Υπολογίζεται ότι το 50% των ανδρών και το 30% των γυναικών εμφανίζουν ορατή αραίωση των μαλλιών έως την ηλικία των 40 ετών, ενώ μόλις το 35% των πασχόντων ακολουθεί κάποια θεραπεία.
Η εμφάνισή της σχετίζεται με την κληρονομικότητα, την ηλικία, το άγχος, τη διατροφή και τη γενικότερη κατάσταση της υγείας του ατόμου.
Προκειμένου να καταπολεμήσουν την τριχόπτωση οι περισσότεροι καταφεύγουν στη χρήση διάφορων καλλυντικών προϊόντων, από τα οποία όμως οι περισσότεροι δεν μένουν ικανοποιημένοι με αποτέλεσμα να εγκαταλείπουν την προσπάθεια.
Η μοναδική συνιστώμενη τοπική θεραπεία ανάπτυξης νέας τριχοφυΐας είναι η μινοξιδίλη.
Πώς δρα η μινοξιδίλη
Η μινοξιδίλη είναι ένα περιφερικό αγγειοδιασταλτικό, που όταν εφαρμόζεται τοπικά διεγείρει την ανάπτυξη της τριχοφυΐας σε άτομα με αλωπεκία.
Στόχος είναι η επιβράδυνση του ρυθμού της τριχόπτωσης ή/και η αναστροφή της διαδικασίας σμίκρυνσης των τριχοθυλακίων.
Η θεραπευτική αγωγή σε μορφή αφρού που περιέχει τη δραστική ουσία Μινοξιδίλη, αποτελεί τη μοναδική τοπική θεραπεία που δρα βαθιά μέσα στη ρίζα, σταματάει την τριχόπτωση και διεγείρει την ανάπτυξη νέων τριχών.
Η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια της συγκεκριμένης θεραπευτικής αγωγής, τεκμηριώνεται σε 47 κλινικές μελέτες στις οποίες συμμετείχαν 9.000 άνδρες και 1.500 γυναίκες.
Εφαρμόζεται εύκολα, στεγνώνει και απορροφάται γρήγορα, δεν λαδώνει τα μαλλιά και μπορεί να χρησιμοποιηθεί με προϊόντα styling.
Εμφανή αποτελέσματα της θεραπείας παρουσιάζονται μετά από 4 μήνες με χρήση δύο φορές την ημέρα.
Στην Ελλάδα βρίσκεται στην κορυφή της προτίμησης των ασθενών καθώς 6 στους 10 εμπιστεύονται τη μινοξιδίλη για την αντιμετώπιση της τριχόπτωσης.
Στις ανεπιθύμητες δερματολογικές παρενέργειες της μινοξιδίλης έχουν καταγραφεί ο ερεθισμός του δέρματος της κεφαλής και σπανιότερα ανεπιθύμητη τριχοφυΐα σε γειτονικά σημεία του δέρματος του μετώπου ή του προσώπου.
Σημειώνεται ότι η διακοπή της θεραπείας οδηγεί σταδιακά (μέσα σε διάστημα 4-6 μηνών) στην προτεραία κατάσταση. Γι' αυτό πρέπει να παρακολουθείται συστηματικά το τριχωτό της κεφαλής με τριχοσκόπηση, ώστε να διατηρείται το αποτέλεσμα στη βάση αντικειμενικών μετρήσεων και να αυξάνεται ή να μειώνεται η δοσολογία ή να συντηρείται το αποτέλεσμα με χαμηλότερες δόσεις.
ΠΗΓΗ: onmed.gr