Ενα ταξίδι με τη βία
Ούτε «εξοργισμένοι» ούτε «εξαγριωμένοι» ούτε «θερμοκέφαλοι» ήταν οι χούλιγκαν που επιτέθηκαν στο Θέατρο Τέχνης, όπως από αμηχανία ή ρουτινιέρικη ευκολία έσπευσαν να τους χαρακτηρίσουν τα πρώτα ρεπορτάζ. Ψυχρά έδρασαν και ασυγκίνητα, μεθοδικά και όχι σπασμωδικά, και δίχως η μνήμη τους να εμποδίζεται από την ιστορία του θεάτρου που κατέστρεψαν. Τι να τους εξαγριώσει άλλωστε, τι να τους οδηγήσει σε έξαψη και παραφορά. Τίποτα δεν παιζόταν εδώ, κανένας αγώνας δεν γινόταν, και καμία απειλή δεν υπήρχε για την τιμή και τη δόξα της ομάδας τους, άρα και τη δική τους. Το γεγονός ότι στον τίτλο του θεατρικού έργου συμπεριλαμβανόταν το όνομα του «μισητού αντιπάλου» («Ενα ταξίδι με τον ΠΑΟΚ») αρκούσε για να αποδείξει ότι οι θεωρίες του Παβλόφ για τα εξαρτημένα αντανακλαστικά δεν ισχύουν μόνο στα τετράποδα.
Αυτό είναι το χειρότερο και το πλέον επικίνδυνο γνώρισμα της βάρβαρης επίθεσης: ότι οργανώθηκε ψυχρά, πιθανόν από κάποιους κρυμμένους.... «αξιωματικούς» με στρατιωτική σκέψη, κι ακόμα πιο ψυχρά ολοκληρώθηκε από τον εκτελεστικό βραχίονα. Πάνε χρόνια, άλλωστε, που οι χούλιγκαν δρουν απολύτως στρατιωτικά, οργανωμένοι σε λόχους, με τον κατάλληλο οπλισμό στη διάθεσή τους αλλά και με σκληρούς προπαγανδιστικούς μηχανισμούς (εφημερίδες και ιστοσελίδες), με αιματηρές συρράξεις σε προκαθορισμένα πεδία μάχης, ακόμα και με κάποιας μορφής μισθοφόρους στις τάξεις τους.
Δεν χωρούν λοιπόν εδώ οι συνήθεις προφάσεις, αυτές στις οποίες προσφεύγουν με εγκληματική ελαφρότητα αλλά και από δημαγωγική βούληση οι πρόεδροι και μεγαλομέτοχοι των αθλητικών συλλόγων, για να νομιμοποιήσουν τη βία του «ηρωικού λαού» τους, την οποία πολύ συχνά απελευθερώνουν οι ίδιοι, με εμπρηστικές δηλώσεις και απερίσκεπτες πράξεις. Κανένας καημένος διατητής δεν έφταιξε «σφάζοντας την ομάδα», κανένας αντίπαλος ποδοσφαιριστής δεν «προκάλεσε» με κάποια χειρονομία, και καμιά αστυνομία δεν πυροδότητε τα επεισόδια εκτοξεύοντας αδιακρίτως δακρυγόνα ή ό,τι άλλο ισχυρίζονται μονότονα οι εμπλεκόμενοι, δικαιολογώντας έτσι τα πράγματα και επιτρέποντας (αν όχι εκμαιεύοντας) την αέναη επανάληψή τους. Τίποτα.
Προχθές, στο Καραϊσκάκη τηρήθηκε ενός λεπτού σιγή για τους 21 φιλάθλους του Ολυμπιακού που σκοτώθηκαν άδικα των αδίκων τριάντα χρόνια πριν. Ισως θα ήταν φρόνιμο, μπορεί και ωφέλιμο, να είχε τηρηθεί αμέσως έπειτα μια δεύτερη μονόλεπτη σιωπή στη μνήμη του Κουν, κηρυγμένη από τον πρόεδρο της ομάδας του Πειραιά, σαν ένα ελάχιστο δείγμα ανάληψης της ευθύνης και σαν μια ευκαιρία συλλογικού στοχασμού. Αλλά δυστυχώς οι καθάρσεις μόνο στο θέατρο συνηθίζονται. Και ο χουλιγκανισμός, τόσο χρήσιμος σε τόσο πολλούς, πάει στο θέατρο όχι για καθάρσεις αλλά για εκκαθαρίσεις. Οσο για τον επίσημο Ολυμπιακό, αφού επέλεξε επί τριήμερο μιαν άλλου είδους σιγή, τη σιωπή της ανευθυνότητας, στο τέλος αρπάχτηκε από το άλλοθι της ενδεχόμενης προβοκάτσιας. Απωθώντας έτσι ακόμα πιο μακριά τους μυριάδες φίλους του που νιώσαμε βαθύτατη ντροπή.