γνωστες λεπτομέρειες για τη ζωή του Αριστοτέλη Ωνάση φέρνει στο φως ένα νέο βιβλίο που αποκωδικοποιεί το DNA του ομίλου επιχειρήσεων του σπουδαιότερου Ελληνα επιχειρηματία του 20ού αιώνα. Πρόκειται για την «Ιστορία Επιχειρήσεων Ωνάση 1924-1975», που κυκλοφορεί από το Ιδρυμα Αλέξανδρος Σ. Ωνάσης, το Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών – ΙΤΕ και τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, σε επιστημονική επιμέλεια της καθηγήτριας Ναυτιλιακής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, Τζελίνας Χαρλαύτη.
Το βιβλίο αναδεικνύει για πρώτη φορά το Αρχείο Επιχειρήσεων Ωνάση, καλύπτοντας μια περίοδο που ξεκινάει από τα τέλη του 19ου αιώνα και καταλήγει στον θάνατο του επιχειρηματία το 1975. Και αποκαλύπτει τη δαιδαλώδη λειτουργία ενός πολυεθνικού ομίλου που λειτουργούσε με 240 επιχειρήσεις σε τρεις ηπείρους.
Ο πρόσφυγας Ωνάσης, έχοντας λάβει την κατάλληλη εμπορική μόρφωση στη Σμύρνη, παίρνει τον δρόμο για την Αργεντινή, με «την μανίαν και τον πόθον» να γίνει έμπορος. Μετά πολλά χρόνια, στο ζενίθ της οικονομικής κρίσης, αγοράζει καράβια και εισέρχεται στη ναυτιλία. Ταξιδεύει αδιάκοπα για να εμβαθύνει τις γνώσεις του και συμβάλλει στην αντικατάσταση των Βρετανών από τους Ελληνες στην tramp ναυτιλία. To 1939 ιδρύει την πρώτη του παναμαϊκή εταιρεία, έχοντας αντιληφθεί τα οφέλη των υπεράκτιων εταιρειών.
Η «Ωνασιάδα»
Επενδύει εγκαίρως σε νεότευκτα δεξαμενόπλοια, κάτι πρωτοπόρο για την τότε ελληνόκτητη ναυτιλία. Συνδυάζει την εμπειρία της ελληνικής, βρετανικής και νορβηγικής ναυτιλίας και φέρνει ένα νέο μοντέλο επιχειρηματικής οργάνωσης, όπου η διαχείριση και η πλοιοκτησία αποτελούν δύο διακριτές οντότητες και δημιουργεί υπεράκτιες εταιρείες στους μετέπειτα «φορολογικούς παραδείσους». Στόχος του ήταν να έχει τη μέγιστη ευελιξία δράσης, περιορίζοντας τον επιχειρηματικό κίνδυνο σε επίπεδο πλοίου και όχι στόλου.
Ακολουθεί η συμμαχική νίκη. Οι ΗΠΑ παρέχουν στην Ελλάδα 100 πλοία Liberty και 7 δεξαμενόπλοια Τ2 σε χαμηλή τιμή, τα οποία η Αθήνα προσφέρει σε εφοπλιστές. Ο Ωνάσης ζητεί 12 πλοία, αλλά δεν του δίδεται ούτε ένα, έπειτα από παρεμβάσεις των Ελλήνων εφοπλιστών. Το 1947 ξεκινά την «Ωνασιάδα», ένα λίβελλο με τον οποίο διασύρει το εφοπλιστικό κατεστημένο.
Ο Ωνάσης αγοράζει 10 Liberty απευθείας από τη Ναυτιλιακή Επιτροπή των ΗΠΑ, με τη συγχρηματοδότηση της Citibank, ανοίγοντας για πρώτη φορά την τραπεζική αγορά για μη Αμερικανούς υπηκόους. Επίσης, καινοτομεί και εξυπηρετεί το δάνειο με ναυλοσύμφωνα. Η εκτόξευση των ναύλων και των τιμών των πλοίων τού δίνει την ευκαιρία να τα πουλήσει γρήγορα και να αγοράσει τα πολυπόθητα Τ2. Η αίτησή του, όμως, απορρίπτεται διότι οι Αμερικανοί σταματούν να πωλούν δεξαμενόπλοια σε ξένους. Τότε, δημιουργεί νομότυπες αμερικανικές εταιρείες χρησιμοποιώντας ως «βιτρίνα» παθητικούς μετόχους και τα αγοράζει.
Σύγκρουση με τις ΗΠΑ
Οι υποψιασμένες αμερικανικές αρχές διατάσσουν έρευνα του FBI, το οποίο το 1951 κάνει φύλλο και φτερό τα βιβλία τους. Υπό ασφυκτική πίεση, ο Ωνάσης λαμβάνει δράση και χτυπά ευθέως τα αμερικανικά ναυτιλιακά συμφέροντα μεταφέροντας τις παραγγελίες των νέων πλοίων στα γερμανικά και στα γαλλικά ναυπηγεία και την έδρα των επιχειρήσεών του στο Μόντε Κάρλο. Ταυτόχρονα, επιτίθεται στην καρδιά των αμερικανικών συμφερόντων στη Μέση Ανατολή, συνάπτοντας συμφωνία με τη Σαουδική Αραβία για τη μεταφορά πετρελαίου, την οποία μονοπωλούσε έως τότε η Aramco.
Το αμερικανικό κατεστημένο κηρύσσει πόλεμο εναντίον του και ο Ωνάσης γίνεται πρωτοσέλιδο, κατηγορούμενος για εξαπάτηση των ΗΠΑ. Το θέμα φτάνει σε εξεταστική επιτροπή της αμερικανικής Γερουσίας. Το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης τεκμηριώνει την ιδιοκτησία του επί των αμερικανικών επιχειρήσεων και διατάσσεται κατάσχεση 17 πλοίων του. Ωστόσο, δικαιώνεται στα αμερικανικά δικαστήρια, ενώ στο ποινικό σκέλος η δίωξη εναντίον του επίσης απορρίπτεται.
Αϊζενχάουερ – Νιάρχος – Νίξον
Στις 22 Ιουλίου 1954, το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ συνεδριάζει με θέμα τη συμφωνία Ωνάση – Σαουδικής Αραβίας, η οποία χαρακτηρίζεται ως απειλή για τα στρατηγικά και οικονομικά συμφέροντα των ΗΠΑ. Ο πρόεδρος Αϊζενχάουερ δίνει εντολή για την ακύρωσή της. Η CIA αναλαμβάνει να ταπεινώσει τον εφοπλιστή. Και το πετυχαίνει με τη συνεργασία του Σταύρου Νιάρχου κι ενός πρώην συνεργάτη του Ωνάση. Ο Νιάρχος προσλαμβάνει τον πράκτορα της CIA Ρόμπερτ Μαχέου, ο οποίος ξεκινά να δουλεύει κατά του Ωνάση – μεταξύ άλλων, εξαγοράζει τη φωνή εφημερίδας στην Ελλάδα και βάζει κοριό στο διαμέρισμα του εφοπλιστή. Παράλληλα, οι πετρελαϊκές εταιρείες προχωρούν σε μποϊκοτάζ κατά του Ωνάση και σταματούν τις παραγγελίες στα πλοία του – ο εφοπλιστής χάνει πάνω από 20 εκατ. δολάρια. Οι Σαουδάραβες δέχονται αφόρητες πιέσεις από τις ΗΠΑ και την Aramco και συμφωνούν να επιλυθεί η υπόθεση σε διεθνές δικαστήριο, η οποία εκδικάζεται τρία χρόνια αργότερα υπέρ της Aramco.
Εχει μεσολαβήσει, ωστόσο, ως από μηχανής θεός, το κλείσιμο του Σουέζ το 1956 από τον Νάσερ, που υποχρεώνει τα δεξαμενόπλοια να κάνουν τον διάπλου της Αφρικής. Σε εκείνη τη συγκυρία, ο Ωνάσης είναι ο μόνος που διαθέτει μεγάλο αριθμό αναύλωτων δεξαμενοπλοίων. Τα ρίχνει αμέσως στην αγορά, επιτυγχάνοντας τεράστια κέρδη. Τελικά, ΗΠΑ και Ωνάσης υπογράφουν συμφωνία διακανονισμού. Ο εφοπλιστής δηλώνει ένοχος (αν και νομικά δεν είναι), οι Αμερικανοί πετυχαίνουν τη συμβολική διαπόμπευσή του και η υπόθεση κλείνει. Είναι, πάντως, ενδιαφέρον ότι ο εφοπλιστής συνεισφέρει οικονομικά στην προεκλογική εκστρατεία του Ρίτσαρντ Νίξον, ο οποίος ήταν και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Αϊζενχάουερ.
Πλήθος αποκαλύψεων
Μέσα από το Αρχείο Επιχειρήσεων Ωνάση, το βιβλίο φέρνει στο φως άγνωστα μέχρι σήμερα στοιχεία: την έγκαιρη επισήμανσή του για τον ρόλο της ναυτιλίας και του τουρισμού, τομείς τους οποίους ήδη από τη δεκαετία του 1940 χαρακτήριζε ως κύριες βιομηχανίες της Ελλάδας («κάθε λαός για την δουλειά που τον έφτιασε ο Θεός», έγραφε)· το μοντέλο επιχειρησιακής οργάνωσης του ομίλου του, το οποίο αντιγράφεται έως και σήμερα· την «ακτινογραφία» των περισσότερων από τις 240 επιχειρήσεις που διέθετε ανά τον κόσμο· τον δαιδαλώδη οικονομικό και λογιστικό έλεγχο των βιβλίων του ομίλου· την έγκαιρη χρήση της πληροφορικής για τη μηχανοργάνωση της αποθήκης και του λογιστηρίου – μάλιστα, στελέχη του έφεραν τον τίτλο data processing operator· τη μαζική πρόσληψη ναυτικών από τις σεισμόπληκτες Κεφαλονιά και Ιθάκη· το asset play, το οποίο τον οδηγούσε να πωλεί καράβια όταν οι τιμές ήταν υψηλές και να αγοράζει όταν αυτές κατέρρεαν.
Επιπλέον, αποκαλύπτει ότι ο Καραμανλής τον υποχρέωσε να παραιτηθεί από τη διεκδίκηση των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά υπέρ του Νιάρχου· το δαιδαλώδες σχήμα της αγοράς και εκμίσθωσης των αεροσκαφών του στην Ολυμπιακή Αεροπορία, που ακολουθούσε την πρακτική της εκμετάλλευσης του θαλάσσιου στόλου του· τη διαρκή χρήση της απειλής αποχώρησης από την Ολυμπιακή προκειμένου να αποσπάσει νέες παραχωρήσεις· την προστασία από τον ανταγωνισμό που εξασφάλισε για την αεροπορική εταιρεία από τη χούντα· τις στενές σχέσεις που ανέπτυξε με τον δικτάτορα Παπαδόπουλο τόσο για την Ολυμπιακή όσο και για την επένδυση του διυλιστηρίου της «Ωμέγα», που τελικά δεν πραγματοποιήθηκε, όμως προκάλεσε μία ακόμη σύγκρουση Ωνάση – Νιάρχου μέσω διένεξης Παπαδόπουλου – Μακαρέζου.
Ενώ φωτίζει και άλλες ενδιαφέρουσες πτυχές: το γεγονός ότι ποτέ στη ζωή του δεν έμεινε στο ίδιο μέρος για περισσότερες από 14 ημέρες, αλλά και για το ότι δεν απέκτησε ποτέ ιδιόκτητο σπίτι τουλάχιστον έως το 1956· τη χρηματοδότηση προεκλογικής εκστρατείας της Ενώσεως Κέντρου· το ότι στήριζε οικονομικά την πρώτη του σύντροφο Ινγκεμποργκ Ντέντιχεν, με την οποία ήταν μαζί από το 1934 έως το 1946, έως και μετά τον θάνατό του.
Ο Ωνάσης πέθανε στις 15 Μαρτίου 1975, αφήνοντας πίσω του περιουσία 500 εκατ. δολαρίων (σημερινή αξία 2,7 δισ. δολάρια) κι επιτυγχάνοντας το αδύνατο: να διατηρήσει τις επιχειρήσεις του δραστήριες, διασφαλίζοντας παράλληλα το κοινωφελές έργο του, τους κληρονόμους του και τη συνέχεια του ομίλου, που εξακολουθεί σήμερα να δραστηριοποιείται με είκοσι δεξαμενόπλοια και 1.000 ναυτικούς.
Ο κ. Αχιλλέας Χεκίμογλου είναι συγγραφέας και ερευνητής.
Πηγή: kathimerini.gr