Από το μεσημέρι της Τετάρτης, 22 Ιουνίου, όταν στο γραφείο ακούστηκε η φράση «έχουμε πέντε προσαγωγές για παράνομα στημένα παιχνίδια» έγιναν πολλά, ίσως περισσότερα από όσα περιμέναμε, πιο περίεργα και πολύπλοκα από όσα μπορούμε πραγματικά να διαχειριστούμε είτε ως media, είτε ως απλοί φίλαθλοι.

Προσαγωγές, συλλήψεις, εισαγγελικά πορίσματα, τηλεφωνικές συνομιλίες που χρειάζεσαι μια παραλία, ένα πακέτο τσιγάρα, καφέ και ένα iPad για να τις διαβάσεις με την ησυχία σου, ο Γιάννης Μπουρούσης ύποπτος για ντόπινγκ και ένοχος για τους χαρακτηρισμούς προς τους Αγγελόπουλους, οι Μαρινάκης, Μπέος, Πατέρας, Ψωμιάδης, Πιλάβιος και Αβραάμ σε ένα all star cast που μόνο σε φιλμ νουάρ θα μπορούσες να συναντήσεις ή σε μια ταινία του Ταραντίνο ή του Γκάι Ρίτσι.

Στη φωτογραφία που ακολουθεί ο Μιχάλης Σφικτός (Creative Director της 24Media και τον οποίο μπορείς να ακολουθήσεις στο Twitter) αποτύπωσε όσο καλύτερα γινόταν το κλίμα, την ατμόσφαιρα αλλά και τη διάθεση με την οποία αντιμετωπίζεται η όλη αυτή καταιγιστική πληροφόρηση των τελευταίων ημερών.

Σοβαρά και σκοτεινά πρόσωπα αλλά και με κάποια «ειρωνεία» στο ύφος τους. Ή με κάποια χαλαρή διάθεση από την πλευρά μας, για να ντιλάρουμε ένα θέμα που μας ξεπερνάει (υπάρχουν μερικές καταστάσεις στη ζωή και τη δουλειά σου, που είναι πάνω από σένα και εσύ απλώς πρέπει να τις ακολουθήσεις) και να μην κοιτάξουμε μόνο τη στυγνή -και φυσικά τεράστια- σοβαρότητα του θέματος, αλλά να προσπαθήσουμε να μην το αφήσουμε να μας επηρεάσει.

Η προσωπική μου εκτίμηση, πάντως, για το πώς δέχεται ο κόσμος «ΤΑ ΣΤΗΜΕΝΑ», ως τώρα, είναι πώς υπάρχουν διαφορετικές κατηγορίες φιλάθλων. Δηλαδή:

Σε αυτούς που αγχώνονται για το αν θα πέσει η ομάδα τους κατηγορία για σφάλματα άλλων, ρομαντικοί και κολλημένοι με το σύλλογο, την ιστορία και τη φανέλα.

Σε εκείνους που έχουν φοβηθεί το ενδεχόμενο να ντροπιαστεί η (μεγάλη) ομάδα τους και να είναι η μόνη που θα το υποστεί αυτό. Γι αυτό εδώ και τώρα, ζητούν την κεφαλή επί πινάκι και των άλλων, των απέναντι, που «δεν πρέπει αν τη γλιτώσουν».

Σε εκείνους που δεν είναι τρελαμένοι οπαδοί, αλλά αρκετά πολιτικοποιημένοι και βλέπουν πίσω από το σκάνδαλο, ενδεχόμενο επικοινωνιακό της κυβέρνησης για να μην πάρουμε χαμπάρι πόσο θα μας πονέσουν τα νέα μέτρα.

Σε εκείνους που βλέπουν (και) αυτή την ευκαιρία, ως την τελευταία για να ξεβρομίσει ο τόπος του ελληνικού ποδοσφαίρου, αλλά πού δεν αντιλαμβάνονται πώς το πρόβλημα σε ένα χώρο δεν είναι να τον σκουπίσεις ή ακόμη και να τον απολυμάνεις, αλλά να τον στεγανοποιήσεις, για να μην την ξαναπατήσεις.

Αλλά υπάρχουν και εκείνοι (και είναι πολλοί) που κουρασμένοι από τη μονιμότητα της αναξιοπιστίας του ελληνικού ποδοσφαίρου, τα πάρε-δώσε πίσω από τις κουρτίνες, ματς που μπορεί να παίζονται αλλά ίσως έχουν κριθεί στα τηλέφωνα και γενικώς από όλο αυτό το νοσηρό σκηνικό, που εμείς αποκαλούμε επαγγελματικό ΑΘΛΗΤΙΣΜΟ, προτιμούν να το πέρασουν όλο αυτό στην πλάκα.

Κάνουν αστεία με τους b-movie των ελληνικών 80’s διαλόγους, τα βγαλμένα από τη Φρουτοπία παρατσούκλια (Μπανάνας), με τα φάρμακα που δεν σε αφήνουν να κοιμηθείς αλλά σου επιτρέπουν άλλα πράγματα (δεν ξέρω ποια, ούτε θα βγάλω πορίσματα), γράφουν στο Twitter όλη την ώρα με #stimena και #ta_Sporia, διαβάζει (σόρι, βλέπει) το Κουρκούτι που έχει βρει έμπνευση για το επόμενο 6μηνο και προσπαθεί να δώσει με τη στάση του ένα μήνυμα: δεν μας ενδιαφέρει τι κάνατε, έχουμε άλλα πράγματα να ασχοληθούμε στη ζωή μας, πιο υγιή, πιο σοβαρά.

Αυτό το «δεν μας ενδιαφέρει» δεν σημαίνει πώς πρέπει να τιμωρηθεί ο οποιοσδήποτε αποδειχθεί πως έχει κάνει κάτι. Είτε έχει στήσει ματς, είτε έχει στήσει σέντρα, είτε έχει στήσει αντίσκηνο στο παρασκήνιο του ελληνικού ποδοσφαίρου και βλέπει τα χρόνια (και τις χαμένες ευκαιρίες παιδιών και αθλητών που δεν είναι στο σύστημα) να περνούν, χωρίς ιδιαίτερο νόημα. Αλλά αυτό είναι δουλειά των δικαστικών αρχών πλέον και όχι δική μου για να βγω και να πω «ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΙΜΩΡΗΘΕΙ Ο ΤΑΔΕ».

Δεν έχω ιδέα ποιος πρέπει να τιμωρηθεί, γιατί ποτέ δεν είχαμε ιδέα τι συνέβαινε, όσο εμείς στήναμε παρέες στο σπίτι για να δούμε ντέρμπι. Οπότε, γιατί πρέπει να απαντήσω με σιγουριά και καταδικαστική απόφαση στον οποιονδήποτε για το αν «ο Ολυμπιακός θα υποβιβαστεί ή ποιος είναι ο αρχηγός;». Εδώ, δεν ξέρουμε αν τα υποβρύχια και η κάθε μίζα που έχει πέσει σε αυτή τη χώρα, θα βρουν κάποτε τη δικαιοσύνη που τους αναλογούν. Ας μας πουν οι δικαστές και οι δικηγόροι. Μπορεί και το «δημοσιογράφος» από δέλτα να αρχίζει, αλλά καθένας τη δουλειά του.

Αυτό που θέλω να τονίσω, πέρα από τις δικογραφίες και τα «ντοκουμέντα» που βγαίνουν δεξιά και αριστερά, είναι πώς ο τζόγος δεν είναι εύκολη αρρώστια. Γιατί δεν είναι χόμπι, δεν είναι συνήθεια, δεν είναι κάτι για να περάσεις την ώρα σου. Την ώρα σου την περνάς, παίζοντας πόκερ με πέντε φίλους και χωρίς πολλά λεφτά. Δεν την περνάς, ψάχνοντας το σιγουράκι ή το γιατί η απόδοση του τάδε ματς έχει πέσει και γιατί έγινε αυτό, πώς έγινε, τι κρύβεται από πίσω. Αλλά, πάντα θα υπάρχουν άνθρωποι που τζογάρουν και αυτό δεν ορίζεται από την ιδιότητά τους.

Και ποδοσφαιριστής να είσαι, θα το παίξεις το δελτίο σου, το παρολί σου. Αφού κονομάει ο διπλανός μπακάλης που δεν ξέρει την τύφλα του, γιατί να μην τα πάρω κι εγώ από κανένα στοίχημα, που είμαι μέσα στα πράγματα και ας φτάνει το συμβόλαιό μου για μένα και για τα παιδιά μου, δεν έχει σημασία. Στην ταινία The Color of the Money έλεγαν πως «τα λεφτά που μπορείς να κερδίσει τζογάροντας, είναι δύο φορές πιο γλυκά από αυτά που μπορείς να κερδίσεις δουλεύοντας». Πόσο, μάλλον, αν τα κερδίσεις τζογάροντας χωρίς μεγάλο ρίσκο. Έτσι είναι. Το στοίχημα και ο τζόγος καθορίζουν πολλά γύρω από το ποδόσφαιρο, όχι μόνο το ελληνικό. Γιατί το στοίχημα έχει χρήμα και το χρήμα, σύμφωνα με τα βιβλία της ιστορίας πάντα καθόριζε τα πράγματα ή οδηγούσε σε πολέμους (Το σεξ δεν οδήγησε ποτέ σε πολέμους εκτός από τη Τροία με την Ελένη - έχει μπει από λάθος στη φράση ότι κινεί τον κόσμο).

Α, κάτι ακόμη: Τελικά, αν θέλει το κράτος επεμβαίνει και βάζει πράγματα σε τάξη. Μόλις λειτούργησε συντονισμένα και κυρίως μακριά από τα φώτα των ΜΜΕ, είδαμε κάτι να κινείται, το ζήτημα απλώς τώρα αν θα δούμε κάτι να «εκτελείται» κιόλας. Δηλαδή, αν θα φτάσει το μαχαίρι βαθιά ή αν θα κάνει δύο τρεις γρατζουνιές και ως εκεί. Στο γραφείο, πάντως, μεταξύ σοβαρού και αστείου αναρωτηθήκαμε γιατί δεν έπαιζε και η κυβέρνηση κανένα ματς μπας και γλίτωνε κανένα κομμάτι του χρέους, άκοπα με μια καλή τριάδα;

Αλλάζω λίγο την κουβέντα, γιατί πιστεύω πραγματικά, ότι σε μια χώρα που πάντα το ποδόσφαιρο όλο κάτι έχει και πονάει το έρημο, τη μεγαλύτερη αίσθηση προκάλεσε η κατά τύχη (ή μάλλον ατυχία) εμπλοκή του Γιάννη Μπουρούση σε αυτόν τον κυκεώνα.

Δεν έχει σχέση με την υπόθεση με τα ΣΤΗΜΕΝΑ, αλλά ίσως έχει σχέση με άλλα πράγματα, όπως το ντόπινγκ και αυτό θα είναι επίσης δυστυχές για την καριέρα ενός από τους πιο εξελισσόμενους ψηλούς του ελληνικού μπάσκετ τα τελευταία χρόνια (μπορεί να μην παίζει ακόμη με πλάτη καλά, αλλά έχει βελτιώσει πάρα πολλά πράγματα). Δεν ξέρω αν έχει κάνει χρήση απαγορευμένων ουσιών. Θα μείνω στην επίσημη άρνησή του, στον έλεγχο που του έγινε και στο πώς θα προχωρήσει και η συγκεκριμένη υπόθεση. Αλλά δεν με έχει πιάσει και τρόμος, τύπου μάνας που λέει «παιδί μου καπνίζεις;», γιατί τα συμπληρώματα στον αθλητισμό έχουμε δει πολλές φορές, ότι είναι απλώς μέρος της δουλειάς. Το θέμα δεν είναι ποιος κάνει χρήση απαγορευμένων ουσιών, αλλά ποιον πιάνουν και κάθε πότε;

Η μεγαλύτερη έκπληξη από το διάλογο του Μπουρούση με τον Μάκη Ψωμιάδη έχει να κάνει με το ότι «βγήκαν» στη δημοσιότητα χαρακτηρισμοί που χρησιμοποιεί για τον Παναγιώτη και τον Γιώργο Αγγελόπουλο. Τους οποίους (σ.σ. τους χαρακτηρισμούς) είναι αλλιώς –ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΠΙΘΑΝΟ, ΓΙΑΤΙ ΟΛΟΙ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΠΟΥΜΕ ΚΑΤΙ ΠΟΥ ΔΕΝ ΑΚΟΥΓΕΤΑΙ ΟΜΟΡΦΟ, ΟΤΑΝ ΜΙΛΑΜΕ ΣΕ ΕΝΑ ΤΗΛΕΦΩΝΟ- να φαντάζεσαι, ότι μπορεί κάποιος να τους λέει και αλλιώς να το βλέπεις με τα ίδια σου τα μάτια και κυρίως να ξέρεις ότι εκείνη τη στιγμή το βλέπουν και αυτοί στους οποίους απευθύνεται η λέξη «βλάκες». Αυτοί οι «σε περίπτωση που κάποιος ή κάποιοι εθίγησαν», που μάλλον εννοούσε η επίσημη ανακοίνωση της πλευράς του παίκτη. Δεν ξέρω ποιος τη συνέταξε, αλλά ευτυχώς δεν ήμουν εγώ, να γράψω κάτι τόσο ασαφές και άστοχο.

Τώρα, το τι θα γίνει στην περίπτωση του Μπουρούση, επίσης είναι θέμα άλλων και όχι ημών των δημοσιογράφων. Τα αποτελέσματα των εξετάσεων θα βγουν, η ποινική πτυχή του θέματος θα φανεί και η εξέλιξη της καριέρας του μακριά από τον Ολυμπιακό θα είναι κάτι που θα περιμένουμε να δούμε πώς θα προχωρήσει. Στη live συζήτηση που κάναμε στο Sport24.gr τα ξημερώματα της Παρασκευής, με ρώτησε ένας αναγνώστης φίλαθλος του Ολυμπιακού πώς πρέπει να νιώσει τώρα, που είχε τη φανέλα του στο δωμάτιό του. Του απάντησα, πώς δυστυχώς, όσο και αν μας στενοχωρεί, ακόμη και οι πιο μεγάλες σημαίες μπορούν να καούν. Και ο Παπαλουκάς μετά τις δύο χαμένες βολές στο ΟΑΚΑ σχεδόν «καταζητείται», ενώ πριν από τρία χρόνια είχε επιστρέψει σαν βασιλιάς.

Αλλά είπαμε, δεν χρειάζεται να μπλέκουμε τις δύο υποθέσεις, γιατί δεν έχουν καμία εμπλοκή ανάμεσά τους. Γενικά η «εμπλοκή» έχει παίξει πολύ τις τελευταίες μέρες, αυτές τις μέρες όπου το αστείο, το παράδοξο, το ύποπτο, το ομιχλώδες και το λυπηρό, έχουν γίνει ένα. Όμως, από το να καθίσουμε και να τρελαθούμε για το πώς θα είναι το ελληνικό ποδόσφαιρο ΑΝ ΠΟΤΕ ΠΕΣΟΥΝ ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΟΜΑΔΕΣ ΚΑΙ ΑΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΙΜΩΡΗΘΟΥΝ ΟΣΩΝ ΑΠΟΔΕΙΧΘΕΙ Η ΕΝΟΧΗ ΤΟΥΣ, τι θα γίνει με τις ευρωπαϊκές πορείες, ποιος θα πάρει το πρωτάθλημα που θα χάσει άλλος και ποιος θα επιζήσει σε έναν ποδοσφαιρικό κόσμο, που δεν αντέχεις να ζεις, ας σκεφτούμε λίγο πώς διάολο είναι έτσι κι αλλιώς το ελληνικό ποδόσφαιρο με όλα αυτά. Καθόλου φρου-φρου, καθόλου μπάλα, αλλά ούτε έστω λίγα ωραία αρώματα…

Πηγή: sport24.gr