Ήταν δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων, αυτή τη φορά δεν έβρεχε -επειδή χιόνιζε- και γράφοντας αυτές τις γραμμές χτυπάνε στο μυαλό μου οι νότες του πρώτου από τα τραγούδια που θα βρείτε παρακάτω, στην εξέλιξη της ιστορίας μας. Πιάνο Φαντάζια, «Σονγκ φορ Ντενίζ» και ιδιαίτερες αναμνήσεις, καθώς πρόκειται για την εισαγωγή της εκπομπής ενός από τους δεκάδες, εκατοντάδες ή και χιλιάδες πειρατικούς ραδιοφωνικούς σταθμούς εκείνης της εποχής. Εντάξει, δεν ήμουν ο Πειρατής Μαυρογένης (η αλήθεια είναι πως τώρα του ...φέρνω), ωστόσο είχα συμμετάσχει σε αρκετές εκπομπές εκείνου του πειρατικού σταθμού που είχε στήσει ο συμμαθητής μου, ο «Κόμης (ελπίζω να ΄ναι καλά όπου κι αν βρίσκεται).
Ο συγκεκριμένος σταθμός, ο οποίος εξέπεμπε από ένα ...κοτέτσι με την ελπίδα να μην μας τσιμπήσουν τα ραδιογωνιόμετρα, είχε κάποια Χριστούγεννα τη φαεινή ιδέα να αυτοκαρφωθεί, καλώντας τους ακροατές του σε πάρτι, σε μια τοπική ντίσκο, στα «μοβ» του Αμερικάνου. Ήταν σαν να λέγαμε στις αρμόδιες υπηρεσίες, «εκεί θα είμαστε οι ραδιοπειρατές, ελάτες να μας πιάσετε»!
Δεν ήρθαν...
Η εκδήλωση είχε απόλυτη επιτυχία. Βγήκαν και κάτι λεφτάκια, τα οποία ξοδεύτηκαν σε ...πειρατικό υλικό, λάμπες, μικρόφωνα, πικ-απ, δίσκους - για όσους δεν ξέρουν, δίσκοι ήταν κάτι μαύρα στρογγυλά πράγματα, σαν πιατέλες, με αυλάκια, από τα οποία με τη βοήθεια μιας μαγνητικής βελόνας, ακούγαμε μουσική. Εκείνο που μου έχει μείνει από εκείνο το πάρτι, ήταν η προετοιμασία. Ο Κόμης προετοίμαζε τους δίσκους (βλέπε παραπάνω) που θα παίξει κι εγώ προετοίμαζα ατάκες για να ρίξω γκόμενα. Ήμουν πολύ ερωτευμένος τότε. Με την Ευγενία (που ήθελε να τη φωνάζουν Τζένη) και τη Ζαχαρούλα (που ήθελε να τη φωνάζουν Ρούλα).
Δεν ήρθαν...
Διαβάστε το υπόλοιπο άρθρο στο gazzetta.gr