Ο Γκάουραβ Σριβάσταβα ονειρευόταν να γίνει παίκτης στον σκοτεινό κόσμο των μυστικών επιχειρήσεων. Στόχος του ήταν να δημιουργήσει μια ιδιωτική παραστρατιωτική ομάδα και υπηρεσία πληροφοριών, χρηματοδοτούμενη από φυσικούς πόρους. Θα ήταν κάτι σαν τη διαβόητη Wagner, αλλά με την ευλογία των ΗΠΑ αντί της Ρωσίας.
Αφήνοντας στους συνεργάτες την εντύπωση ότι είχε επαφές υψηλού επιπέδου στην κοινότητα των μυστικών υπηρεσιών, είπε ότι ήθελε να πραγματοποιήσει επιχειρήσεις σε δύσκολα μέρη και να απομακρύνει τους «κακούς» από αγορές στρατηγικής σημασίας.
Σε ρεπορτάζ της η WSJ αναφέρει, ότι ο Σριβάσταβα ένωσε τις δυνάμεις του με έναν έμπορο πετρελαίου, έναν πρώην ανώτερο πράκτορα της CIA και βετεράνους των ειδικών δυνάμεων των ΗΠΑ και της Αυστραλίας.Ο στρατηγός Γουέσλι Κλαρκ, πρώην διοικητής του ΝΑΤΟ, υπηρέτησε ως αμειβόμενος σύμβουλος στην ομάδα.
Ο Σριβάσταβα δώρισε περισσότερα από 1 εκατομμύριο δολάρια για εκστρατείες των Δημοκρατικών, έβγαλε μια φωτογραφία με τον Πρόεδρο Μπάιντεν και συναντήθηκε με βουλευτές και γερουσιαστές και από τα δύο κόμματα. Οργάνωσε εκδηλώσεις με αστέρες.
Ποιος ήταν λοιπόν αυτός ο 34χρονος Ινδός επιχειρηματίας με την πράσινη κάρτα, που εγκατέλειψε το κολέγιο, έριχνε χρήμα στην Ουάσιγκτον και προσπαθούσε να δείξει ότι έχει επαφές ακόμη και με τον πρόεδρο; Οι συνεργάτες του λένε ότι δεν είναι αυτός που υποτίθεται ότι είναι.
«Προσποιήθηκε τον πράκτορα της CIA και με εκβίασε»
Ένας πλούσιος έμπορος που συνεργάστηκε με τον Σριβάσταβα, θέλοντας να ασχοληθεί με το ρωσικό πετρέλαιο, τον κατηγορεί για εκβιασμό και λέει ότι προσποιούταν τον μυστικό πράκτορα της CIA για να του κλέψει τα χρήματά του. Άτομα που ήταν εξοικειωμένα με τις επιχειρήσεις της υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένων πρώην αξιωματικών των υπηρεσιών πληροφοριών, είπαν ότι δεν γνώριζαν να έχει εργαστεί ποτέ για τη CIA.
Ο Σριβάσταβα απέσπασε δεκάδες εκατομμύρια δολάρια από την εταιρεία του εμπόρου, τα οποία διέθεσε σε δωρεές, αλλά και σε μία έπαυλη στο Λος Άντζελες, σύμφωνα με μηνύματα, email και οικονομικά αρχεία.
Η ιστορία του – που θυμίζει ένα κράμα Όστιν Πάουερς και Τζέιμς Μποντ- αποκαλύπτει την ευκολία με την οποία κάποιος με χρήματα και θράσος μπορεί να έχει πρόσβαση στους ανθρώπους με τη μεγαλύτερη επιρροή και εξουσία στην Ουάσιγκτον.
Στον πάγο οι δωρεές στους Δημοκρατικούς
Τους τελευταίους μήνες, η εκστρατεία Μπάιντεν, και η Επιτροπή Εκστρατείας των Δημοκρατικών του Κογκρέσου, πάγωσαν ή επέστρεψαν τις δωρεές του Σριβάσταβα, αφού η Project Brazen το περασμένο φθινόπωρο αποκάλυψε για πρώτη φορά καταγγελίες που τον ήθελαν να υποδύεται τον πράκτορα της CIA. Πράκτορες του FBI στο Λος Άντζελες άρχισαν να ερευνούν τον Σριβαστάβα πέρυσι και εξέτασαν την πηγή των χρημάτων του.
Δικηγόρος του Σριβάσταβα με έδρα την Ελβετία, ο Τσαρλς Άνταμς του γραφείου Orrick, Herrington & Sutcliffe, σε επιστολή του στη WSJ υπογράμμισε ότι ο πελάτης του «δεν συμμετείχε ποτέ σε εκβιασμό, απάτη ή απειλές και ποτέ δεν υποδύθηκε τον πράκτορα της CIA». Το να διαδίδει κάτι τέτοιο θα τον έθετε σε κίνδυνο, επεσήμανε.
Κάποιοι αναρωτιούνται πώς ο Σριβάσταβα έπειθε για τους ισχυρισμούς του. Αλλά το κέρδος από τη διακίνηση εμπορευμάτων, μυστικών πληροφοριών και παροχή υπηρεσιών κατασκοπείας και ασφάλειας δεν είναι καθόλου νέο ούτε σπάνιο σε αναπτυσσόμενες οικονομίες και εμπόλεμες ζώνες.
Μία εταιρεία τύπου Blackwater
Ο Σριβάσταβα είπε στους συνεργάτες του ότι θα ανταγωνιστεί τον Έρικ Πρινς, τον πρώην διευθύνοντα σύμβουλο της Blackwater (της ιδιωτικής εταιρείας που παρείχε υπηρεσίες ασφαλείας στα μέτωπα του Ιράκ και του Αφγανιστάν), ο οποίος αργότερα ασχολήθηκε με το πετρέλαιο, τα ορυκτά και τα logistics. Εταιρείες όπως η G4S και η Olive Group με έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο παρέχουν επίσης υπηρεσίες προστασίας των κοιτασμάτων πετρελαίου για τους παραγωγούς ενέργειας.
Ο Σριβάσταβα γεννήθηκε στη βόρεια Ινδία, το 1990 σε μια οικογένεια, που δραστηριοποιήθηκε στην ασφάλεια των αεροδρομίων, χώρων ψυχαγωγίας και τις τηλεπικοινωνίες, σύμφωνα με ινδικά εταιρικά αρχεία και άτομα που έχουν συναλλαγές με τον ίδιο και τους συγγενείς του. Γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνια το 2012 αλλά δεν αποφοίτησε, είπε μια εκπρόσωπος του πανεπιστημίου.
Φαίνεται ότι ξεκίνησε να δραστηριοποιείται στις υπηρεσίες ασφαλείας αρκετά χρόνια αργότερα, αφού μετακόμισε στο Λονδίνο. Μια επαφή τον σύστησε στον Γκόρντον Κόνροϊ, έναν Αυστραλό βετεράνο των ειδικών δυνάμεων που ίδρυσε τη Unity Resources Group στη Σιγκαπούρη το 2004, έναν από τους πολλούς οργανισμούς ιδιωτικής ασφάλειας που ευημερούσαν στο Ιράκ μετά την εισβολή.
Προσπάθησε να κλείσει δουλειά στη Λιβύη
Ο Σριβάσταβα είπε στον Κονρόι ότι εργαζόταν σε αποστολές κατασκοπείας από τις οποίες φοβόταν ότι δεν θα επέστρεφε ζωντανός, σύμφωνα με πηγές που γνωρίζουν τις συζητήσεις τους. Πρότεινε να συνεργαστούν στη Βόρεια Αφρική.
Πέταξαν με ιδιωτικό τζετ το 2020 για να συναντήσουν έναν ανώτερο αξιωματούχο στις δυνάμεις που είναι ευθυγραμμισμένες με τη Ρωσία και ελέγχουν την ανατολική Λιβύη. Στόχος τους: Να ζητήσουν πετρέλαιο σε αντάλλαγμα για στρατιωτικές υπηρεσίες. Δεν προέκυψε τίποτα.
Εκείνο το καλοκαίρι, μια εταιρεία με την ονομασία Unity Resources Group εγγράφηκε στο Γουαϊόμινγκ κατόπιν αιτήματος του Σριβάσταβα.
Ο απόστρατος και το Σουδάν
Ο Σριβαστάβα συνάντησε τον στρατηγό Κλαρκ στις αρχές του 2022. Ο Κλαρκ, ο οποίος διηύθυνε την παρέμβαση του ΝΑΤΟ στα Βαλκάνια τη δεκαετία του 1990, ίδρυσε μια ομώνυμη εταιρεία συμβούλων στο Λιτλ Ροκ του Αρκανσο, αφού συνταξιοδοτήθηκε.
Στην αρχή, ο Σριβαστάβα του μίλησε για επιχειρηματική δραστηριότητα στην Αφρική και με την πάροδο του χρόνου εξέφρασε ενδιαφέρον για το πετρέλαιο, την επισιτιστική ασφάλεια και τις κυρώσεις, είπε ο Κλαρκ σε συνέντευξή του στη WSJ.
Ο Κλαρκ είπε ότι προτού συμφωνήσει να συνεργαστεί με τον Σριβαστάβα ως σύμβουλος σε διεθνείς υποθέσεις προσπάθησε να ελέγξει όσο μπορεί τις κινήσεις του. Είπε ότι ο Σριβαστάβα «άφησε να εννοηθεί πως υπήρχε κάποιου είδους σχέση με την κυβέρνηση των ΗΠΑ» που δεν μπορούσε να αποκαλυφθεί.
Ένα από τα πρώτα καθήκοντα του Κλαρκ ήταν να ταξιδέψει στο Σουδάν για να κανονίσει εξαγωγές χρυσού από ορυχεία που ο Σριβάσταβα ισχυριζόταν ότι κατείχε, είπε ο στρατηγός. Ο Κλαρκ συνάντησε τον ηγέτη της πολιτοφυλακής Μοχάμεντ Χαμντάν Νταγκάλο, πρωταγωνιστή στον εμφύλιο πόλεμο που ξέσπασε στη συνέχεια. Ο Νταγκάλο είχε προσφέρει χρυσό σε αντάλλαγμα για την αντιτρομοκρατική εκπαίδευση που υποσχέθηκε να εκτελέσει ο Σριβαστάβα, σύμφωνα με Σουδανούς αξιωματούχους.
Ο χρυσός δεν εξήχθη ποτέ, είπαν ο Κλαρκ και οι αξιωματούχοι. Αλλά ο Σριβαστάβα έλαβε αλλιώς πληρωμή. Ο Νταγκάλο υπό την εντύπωση ότι ο Σριβάσταβα εκπροσωπούσε τη CIA και πρόθυμος να αναπτύξει σχέσεις με τις ΗΠΑ, του πλήρωσε 3 εκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με τους αξιωματούχους.
Ο έμπορος πετρελαίου
Μέχρι τη στιγμή που η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022, ο Νιλς Τρουστ εμπορευόταν ρωσικό πετρέλαιο για σχεδόν τρεις δεκαετίες από τη Γενεύη, χτίζοντας μια περιουσία.
Οι επιχειρήσεις του Ολλανδού εμπόρου σύντομα αντιμετώπισαν προβλήματα, καθώς οι ευρωπαϊκές τράπεζες διέκοψαν συναλλαγές με εταιρείες που συνδέονταν με τη Ρωσία. Ένας επιχειρηματικός συνεργάτης τον απείλησε να τον καταστρέψει, διαδίδοντας ισχυρισμούς για διασυνδέσεις με το Κρεμλίνο. Τότε ο Χαμπίμπ Καγκίμου, ισχυρός παράγοντας της αγοράς πετρελαίου στην Ουγκάντα, του είπε ότι υπάρχει κάποιος που μπορούσε να βοηθήσει. Έφερε το προσωνύμιο «G» και είχε πει στον Καγκίμου ότι εντάχθηκε στη CIA σε ηλικία 16 ετών, αφού είδε μια διαφήμιση στρατολόγησης στον δρόμο.
Ο «G» ήταν ο Σριβάσταβα. Ο Τρουστ λέει ότι ο υποτιθέμενος κατάσκοπος επέστρεψε με τρομακτικά νέα: Το άτομο που τον απειλούσε είχε υποτίθεται καταγγείλει στο FBI ότι συνεργαζόταν με τις υπηρεσίες ασφαλείας της Ρωσίας, χωρίς βεβαίως αυτό να είναι αλήθεια. ο G ήταν εκείνος που έπεισε το FBI ότι η καταγγελία δεν ισχύει.
Του είπε μάλιστα ότι θα του εξασφαλίσει άδεια να εμπορεύεται ρωσικό πετρέλαιο ως μέρος ενός προγράμματος εγκεκριμένου από τη CIA. Κάπως έτσι τον έπεισε να πάει στο Μπαλί. Εκεί ο Σριβάσταβα του εκμυστηρεύτηκε ότι είναι ο ίδιος πράκτορας της CIA και πως σκόπευε να αναβιώσει την Ολλανδική Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών του 17ου αιώνα. Τον εξαπάτησε, όπως καταγγέλει, ώστε να επενδύσει πολλά κεφάλαια στο εγχείρημα αυτό, πριν αρχίσει να καταλαβαίνει ότι κάτι δεν πάει καθόλου καλά.
Οι δικηγόροι του Σριβάσταβα απορρίπτουν όλες τις καταγγελίες. Η Δικαιοσύνη θα έχει τον τελευταίο λόγο στην ιστορία αυτή.