Αναλυτικά τα όσα είπε ο Έλληνας γκαρντ:
Για την μέχρι τώρα καριέρα του:«Το μεγαλύτερο λάθος μου είναι ότι δεν μπόρεσα να διαχειρισθώ τον εαυτό μου, να είμαι πιο ήρεμος, πιο χαλαρός και να μην λεω την γνώμη μου. Θα μπορούσα να είχα κάνει άλλη πολιτική και να μην είμαι δακτυλοδεικτούμενος. Δεν μετανιώνω αλλά το πιο σωστό και έντιμο είναι να αναγνωρίζεις τα λάθη σου. Θα μπορούσα να βάλω νερό στο κρασί μου, δεν είναι εύκολο να πας από τον Άρη στον ΠΑΟΚ. Ήτανε δύσκολες στιγμές, είχε ωραίες και άσχημες. Λατρεύω τη Θεσσαλονίκη και έχω πολλούς φίλους».
Για τον Άρη και τον ΠΑΟΚ:«Στον Άρη έχω πάρα πολλούς φίλους. Ο φίλος είναι φίλος ό,τι ομάδα και να είναι, δε διαχωρίζω φιλίες με ομάδες. Δύσκολο να περάσεις από τον έναν αιώνιο αντίπαλο στον άλλον, αλλά ωραίο. Με ιντριγκάρει. Έζησα στον Άρη εκπληκτικά χρόνια, πήρα έναν ευρωπαϊκό τίτλο, αγάπησα και αγαπήθηκα από τον κόσμο της ομάδας και δεν έχω κανένα παράπονο, από κει και πέρα μετά πήγα στον ΠΑΟΚ και μου βγήκε σε καλό. Και εκεί έζησα μαγικά χρόνια».
Για το αν θα συνεχίσει να παίζει μπάσκετ:«Έτσι όπως είναι το μπάσκετ στην Ελλάδα μπορεί να παίζω μέχρι τα 40! Εγώ θυμάμαι πως παλιά ήτανε πιο δύσκολο να παίξεις μπάσκετ, έπαιζαν τρελά ονόματα. Όταν ήμουν στον Άρη, στον Ολυμπιακό και στον Παναθηναϊκό έπαιζαν μεγάλοι παίκτες. Τώρα ενώ δίνεται ευκαιρία σε πιτσιρικάδες να δείξουν το ταλέντο τους, βλέπουμε πως πάλι οι έμπειροι παίκτες είναι βασικοί».
Για τον χώρο του μπάσκετ:«Θα μείνω σε αυτό το χώρο δε θα φύγω ποτέ. Δεν ένιωσα ποτέ ότι είμαι κάποιος. Σκοπός είναι να κανείς κάτι που αγαπάς όχι επειδή σε δείχνει η τηλεόραση. Εγώ είμαι ο Γιάννης, όχι ο Γκαγκαλούδης. Θεωρώ τον εαυτό μου τον πιο αντιπαθητικό παίκτη που πέρασε ποτέ από το ελληνικό πρωτάθλημα. Ζούμε σε μια χώρα που ο αθλητισμός έχει φανατισμό αυτό το ζει δυνατά ο Έλληνας. Ο οπαδός δε μπορεί να σε δει νορμάλ. Στη Ρόμα είχαμε φάει 20 πόντους από κάτι ανύπαρκτους και σηκώθηκε όλο το κοινό και μας χειροκροτούσε. Εγώ έκανα το σταυρό μου!».
Για την οικονομική κρίση:«Είχα συμπαίκτη στο Μαρούσι που ήταν απλήρωτος 5 μήνες με μισθό 600 ευρώ. Δεν είχε να πληρώσει το νοίκι και να βάλει βενζίνη. Αν δεν παίζεις σε Παναθηναϊκό, Ολυμπιακό, Πανιώνιο και κάποιες άλλες νοικοκυρεμένες ομάδες δεν μπορείς να παίξεις επαγγελματικά. Παλιότερα ήταν αλλιώς, τώρα έχω φτάσει 35 χρονών και έχω πιτσιρικάδες στις ομάδες που παίζω και δεν ξέρω τι να τους πω. Εδώ μιλάμε για ομάδες που είναι κάτι παραπάνω από ιστορικές όπως ο Άρης, ο ΠΑΟΚ, η ΑΕΚ, αλλά και από την Αθήνα το Παγκράτι, ο Έσπερος και κάποιες έχουν αφανιστεί από τα προβλήματα. Ο Πανελλήνιος παίζει με έφηβους στο τοπικό. Οι πιτσιρικάδες το τελευταίο πράγμα που πρέπει να σκέφτονται είναι τα λεφτά. Εγώ για να πάρω λεφτά έπαιξα έξι χρόνια. Πρώτα να κοιτάξουν να δουλεύουν, τους δίνεται η ευκαιρία να δείξουν ποιοι είναι. Ο καλός δε χάνεται ποτέ. Υπάρχει και το εξωτερικό και επίσης υπάρχουν ακόμα ομάδες στην Ελλάδα που πληρώνουν. Το μπάσκετ προσφέρει συγκινήσεις. Κάνεις φιλίες και ζεις περισσότερο με αυτούς από την οικογένειά σου».