Η κατάσταση που επικρατεί στον ΠΑΟΚ δίνει έναυσμα στον Σταύρο Κόλκα να παραλληλίσει τον Θοδωρή Ζαγοράκη με τον Βίτο Κορλεόνε
Είναι γεγονός πως μετά την κρίση που εμφανίστηκε στον ΠΑΟΚ, για έναν αδιευκρίνιστο λόγο, αισθάνθηκα πως πρέπει να δω την τριλογία του «Νονού».
Η αλήθεια είναι πως οι σκέψεις μου, οι παράλληλες, γύρω από τα όσα συμβαίνουν στην ομάδα και γύρω από αυτήν, βρήκε εφαρμογή σε πολλές σκηνές της συγκεκριμένης τριλογίας και το μόνο που αδυνατώ να κολλήσω κάπου, είναι ο επίλογος.
Ο θρήνος του Νονού, του Αλ Πατσίνο, που χάνει την αγαπημένη του κόρη σε μία απόπειρα δολοφονίας προς τον ίδιο, δεν είναι κάτι που βρίσκει εφαρμογή στο σήμερα του ΠΑΟΚ. Όμως όλα τα υπόλοιπα…
Η έννοια της οικογένειας στο Νονό, έχει πολύ σκληρούς και σταθερούς κανόνες.
Πρώτα απ όλα, υπάρχει ένα ξεκάθαρο στίγμα του τι εστί οικογένεια. Στενοί συγγενείς και δοκιμασμένοι στρατιώτες της. Δοκιμασμένοι μέσα από τη ζωή, το πέρασμα των χρόνων και βέβαια τις παραστάσεις που υπάρχουν από τη λειτουργία τους στο βωμό της προστασίας της οικογένειας.
Βλέπεις πως ο Βίτο Κορλεόνε, ακόμη και για έναν από τους πολλούς βαφτισιμιούς του, φτάνει σε σημείο να σκοτώσει το αγαπημένο άλογο ενός παραγωγού ταινιών, βάζοντας το κεφάλι του καημένου ζώου στο κρεβάτι του την ώρα που κοιμάται, απλά για να πάρει το δικό του παιδί έναν ρόλο σε ένα έργο που γουστάρει να παίξει.
Με αυτόν τον ακραίο τρόπο, γίνεται σαφές πως ο βαφτισιμιός είναι προστατευόμενος και την επόμενη φορά στο κρεβάτι δεν θα είναι το κεφάλι του αλόγου, αλλά του παραγωγού.
Στον ΠΑΟΚ, αν υποθέσουμε πως ο Ζαγοράκης είναι ο Νονός, υπάρχει ένας προστατευόμενος; Υπάρχουν στρατιώτες πιστοί; Υπάρχει ξεκάθαρη εικόνα για το ποιοι αποτελούν την οικογένεια; Μάλλον όχι.
Αντιλαμβάνομαι πως πολλοί από εσάς που διαβάζεται το κείμενο, θεωρείται λίγο ακραίο, έως γραφικό τον παραλληλισμό μου. Αλλά δεν είναι.
Ο Μάικλ Κορλεόνε, ο διάδοχος του Βίτο, έχει εξίσου ξεκάθαρες αρχές με τον προκάτοχο και πατέρα του. Όταν τον προδίδει ο ίδιος του ο αδερφός, δίνει εντολή να τον σκοτώσουν όχι όμως μέχρι να πεθάνει η μητέρα του.
Η προδοσία πληρώνεται, δεν υπάρχει πισωγύρισμα, απλά πρέπει να μην πληγωθεί κόσμος που είναι συναισθηματικά δεμένος με τον οικογένεια. Πόσο μάλλον η μητέρα. Αλλά ο αδερφός την πληρώνει. Χωρίς μα, μου, σου και του.
Στον ΠΑΟΚ η προδοσία πληρώνεται με ημερομηνία λήξης. Οι προδότες ζούσαν από τον ΠΑΟΚ, έκαναν διακοπές για λίγο, επιστρέφουν και κανένας δεν υπάρχει για να αξιολογήσει το πολύ απλό πράγμα. Πως πρέπει να εξαφανιστούν από τον ΠΑΟΚ. Δε λέω να τους σκοτώσει κανείς, για ποδόσφαιρο μιλάμε. Αλλά όπως και να τα κάνουμε υπάρχει συναίσθημα και κανείς δεν πρέπει να παίζει με αυτό.
Οι κατά καιρούς «σωτήρες» του ΠΑΟΚ, αυτοί που έχουν κατά κάποιο τρόπο τον ρόλο του στρατιώτη της οικογένειας Κορλεόνε, βαφτίζονται από μόνοι τους. Δεν έχουν παραστάσεις, υποδομή, παρελθόν. Δεν υπάρχει κάποιος που να τους δίνει το χρίσμα. Η ικανότητά τους να προσφέρουν και η πίστη τους στο κοινό όραμα, δεν είναι τσεκαρισμένη. Απλά πρέπει να πεισθούμε από τα λόγια και όχι τις πράξεις τους.
Σε αντίθεση με το Νονό που ο καθένας είχε στείλει στον Άδη καμιά ντουζίνα μυστήριους.
Ένα ακόμη σημείο που με εντυπωσίασε όταν έκανα τον παραλληλισμό, ήταν όταν στη τελευταία ταινία της τριλογίας, ο Μάικλ Κορλεόνε, ενώ έχει καθαρίσει την αλητεία σε όλα την Αμερική και κάνει κουμάντα, μόλις πάει να εμπλακεί με τους πολιτικούς και το Βατικανό, τρώει μαγκιά. Κολλάει, φρικάρει που είχε την αίσθηση ότι προσπαθεί να ξεφύγει από την βρωμιά για να κάνει … νόμιμες επιχειρήσεις.
Αυτή είναι και η αλήθεια του ΠΑΟΚ. Την αλητεία που διαθέτουμε, την καλώς εννοούμενη, την βλέπω πολύ αγαθή μπροστά σε όσα καλείται η ομάδα να αντιμετωπίσει καθημερινά και σε βάθος χρόνου. Οι άλλοι έχουν λειτουργίες που εμείς δεν μπορούμε να πλησιάσουμε.
Και αυτή η αγαθοσύνη, δεν προέρχεται από τον Ζαγοράκη όπως πολλοί θέλετε να πιστέψετε – καμιά φορά και εγώ ο ίδιος.
Προέρχεται από το ότι δεν είμαστε πραγματική οικογένεια, με στρατηγούς που ξέρουν το ρόλο του, στρατιώτες που επίσης ξέρουν το ρόλο τους, επικοινωνιολόγους που ξέρουν επίσης το ρόλο τους, οπαδούς που ξέρουν επίσης τον ρόλο τους.
Κανένας δεν ξέρει τι πρέπει να κάνει και δύο ήττες είναι ικανές να μας κρατήσουν μακριά από τη καθαρή σκέψη για δύο μήνες. Από τον πρώτο που ονομάζεται Ζαγοράκης μέχρι και τον τελευταίο που ονομάζεται Χασάπης 4.
Όταν η φιλοσοφία σου αλλάζει κάθε Κυριακή, όταν το μίσος σου αναλώνεται εντός της περιοχής που θα έπρεπε να ονομάζεται οικογένειά σου, όταν οι εχθροί σου έχουν ξεκαθαρίσει μέσα τους πως είσαι ένας άκρως συναισθηματικός οργανισμός που βάλλεται από τον κάθε βλάκα και οδηγείται στην αφέλεια, τότε μη περιμένεις πολλά.
Ο Νονός την δουλειά του την έκανε μια χαρά, παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπισε. Λίγο από τον τρόπο σκέψης του να είχαμε, θα κάναμε θαύματα και δεν αναφέρομαι βέβαια στο να σκοτώσουμε ανθρώπους, ούτε στο να ελέγχουμε βίζιτες και τζόγο. Αναφέρομαι στις βασικές αρχές της ζωής του.
ΠΗΓΗ: www.paok24.com