ όλα. Είναι λίγο επιχειρηματίας, λίγο πολιτικός, δημοσιοσχεσίτης. «ΝταλαροΠανταζιστάν» ονόμαζε την Ελλάδα ο Ρασούλης. Αυτό το μείγμα. Η αισθητική του είναι κάτι που για μένα είναι εχθρικό για το λαϊκό μας τραγούδι. Αυτά είναι πιο σημαντικά. Τώρα, αν είπε ότι συμφωνεί με το μνημόνιο ή όχι, γιατί να πας και να του πετάξεις γιαούρτια. Θα προτιμούσα να μην πατούσε κανένας να τον ακούσει. Αυτό θα ήταν μία κίνηση περισσότερο συνειδητή. Τώρα όλα συμβαίνουν σε ένα επίπεδο εκτόνωσης. Οκ, μπορεί να έχουν την πλάκα τους αλλά δεν με ενθουσιάζουν.
- Ποιο στοιχείο της φύσης είσαι; Εμένα μου έρχεται το βουνό στο μυαλό όταν σε ακούω να τραγουδάς…
Εμένα μου αρέσει η φύση γενικά. Περνώ μεγάλο μέρος του χρόνου μου στη φύση. Είτε είναι βουνά αυτά, είτε θάλασσα. Γι’ αυτό λατρεύω την Κρήτη. Τα έχει και τα δύο. Μπορείς από τα ψηλά βουνά, τα βράχια ή τα απότομα χαράκια και να βλέπεις πέρα το Λιβυκό.
- Τη θάλασσα τη θέλεις ήρεμη ή φουρτουνιασμένη;
Όπως και να είναι έχει τη δική της γοητεία. Όλες οι φάσεις της με ενδιαφέρουν. Κάθε μία έχει τη δική της γοητεία.
- Ανατρέχεις καθόλου στο παρελθόν σου;
Ναι, καμιά φορά. Αλλά όχι με νοσταλγικό και γραφικό τρόπο. Οι μνήμες μπορούν να δουλεύουν δημιουργικά για το τώρα. Για το παρόν.
- Είσαι σε μία συναυλία που μόλις έχει τελειώσει. Πότε λες ότι πέτυχε; Έχει να κάνει με τον κόσμο ή με άλλα πράγματα;
Μπα, όχι. Πολλές φορές έχει τελειώσει μία συναυλία που ο κόσμος έχει περάσει ωραία κι εγώ νιώθω ότι δεν έγινε αυτό που ήθελα να γίνει, δεν δόθηκε αυτό που ήθελα να δοθεί. Κι υπάρχουν άλλες φορές που ο κόσμος δείχνει λιγότερο –αν θες- ενθουσιασμό και φεύγω γεμάτος γιατί πιστεύω ότι αυτό που ήθελα κάνω πάνω στο πάλκο, αυτό που ήθελα να συμβεί, είχε συμβεί. Και βέβαια οι μαγικές στιγμές, που κι αυτές δεν είναι λίγες, όπου συμβαίνουν και τα δύο: Και ο κόσμος είναι ευχαριστημένος κι εγώ νιώθω ότι έγινε κάτι που άξιζε τον κόπο και δεν χάσαμε τον χρόνο μας.
- Τώρα που είσαι και πάλι στον δρόμο για συναυλίες, ποιον Αγγελάκα θα δούμε;
Είμαστε στο στούντιο, ετοιμάζουμε καινούργια κομμάτια και μερικά από αυτά θα τα παίζουμε στις συναυλίες. Στο σχήμα υπάρχει ένας ακόμα μέλος –παλιός συνεργάτης- ο οποίος δεν υπήρχε στο «3», ο Χρήστος ο Χαρμπίλας . Έχει διαμορφωθεί ένας καινούριος ήχος, μερικά νέα κομμάτια, καινούριες αγωνίες. Πάντα κάτι άλλο γίνεται, έτσι κι αλλιώς.
- Υπάρχει συνεργασία που σε έχει σημαδέψει; Γιατί έχεις κάνει αρκετά πράγματα και διαφορετικά. Οι «Τρύπες», οι «Επισκέπτες», το «3», τώρα κάτι νέο…
Οι «Τρύπες» ήταν μία πολύ μεγάλη ιστορία για έναν άνθρωπο που ξεκινάει ουσιαστικά από την προ-εφηβεία και φτάνει μέχρι τα 40 του έχοντας ζήσει όλη αυτή την ιστορία με τις «Τρύπες». Ήταν κάτι που με καθόρισε, μου έδωσε ορμή, μου έδωσε γνώση. Πέρασα εκπληκτικά εκεί πέρα. Μετά, μου έδωσε και φόρα για να συνεχίσω και να κάνω κι άλλα πράγματα. Νιώθω ευγνωμοσύνη, γενικώς για όσα έχουν γίνει έως τώρα. Και σε δημιουργικό επίπεδο και σε προσωπικό.
- Ο Τύπος στη χώρα πώς σου φαίνεται;
Δεν πετάω τη σκούφια μου! Δεν ξέρω. Ποτέ δεν ήμουν ικανοποιημένος. Ούτε μεταπολιτευτικά οι εφημερίδες. Πάντα μου φαινόταν ότι υπήρχαν κάποιες συντεχνίες. Κρατιόμουν μακριά από αυτά. Προωθούσαν δικούς τους ανθρώπους, είτε καλλιτέχνες, είτε πολιτικούς. Ποτέ δεν ένιωσα ότι ήταν μία καθαρή περίπτωση. Χωρίς να σημαίνει βέβαια ότι δεν υπήρχαν εξαιρέσεις από ανθρώπους της δημοσιογραφίας που έκαναν όμορφη και ωραία δουλειά. Αλλά αυτοί ήταν πάντα μερικές φωτεινές εξαιρέσεις. Επίσης αυτό που ακούω και στα ιδιωτικά και στα κρατικά ραδιόφωνα είναι μία έλλειψη γνώσης, σοβαρότητας, βιώματος, που κάνουν λίγο τα πράγματα ρηχά, στημένα, μιλημένα.
- Αυτό το playlist έχει χαλάσει τα πάντα;
Ποιος συζητάει για το playlist; Έτσι κι αλλιώς ήταν μία καταστροφή. Αλλά δεν μ’ ένοιαζε και ποτέ. Δεν ήμουν ο αγαπημένος των ραδιοφώνων και των Μέσων.
- Παρότι λες ότι δεν ήσουν ο αγαπημένος τους και δεν σε ένοιαζε, η μουσική σου έχει ευρεία αποδοχή, έρχεται πολύς κόσμος στις συναυλίες. Δηλαδή είσαι mainstream με έναν δικό σου τρόπο…
Το καταλαβαίνω αυτό που λες, γιατί όντως κατά καιρούς έχουμε αρκετό κόσμο και φαίνεται ότι το πράγμα είναι mainstream αλλά αυτό που με κάνει να νιώθω ήσυχος είναι ότι δεν επιβλήθηκα ούτε από τα Μέσα, ούτε το πάλεψα. Γινόταν αυθόρμητα και από εμάς, δημιουργικά, και από τον κόσμο σαν ακροατή και σαν άνθρωποι που πιστεύανε σε αυτό που κάναμε. Γι’ αυτό σου λέω ότι νιώθω ευγνωμοσύνη. Γιατί χωρίς να κάνω υποχωρήσεις, χωρίς να θέλω να γλείψω κανέναν, χωρίς να θέλω να χαϊδέψω κανένα αυτί, βρεθήκαν πολλά πρόθυμα αυτιά για να ακούσουν τις παραξενιές μας. Αυτό μου δίνει και δύναμη και γουστάρω που γίνεται και μου δίνει και φόρα να συνεχίσω.
- Είπες νωρίτερα για παλιά ακούσματα, παλιές μουσικές. Τώρα, από τα σύγχρονα, τι ακούς;
Τα τελευταία χρόνια μου αρέσει η ηλεκτρονική μουσική, η dub μουσική. Κυρίως underground μουσικές από έξω. Καμιά φορά και στην Ελλάδα μπορεί να ακούσουμε κάτι της προκοπής. Πιο πολύ όμως τα αυτιά μου είναι στραμμένα στο τι συμβαίνει στον πλανήτη. Και γίνονται πολύ ωραία πράγματα.
- Όπως;
Εδώ και κανέναν χρόνο δεν έχω συγκλονιστεί από κάτι. Αλλά έχω ακούσει καλλιτέχνες όπως ο Γκαουντί, ο Scream. Πιτσιρίκια dubstep-άδες, ηλεκτρονικοί, που κάνουν πολύ όμορφα πράγματα. Πειραματίζονται. Οι πειραματικές μουσικές μου αρέσουν. Ή, μετά, ακούω πολύ παλιά τραγούδια.
- Τι έχει να πει ένας 50άρης σε έναν 18χρονο; Γιατί έχεις και κοινό που ανανεώνεται…
Δεν καίγομαι από το τι θα πω σε έναν 18χρονο. Τον εαυτό μου παλεύω να γνωρίσω. Μαθαίνω κι εγώ από τους νέους.
- Τι έχεις να ακούσεις από έναν 18χρονο;
Πολλά πράγματα. Ζουν σε μία τελείως άλλη πραγματικότητα, με άλλα ερεθίσματα, είναι με άλλους τρόπους μεγαλωμένοι. Εντάξει, κάθε γενιά έχει και τα ανήσυχα παιδιά της, το ανήσυχο κομμάτι της, κι εκεί πάντα έχεις να ακούσεις ενδιαφέροντα πράγματα. Υπάρχουν και παιδιά που έχουν επαφή με το παρελθόν, τι συνέβαινε στη μουσική παλιά. Αλλά και τι γίνεται τώρα, τι μπορεί να γίνει στο μέλλον. Κι όχι μόνο στη μουσική, αλλά και στην κοινωνία. Ζουν βέβαια σε ανυπόφορες συνθήκες, τραγικές. Όμως έχεις να ακούσεις πάρα πολλά. Πολλές φορές… κουνιέται το μυαλό μου με ατάκες ή κουβέντες που κάνω με πιτσιρίκια μετά από συναυλίες.
- Αν επέλεγες να ανέβεις στη σκηνή με διάφορους ανθρώπους, ποιους θα επέλεγες για την ιδανική συναυλία;
Αυτό που πολεμάω έτσι κι αλλιώς, είναι πάντα να κάνω τις ιδανικές συναυλίες για μένα και τους συνεργάτες μου εδώ και χρόνια τους έχω βρει. Δουλεύω κι είμαι πολύ ευχαριστημένος μαζί τους. Μπορεί να ακούγεται λίγο αυτάρεσκο, αλλά είναι τελείως ειλικρινές, ότι με τους ανθρώπους που θέλω να συνεργαστώ συνεργάζομαι κι είμαι ευχαριστημένος. Δεν έχω καμιά τρελή ιδέα για κάποια dream team που θα ανέβει σε ένα πάλκο. Να σου πω ότι ένας άνθρωπος που λάτρευα χρόνια και έχουμε τραγουδήσει και μαζί είναι ο Ψαραντώνης. Έχουμε κάνει και δίσκο, συνεργαστήκαμε. Θέλω να πως δηλαδή ότι είμαι πλήρης. Δεν έχω τέτοιου είδους απωθημένα. Μακάρι αργότερα. Σ’ αυτή τη φάση όμως δεν νιώθω κάτι, δεν θα ήθελα να γνωρίσω κάποιον άνθρωπο. Αν συμβεί, μακάρι να συμβεί. Και ας είναι και πιτσιρικάς και οτιδήποτε. Αυτά που ως τώρα είχα στο μυαλό μου νιώθω ευτυχής που έχω καταφέρει και τα έχω κάνει.
- Έχεις νιώσει κόσμο να μη μπορεί να σε πλησιάσει γιατί είσαι κάτι πολύ ξεχωριστό και μεγάλο γι’ αυτόν;
Συνήθως, το πάρε-δώσε με τους νέους, αλλά και τους μεγαλύτερους, είναι πολύ υγιές. Αλλά κάποιες στιγμές μπορεί να με έχουν πλησιάσει κι έτσι. Αυτό όμως με βαραίνει κι αγχώνομαι και θέλω να φύγω εκείνη τη στιγμή. Προτιμώ ένα πιο χαλαρό και στα ίσια πάρε-δώσε. Νομίζω ότι ένας άνθρωπος που έχει ακούσει τι κάνουμε όλα αυτά τα χρόνια κι έχει εκτιμήσει το έργο μας και τη στάση μας, δεν θα ‘ρθει έτσι φορτισμένος. Θα ‘ρθει να μιλήσει ως άνθρωπος που περνάει κάποιες στιγμές μαζί σου από τους δίσκους ή τα βιβλία. Εκεί νιώθω πολύ καλά. Όταν όμως έρχονται άνθρωποι με μεγάλη φόρτιση, δεν μπορώ να επικοινωνήσω. Έχουν οι ίδιοι σηκώσει ένα παραμυθένιο τείχος που δεν με αφορά και δεν νιώθω καλά εκεί μέσα.
Πηγή: protagon.gr