Από την εποχή της Αιγυπτιακής και Βαβυλωνιακής δουλείας και της βίαιης Διασποράς, ο Εβραϊκός λαός έχει βιώσει ανείπωτες καταπιέσεις και διώξεις που έχουν αλλοτριώσει την ομαδική ψυχή του σε τέτοιο βαθμό ώστε να αντιδρά εξίσου βίαια κατά την αδήριτη προσπάθειά του να διεκδικήσει μια γη για το Ισραηλινό έθνος. Η κλιμάκωση είναι συστημική επιταγή για τους Ισραηλινούς από την οποία δεν μπόρεσαν και πιθανώς δε θα μπορέσουν ποτέ να απαλλαγούν.

Όταν στις αρχές τις δεκαετίας του 1920, ξεκίνησαν τα πρώτα πογκρόμ εναντίον των Εβραίων εποίκων και κατοίκων της Παλαιστίνης, πολλοί διασώθηκαν από Άραβες γείτονες τους που έβαλαν τα κορμιά τους μπροστά από τις πόρτες των εβραϊκών οικογενειών και έκαναν τους ομόθρησκούς τους να οπισθοχωρήσουν. Όμως μέχρι το τέλος της δεκαετίας η κλιμακούμενη αντεκδίκηση από φανατικούς μουσουλμάνους που διεκδικούσαν την πατρίδα τους με τον μόνο τρόπο που τους έμενε εντός της άκριτα μεροληπτικής (υπέρ των Εβραίων) Αγγλικής επικυριαρχίας αλλά και της ακραίας Σιωνιστικής ακροδεξιάς στην Παλαιστίνη που αν και μειοψηφούσα, αποτελούσε το μόνο μέσο άμυνας στα μουσουλμανικά πογκρόμ, δεν θα άφηναν χώρο έκτοτε για μια ειρηνική λύση και συνύπαρξη.

Οι δολοφονίες του Σαντάτ, του Ραμπίν, όπως και η περιθωριοποίηση άλλων πολιτικών που προσπάθησαν για την ειρήνη, ενδεικνύουν ότι η πλειοψηφία των Εβραϊκών και Αραβικών πληθυσμών είτε δε θέλουν την ειρήνη είτε είναι εγκλωβισμένοι από τις ακραίες μειοψηφίες που έχουν σκοπό την εθνοκάθαρση ή και γενοκτονία των αντιπάλων τους.

Πως όμως ξεκίνησε όλη αυτή ακρότητα;

Ας θυμηθούμε τους Εβραίους στη Αίγυπτο που σύμφωνα με τη Βίβλο στέναζαν υπό το ζυγό του Φαραώ και δεν είχαν μια πατρίδα για να εδράσουν το έθνος τους. Όταν η Ερυθρά θάλασσα έκλεισε πίσω τους, ο μόνος δρόμος που τους έμενε ήταν εμπρός προς το άγνωστο μιας ακαθόριστης Θεϊκής υπόσχεσης, με μόνο τους όπλο την πίστη τους στο πεπρωμένο ενός περιούσιου λαού. Αν απομακρύνονταν από αυτήν την πεποίθηση ο όλεθρος θα ήταν άμεσος και αναπόφευκτος. Με την πλάτη στον τοίχο και καμένες όλες τις γέφυρες πολέμησαν με πολλούς λαούς -που σύμφωνα με τη Βίβλο γενοκτόνησαν- μέχρι να πετύχουν το αρχικά φαινομενικά ακατόρθωτο όνειρό τους- τη γη της Επαγγελίας. Αργότερα αντιστάθηκαν πέρα από κάθε λογική στους επικυρίαρχους τους μέσα από την ίδια πεποίθηση του περιούσιου λαού και την νοοτροπία των καμένων γεφυρών. Η υποταγή και η συνύπαρξη τους φαινόταν αδύνατη, ένα ανοσιούργημα απέναντι στη Διαθήκη του Θεού τους που απαιτούσε αποκλειστικότητα και υποσχόταν την περιούσια θέση. Όμως σαν αυτό-εκπληρούμενη προφητεία, σαν συστημική «κατάρα», η διασπορά επέπεσε για δεύτερη φορά μέσα από την σκληρή τιμωρία των Ρωμαίων επικυρίαρχων τους. Ο αυτοκράτορας Αδριανός τους διασκόρπισε σε όλη του την Αυτοκρατορία και έκτοτε εξαναγκάστηκαν να κρατούν τη θρησκευτική και εθνική τους ταυτότητα κάτω από ανείπωτες ταπεινώσεις και καταπιέσεις, σαν τις εποχές της σκλαβιάς στους Αιγυπτίους και τους Βαβυλωνίους. Αρκετοί αλλαξοπίστησαν υπό την πίεση αλλά οι υπόλοιποι ενδυναμώθηκαν μέσα από αυτήν την δοκιμασία αιώνων και κάθε χρόνο στο Γιομ Κιπούρ εύχονταν ο ένας στον άλλον: «Του Χρόνου στην Ιερουσαλήμ».

Μέχρι που η στιγμή ήρθε. Με την υποστήριξη των σιωνιστών τραπεζιτών του Λονδίνου, ο εποικισμός της Παλαιστίνης ξεκίνησε στις αρχές του 20ου αιώνα. Οι κατατρεγμένοι Εβραίοι της Ουκρανίας και της υπόλοιπης Ευρώπης του μεσοπολέμου έφτασαν και αυτοί στη Γη της επαγγελίας με καμένες τις γέφυρες πίσω τους. Συνάντησαν πάλι πογκρόμ και ρατσισμό από ένα λαό που έβλεπε τη χώρα του να εποικίζεται χωρίς καμμιά προστασία από τους Οθωμανούς και κατόπιν Άγγλους επικυρίαρχους του. Αν και η συντριπτική πλειοψηφία των εποίκων και των πολιτικών του ήταν προοδευτικοί κεντροαριστεροί που απλά ήλπιζαν σε μια ειρηνική συνύπαρξη, η άμετρη εποικιστική πολιτική και η τραγική κατάσταση των παλαιστινίων της εποχής που είχαν υποστεί ένα φρικτά πολύνεκρο λιμό κατά τον Α’ΠΠ δεν αφήσαν πολλές ελπίδες για μια τέτοια έκβαση και σύντομα οι αντεκδικήσεις από τις αντίπαλες ριζοσπαστικές/εθνικιστικές μερίδες των δυο λαών είχαν κλείσει οριστικά αυτήν την πόρτα.

Το 1930, η εναλλακτική να αποικισθεί μόνο η Γαλιλαία δεν ήταν ούτε και αυτή βιώσιμη καθώς δεν έλυνε το πρόβλημα της ιερής πόλης της Ιερουσαλήμ που διεκδικείτο και από τους δυο λαούς, δεν εξασφάλιζε και πάλι πληθυσμιακή πλειοψηφία των Εβραίων ακόμα και σε αυτή τη μικρή περιοχή χωρίς μια εθνοκάθαρση που εκείνη την εποχή ήταν αδύνατη, ενώ δεν εξασφάλιζε την ειρηνική συνύπαρξη του κράτους της Γαλιλαίας με τους εχθρικούς Άραβες γείτονές του.

Έτσι, οι Εβραίοι βρέθηκαν πάλι με καμένες τις γέφυρες πίσω τους. Η μόνη τους ελπίδα ήταν να πολεμήσουν μέχρι τέλους για να αποκτήσουν ένα κράτος στη Γη της Επαγγελίας, ακριβώς όπως το είχαν κάνει οι πρόγονοι τους. Η αντισημιτική στάση της Χιτλερικής Ευρώπης και η τραγική αποκάλυψη του Ολοκαυτώματος σφράγισαν την απόφαση τους αυτή και το πνεύμα της Μασάντα («Ποτέ ξανά») όπλισε τους νέους εποίκους που κατέκλυσαν το μεταπολεμικό Ισραήλ με την ιδιά ζέση που κατέκλυζε τους προγόνους τους έναντι των Φιλισταίων (από όπου κατά τραγική ειρωνεία έχει λάβει το όνομα της η Παλαιστίνη)

Απομονωμένοι και υπερφαλαγγισμένοι από παντού οι Εβραίοι πολέμησαν και δεν σταμάτησαν να πολεμούν μέχρι την τελική τους νίκη. Αυτή η ακραία συστημική τους θέση τους στερεί την πιθανότητα ειρηνικής συνύπαρξης και τους στοιχίζει τόσο στα τραπέζια των διαπραγματεύσεων όσο και στις ειρηνικές περιόδους αλλά όσο νιώθουν ακόμα τα άρματα του Φαραώ να τους καταδιώκουν δεν θα σταματήσουν να εκδραματίζουν το ρόλο του πρόμαχου ενός «περιούσιου λαού».

ΠΗΓΗ: Geopolitico.gr