Θεωρούν πολλοί ότι ο Ολυμπιακός δεν έγινε περισσότερο απειλητικός για την εστία της Μπάγερν, επειδή ο Μάρκο Σίλβα επέλεξε κι έπαιξε μόνο με τρεις επιθετικογενείς παίκτες, τον Τσόρι και τους Ιντέγε και Πάρντο.
Κατ' αρχάς να εξηγήσω ότι πέρσι με την Σπόρτινγκ, ο ίδιος προπονητής είχε παίξει σε όλα του τα ευρωπαϊκά παιχνίδια (έξι για το Τσάμπιονς Λιγκ και δύο για το Γιουρόπα Λιγκ) με τέσσερις επιθετικογενείς παίκτες. Είχε τον σέντερ φορ (Σλιμάνι), δύο κλασικούς εξτρέμ (Νάνι και Καρίγιο) και τον Ζοάο Μάριο πίσω από τον Σλιμάνι, όπως βάζει τον Φορτούνη πίσω από τον φορ του Ολυμπιακού.
Δεν μας παραξενεύει γιατί ο Πορτογάλος προπονητής δεν έκανε από το πρώτο κιόλας παιχνίδι του στον Ολυμπιακό, ό,τι έκανε πέρσι σε όλη τη σεζόν με την Σπόρτινγκ; Μήπως πρέπει να σκεφθούμε ότι στην Σπόρτινγκ ο Μάρκο Σίλβα βρήκε μία ομάδα έτοιμη, την ίδια που είχε ο Ζαρντίμ ένα χρόνο πριν κι απλά πήρε τον Νάνι κι έχασε τον αριστερό στόπερ Ρόχο (Γιουνάϊτεντ), ενώ στον Ολυμπιακό άλλαξε η μισή ομάδα σε σχέση με πέρσι; Άρα, αποφάσισε να παίξει πιο «σφιχτά» εναντίον ολόκληρης Μπάγερν, έχοντας να κουμαντάρει μία ομάδα που τώρα χτίζεται.
Και πως έπαιξε; Ουσιαστικά όπως έπαιζε πέρσι ο Μίτσελ σε όλο το Τσάμπιονς Λιγκ! Καλά το ξεχάσαμε; Με πόσους επιθετικογενείς έπαιζε ο Ισπανός; Με Μήτρογλου, Τσόρι, Αφελάϊ. Και δύο φορές δεν είχε βάλει καν τον Αφελάϊ. Κι είχε βάλει και Μιλιβόγεβιτς και Εντινγκά και Μανιάτη και Κασάμι! Με μόνο τον Μήτρογλου μπροστά και πίσω του τον Τσόρι. Απλά έβαζε σαν τρίτο πιο επιθετικογενή παίκτη τον Κασάμι.
Το κέντρο του «έδενε» ο Μίτσελ με όσο το δυνατόν περισσότερους παίκτες, έχοντας να αντιμετωπίσει Γιουβέντους κι Ατλέτικο. Τι να έκανε, δηλαδή; Αυτά τα ματς θέλουν φοβερά τρεξίματα. Πρόπερσι που είχε τον Φουστέρ στα καλά του (και στα 31 του…) έβαζε τον Φουστέρ κι έπαιζε με τέσσερις επιθετικογενείς, γιατί ήξερε ότι θα πάρει από αυτόν και τρεξίματα. Αλλά είχε κι αντίπαλους Παρί και Μπενφίκα, όχι Ατλέτικο και Γιουβέντους…
Κι ο Μάρκο Σίλβα τώρα λογικά το σκέφθηκε να «μαζέψει» τις γραμμές του για να είναι πιο καλά πίσω. Ξέροντας ότι κάπου θα χάσει μπροστά. Αλλά με τέτοιο αντίπαλο, οι επιλογές του ήταν περιορισμένες. Ο άνθρωπος πήγε να το κλέψει το ματς. Και δεν του έκατσε. Αυτό είναι.
Γιατί πρέπει να έχεις και λίγη ρέντα, όταν παίζεις στο Τσάμπιονς Λιγκ με τέτοια θηρία, όπως πέρσι με Γιούβε κι Ατλέτικο και φέτος με Μπάγερν κι αύριο μεθαύριο Άρσεναλ. Πέρσι με την Ατλέτικο κάνει σουτ έξω από την περιοχή ο Μαζουάκου (από τότε, ξανάβαλε γκολ το περασμένο Σάββατο με τον Πλατανιά!) και πιάνει στον ύπνο τον γκολκίπερ Όμπλακ: 1-0 από το 13’! Ψυχολογία στα ύψη και άλλο ματς...Με τη Γιουβέντους στο 1-0, κάνει την καλύτερή του επέμβαση ο Ρομπέρτο κι η μπάλα πάει στο δοκάρι και δεν γίνεται το 1-1. Θες και τύχη, τι να κάνουμε.
Τώρα με την Μπάγερν, ο Ολυμπιακός…
Θα μπορούσε να προηγηθεί στο 19’ με τον Ιντέγε, που έπιασε λάθος την κεφαλιά από άριστη θέση.
Βρέθηκε πίσω στο σκορ με ένα γκολ που «δεν υπάρχει», με σέντρα σουτ.
Θα μπορούσε στο δίλεπτο μετά το 0-1 να ισοφαρίσει είτε με τον Σαλίνο, είτε με τον Ιντέγε και να αλλάξει όλη η ψυχολογία του ματς.
Θα μπορούσε έστω να ισοφαρίσει στο 83’ με τον Σαλίνο.
Κι όχι δεν ισοφάρισε, αλλά έφαγε μετά από λίγα λεπτά και δεύτερο γκολ, από οφσάϊντ!
Ε, αν δεν σε θέλει η μπάλα σε πέντε διαφορετικά κομμάτια ενός αγώνα και σε θέλει μόνο στη φάση που διώχνει την μπάλα προ της γραμμής ο Ιντέγε στην κεφαλιά του Λεβαντόφσκι στο 0-0, συγνώμη, αλλά δεν μπορείς να αποφύγεις την ήττα από την Μπάγερν. Έστω αυτή την Μπάγερν, που είναι ακόμη στο 60% της.
Ειδικά όταν ο αντίπαλός σου είναι μία ομάδα τριετίας κι εσύ δεν είσαι ομάδα όχι τριμήνου, αλλά τριών εβδομάδων…
Πηγή: gazzetta.gr