Έως τα μέσα Φεβρουαρίου η ομάδα σύμβολο του ιταλικού ποδοσφαίρου θα μάθει εάν θα πρέπει να ξανά καθίσει στο εδώλιο του κατηγορουμένου 17 χρόνια μετά τον υποβιβασμό της για το τότε σκάνδαλο «Calciopoli» με πρωταγωνιστή τον Λουτσάνο Μότζι. Και σ’ αυτήν την περίπτωση, οι κατηγορίες είναι βαρύτατες κ επειδή στη γειτονική χώρα έχουν αποδείξει ότι δεν αστειεύονται, η ομάδα που λατρεύεται σε κάθε ιταλική πόλη, αλλά που μισιέται θανάσιμα στο Τορίνο κινδυνεύει με ποινή, από απλή αφαίρεση βαθμών και χρηματικό πρόστιμο, έως όμως και με το δεύτερο υποβιβασμό «στα χαρτιά» της ένδοξης Ιστορίας της.
Τι έκανε όμως πάλι, αυτή τη φορά η «Vecchia Signora»; Η αθεόφοβη «Γηραιά Κυρία» του ιταλικού calcio, που δεν λέει με τίποτα να ωριμάσει και να βάλει μυαλό; Σε αντίθεση με την περίοδο 2005-’06, όταν είχε υποβιβαστεί στη Serie B ύστερα από την αποκάλυψη ενός δικτύου που επηρέαζε ποδοσφαιριστές, ομάδες «δορυφόρους», προέδρους, παράγοντες, αλλά και διαιτητές η Γιουβέντους πλαστογράφησε ή παραποίησε τα βιβλία εσόδων και εξόδων. Εμφάνιζε φουσκωμένα συμβόλαια για την αγορά ποδοσφαιριστών κι εντελώς διαφορετικά, εννοείται προς τα κάτω για την πώλησή τους.
Αλλού σημείωνε την προμήθεια για τους διαφόρους «μανατζαρέους» και για να φέρει τον ισολογισμό στα ίσια του αναγκαζόταν να εφεύρει πλασματικά έξοδα που ουδέποτε είχαν γίνει. Εν ολίγοις, ωμά και ξεκάθαρα έκλεβε το κράτος κι όταν το κράτος το αντελήφθη το διοικητικό συμβούλιο παραιτήθηκε σύσσωμο στην προσπάθειά του να σώσει τα μη σωζόμενα…
Ήταν η 28η Νοεμβρίου όταν ο Αντρέα Ανιέλλι, γιος του Ουμπέρτο κ ανιψιός του θρυλικού «Avvocato» Τζάννι, έριχνε τη βόμβα της παραίτησης παίρνοντας μαζί του και τους πιστούς του Πάβελ Νέντβεντ και Μαουρίτσιο Αρριβαμπένε. «Προσπάθησα, αλλά απέτυχα. Φεύγω για το καλό της ομάδας γιατί αισθάνομαι ότι δεν κολυμπούσαμε πλέον στην ίδια πλευρά» έλεγε στο επίσημο αντίο του ο επί 12 χρόνια πρόεδρός της.
Μπαρούφες, στάχτη στα μάτια και κροκοδείλια δάκρυα, γιατί την κοπάνησε για να μην μπλεχτεί σε χειρότερα, πετώντας την καυτή πατάτα των όποιων, επόμενων ευθυνών στον ξάδελφο του Τζον Έλκαν, γιο της αδελφής των Τζάννι και Ουμπέρτο, Μαργκερίτα. Σαν να λέμε… άλλαξε ο Μανωλιός, γιατί η Γιουβέντους ήταν, είναι και θα παραμείνει στα χέρια της Οικογένειας, ως ένα από τα ακριβά παιχνιδάκια του ομίλου Stellantis (Fiat Chrysler Automobiles και PSA Group), της Exor και της Ferrari των οποίων παράλληλα, ο Έλκαν είναι κι ο λεγόμενος Ceo.
Με βάσει την ιταλική νομοθεσία, το νέο διοικητικό συμβούλιο δεν φέρει ευθύνες (να, γιατί την «έκανε» ο Αντρέα), για τις τυχόν παρατυπίες, την κακή διαχείριση ή τα λάθη του προηγούμενου. Γι αυτό κι η Εισαγγελία του Τορίνο ξημεροβραδιάζεται για να βγάλει κάποιο λαβράκι από το ντοσιέ των 555 σελίδων. Τις ξεφυλλίζει και τις ξεσκονίζει για να βρει τρόπο να στριμώξει τη Γιουβέντους και να την στείλει κατευθείαν στην Επιτροπή Ποινικών Υποθέσεων της Ιταλικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας, την ίδια που το 2005 είχε αποφανθεί υπέρ του ιστορικού της υποβιβασμού. Έως τότε, μαζί με την Ίντερ ήταν οι δύο μοναδικές ομάδες που δεν είχαν υποβιβαστεί ποτέ, ενώ έως το ’81 την παρέα των 4άρων συμπλήρωναν Μίλαν και Μπολόνια.
Δεν ήταν απλό να ρίξει κανείς ολόκληρη Γιούβε στη Β’ Εθνική. Για τα εδώ δεδομένα θα ισοδυναμούσε μ’ έναν παράλληλο υποβιβασμό Ολυμπιακού και Παναθηναϊκού, μαζί. Εκεί όμως δεν άνοιξε, που λέμε, ρουθούνι. Δεν διαμαρτυρήθηκε κανείς. Ουδείς βγήκε στους δρόμους. Ίσως γιατί, όλοι κατά βάθος ήξεραν, αλλά κανείς δεν μιλούσε.
Η μέθοδος, η στρατηγική κ η τακτική που χρησιμοποιούσε ο πανίσχυρος Λουτσάνο Μότζι θα μπορούσε να θυμίζει τα ξεκαθαρίσματα λογαριασμών της Mafia, στους δρόμους του Παλέρμο τη δεκαετία του ’30. Κανείς δεν είδε, κανείς δεν ήξερε. Που και που όμως έβλεπες μία κουρτίνα, πίσω από ένα παράθυρο ακόμη να τρεμοπαίζει από το άγγιγμα της, ανθρώπινης περιέργειας…
Μεταφορικά κάπως έτσι, πλέον όμως με το γάντι, και χωρίς κανένα πιστόλι ή βία λειτουργούσε κ ο τότε γενικός διευθυντής της Γιουβέντους. Υποσχόμενος παίκτες σε ομάδες «δορυφόρους» ή θέσεις κλειδιά στην Ομοσπονδία, σε προέδρους, παράγοντες, αλλά και διαιτητές ο Μότζι είχε καταφέρει να στήσει ένα δίκτυο το οποίο δεν βασιζόταν στη φιλοσοφία του χρηματισμού, αλλά σ’ ένα είδος ψυχολογικής ομηρίας που οι όποιοι υποδεέστεροι έπρεπε να δεχτούν ως χάρη κ όχι υποχρέωση. Κάποια στιγμή όμως, κ εκείνος την πάτησε γιατί κάπου στη Γενεύη βρέθηκε ένα καρτοκινητό με συνομιλίες του και τις απαραίτητες υποσχετικές του κ από εκεί άρχισε να ξετυλίγεται ο μίτος της υπόθεσης.
Τότε η Γιουβέντους πλήρωσε τους ηρωισμούς του Μότζι με απευθείας υποβιβασμό στη 2η κατηγορία, ενώ με μείον 10 και 15 βαθμούς, από το επόμενο πρωτάθλημα τη γλίτωσαν στην έφεση οι Φιορεντίνα, Λάτσιο, Μίλαν, Ρετζίνα, Πάρμα, Κιέβο, Αρέτσο, Νοβάρα κτλ. Ένας ατελείωτος στόλος ομάδων που νόμιζε ότι μπορεί να καλύπτεται αιώνια κάτω από τον ήλιο της ασπρόμαυρης ομπρέλας.
Αυτή τη φορά τα πράγματα είναι, ναι μεν διαφορετικά, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι οι «bianconeri» δεν κινδυνεύουν εξίσου με σωρεία ποινικών διώξεων για τις βαρύτατες κατηγορίες της πλαστογραφίας, αλλοίωσης των βιβλίων κ απόκρυψης στοιχείων από την Εφορία. Όπως για παράδειγμα τα 45 εκ. ευρώ που εισέπραξε ο Κριστιάνο Ρονάλντο στα τρία χρόνια παραμονής του στο Τορίνο, από τα οποία όμως κάποιος, κάποιοι «ξέχασαν» να συμπεριλάβουν όλα τα μηδενικά. «Πλάκα» έχει κ η περίπτωση του ποδοσφαιριστή Στουράρο, που αγοράστηκε από την Τζένοα με 1.7 εκ. ευρώ και ξανά πουλήθηκε στην ίδια ομάδα με 18. Τρέχα γύρευε, κοινώς, σαν να λέμε…
Νεότερα, από την Εισαγγελία του Τορίνο αναμένεται να έχουμε μέσα στο επόμενο 10ήμερο, το αργότερο έως τα μέσα Φεβρουαρίου. Στο μεταξύ όμως, στήλη άλατος θα πρέπει να έμειναν όσοι φίλαθλοι της Γιουβέντους διάβασαν ότι ο περιβόητος Λουτσάνο Μότζι, που παρεμπιπτόντως είχε τιμωρηθεί με ισόβιο αποκλεισμό από τα αθλητικά δρώμενα της χώρας ετοιμάζεται για τη μεγάλη επιστροφή ως μικρό- μέτοχος της ομάδας. Αθεόφοβη αυτή η «Κυρία», δεν λέει με τίποτα να ωριμάσει και να βάλει μυαλό…