Γενοκτονία των Ποντίων: Σήμερα θα μιλήσουμε για τα κείμενα ενός Κύπριου αυτόπτη μάρτυρα των τραγικών γεγονότων της Γενοκτονίας των Ποντίων, με την ευκαιρία της 19ης Μαΐου που τιμήθηκε αυτή τη βδομάδα. Συντάκτης είναι ένας κληρικός από τον Οίκο της Μαραθάσας, ο αρχιμανδρίτης Γαβριήλ Καραπατάκης (1870-1953), με έναν περιπετειώδη βίο που ξεκίνησε από τη Μονή Κύκκου στα 12 του χρόνια και συνέχισε στα Ιεροσόλυμα, την Αντιόχεια, τη Βηρυτό, την Ιόππη, την Κωνσταντινούπολη, το Κάιρο, το Ερζερούμ, το Βατούμ, τη Μονή Αγίας Αναστασίας Χαλκιδικής (1921), με τελικό σταθμό την Αθήνα, όπου απεβίωσε.
Υπήρξε προστατευόμενος του τελευταίου Έλληνα Πατριάρχη Αντιοχείας, του Σπυρίδωνος του Κυπρίου (από τον Άγιο Νικόλαο της Πάφου, παραιτήθηκε το 1898) και ένα από τα βιβλία του (1909), αφορά το αντιοχικό ζήτημα. Τον Γαβριήλ και το έργο του παρουσίασε με μελέτες, από το 1994, ο ακάματος ιστορικός ερευνητής Κωστής Κοκκινόφτας, ενώ εκτενές βιογραφικό του περιλαμβάνεται στο Βιογραφικόν Λεξικόν του Αριστείδη Λ. Κουδουνάρη.
Ο Μαραθεύτης κληρικός έζησε στον Πόντο κατά το 1914-1918, την περίοδο του Α’ Παγκοσμίου, όταν είχαν ενταθεί οι σφαγές των χριστιανικών πληθυσμών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, και ειδικά των Αρμενίων και των Ελλήνων.
Το 1916 βρισκόταν στη Μονή Βαζελώνος, το παλαιότερο μοναστήρι του Πόντου, στην περιοχή της Ματσούκας, όπου βρίσκονται και οι άλλες δύο ιστορικές μονές, της Παναγίας Σουμελά και του Αγίου Γεωργίου Περιστερεώτα. Εκεί βίωσε τις σφαγές και τον τρόμο.
Ο Καραπατάκης δημοσίευσε τέσσερα σημαντικά κείμενα για τον Πόντο, τα δύο για τις σφαγές. Στην εφημερίδα της Λευκωσίας Φωνή της Κύπρου στις 24/6-8-1921 το άρθρο «Δραματικαί σκηναί του Πόντου», και το 1925, ως εφημέριος στο ναό των Τριών Ιεραρχών στα Πετράλωνα, το θεατρικό έργο (έξι πράξεων και 63 σελίδων) Δράμα. Η Δέσποινα εν Ματσούκα του Πόντου εν ποιήσει ομοιοκαταλήκτω. Ανήγγειλε ότι ετοίμαζε για έκδοση πολυσέλιδο σύγγραμμα, «διαλαμβάνον πάντα τα από του 1914-1918 δεινά των χριστιανών του Πόντου υπό των Τούρκων». Δυστυχώς δεν το εξέδωσε ποτέ και τα χειρόγραφα λανθάνουν.
Η 17χρονη Δέσποινα Τσιρονίδου
Ας δούμε την υπόθεση της Δέσποινας όπως την περιγράφει ο Καραπατάκης: «Ο ήρως του δράματος είναι η Δέσποινα Δημητρίου, δεκαεπταέτις εκ του χωρίου Παπαρούζης, ήτις κατά την απέλασιν των χριστιανών υπό των Τούρκων εκρύφθη μετά των συγγενών της εις το παρά την Μονή της Βαζελώνος δάσος. Ήτο δε γνωστή διά την εξέχουσαν καλλονήν της και εις αυτούς τους Τούρκους τζεττέδες και κατεζητείτο επιμόνως.
»Την εύρεν ο αρχιτζεττές, ο οποίος εγχώριός της ων, την εγνώριζεν και την ηγάπα περιπαθώς. Την συνέλαβε μαζύ με τους συντρόφους της και τους ωδήγησεν εις εν δωμάτιον της Ιεράς Μονής του Προδρόμου Βαζελώνος. Εκεί την εβίασε να γίνη σύζυγός του διά παντός, αυτή όμως επιμόνως του ηρνείτο. Μετά πολλάς ατιμώσεις και βασάνους, ο αιμοβόρος εραστής ιδών το σταθερόν της γνώμης της –ότι δεν τον ακολουθεί ως σύζυγος–, έκοψε την κεφαλήν αυτής στρογγυλά και την έρριψεν εις το έτερον δωμάτιον της Μονής. Εφόνευσε και τους συντρόφους της και ανεχώρησε.
»Άρα το δράμα εγένετο εντός της Ιεράς Μονής Βαζελώνος εννέα ώρας προς το ΝΔ της Τραπεζούντος. Εις το δράμα τούτο παρενείρονται και όλοι οι βανδαλισμοί των Τούρκων ως και αι αγγαρείαι και καταπιέσεις ας υπέστησαν οι χριστιανοί εν καιρώ πολέμου (1914-1918)»
Το φρικτό μαρτύριο στη Μονή Βαζελώνος της Δέσποινας Τσιρονίδου από το χωριό Ποπάρζη της Ματσούκας περιγράφεται και στη «Μαύρη Βίβλο διωγμών και μαρτυρίων του εν Τουρκία Ελληνισμού (1914-1918)» που εξέδωσε το Οικουμενικό Πατριαρχείο στην Κωνσταντινούπολη το 1919.
Όταν ο ρωσικός στρατός κατέλαβε την Τραπεζούντα τον Απρίλιο του 1916 Τούρκοι στρατιώτες και άτακτοι (οι τζεττέδες) εφάρμοσαν σχέδιο εθνοκάθαρσης σε βάρος των ελληνικών πληθυσμών στις περιοχές που έμειναν υπό τον έλεγχό τους. Στο θεατρικό του έργο ο Καραπατάκης εμφανίζει και τον εαυτό του, και αναφέρει ότι φιλοξενήθηκε έξι μήνες στη Μονή Βαζελώνος. Αλλά και στο άρθρο του περιγράφει φρικιαστικές λεπτομέρειες από τη λεηλασία της μονής και τα απάνθρωπα μαρτύρια των Ποντίων.
Όπως γράφει, «υπέστησαν οι δυστυχείς τόσας βασάνους όσας και οι άγιοι μάρτυρες της εκκλησίας παρά των Νερώνων, των Δεκίων και των Διοκλητιανών» και σημειώνει ότι όλα αυτά είχαν γίνει το 1916, πριν η Ελλάδα εξέλθει στον πόλεμο. Για να κλείσει θρηνώντας: «Ποία γλώσσα ανθρώπου δύναται να διηγηθή τα βάσανα, τους θανάτους, την πείναν, την ταλαιπωρίαν, την από βουνόν εις βουνόν μεταφοράν των πληθυσμών εν μέσω χειμώνος και από κώμην εις κώμην;»
Π. Παπαπολυβίου, αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου
Αναδημοσίευση από την εφ. Φιλελεύθερος.