Η πρεσβεία του Μπανγκλαντές στη Μόσχα ανακοίνωσε ότι περίπου δώδεκα οικογένειες επικοινώνησαν μαζί της ζητώντας βοήθεια για την επιστροφή των γιων τους, που – όπως ισχυρίζονται – εξαπατήθηκαν για να καταταγούν στον ρωσικό στρατό.

«Δεν είχαμε ιδέα ότι θα καταλήγαμε στο πεδίο της μάχης», δήλωσε ο Μοχάμαντ Άκραμ Χοσάιν, που ανέφερε πως αυτός και ο γαμπρός του είχαν εγγραφεί σε ένα γραφείο εύρεσης εργασίας και τους είχαν υποσχεθεί δουλειά στην Κύπρο, πριν τους προτείνουν εργασία στη Ρωσία.

«Το γραφείο μάς είπε πως μόνο για τη Ρωσία υπήρχαν διαθέσιμες βίζες εργασίας, και δεχτήκαμε να πάμε», είπε ο 26χρονος στο AFP. «Ποτέ δεν φανταζόμασταν ότι θα μας εγκατέλειπαν με αυτό τον τροπο».

Η ανεργία στο Μπανγκλαντές είναι υψηλή και η οικονομία υπέστη σοβαρό πλήγμα πέρυσι εξαιτίας των διαδηλώσεων που οδήγησαν στην πτώση της κυβέρνησης.

Συγγενείς που ανησυχούν για την τύχη των δικών τους άρχισαν να στέλνουν μηνύματα στους διπλωμάτες του Μπανγκλαντές στη Μόσχα, μετά την ανακοίνωση μιας οικογένειας ότι ο γιος της, Μοχάμαντ Γιασίν Σέιχ, 22 ετών, σκοτώθηκε στις 27 Μαρτίου πολεμώντας για τον ρωσικό στρατό.

Ο θείος του, Αμπούλ Χασέμ, ανέφερε πως η οικογένεια ειδοποιήθηκε από φίλο του νεκρού – επίσης Μπανγκλαντεσιανό και μαχητή της ρωσικής πλευράς – κατά τη διάρκεια της μουσουλμανικής γιορτής του Έιντ στο τέλος Μαρτίου.

«Ο φίλος του Γιασίν μας κάλεσε την ημέρα του Έιντ και μας είπε ότι σκοτώθηκε», δήλωσε ο Χασέμ. «Αργότερα, δεχτήκαμε και τηλεφώνημα από Ρώσο διοικητή».

«Ξοδέψαμε πολλά για να τον στείλουμε εκεί, και τώρα περιμένουμε το πτώμα του», συνέχισε.

«Ζητήσαμε από την κυβέρνηση του Μπανγκλαντές να κάνει ενέργειες ώστε η μητέρα του να μπορέσει να του πει το τελευταίο αντίο».

Το AFP δεν μπόρεσε να επιβεβαιώσει ανεξάρτητα τους ισχυρισμούς της οικογένειας.

Ωστόσο, ο Φαρχάντ Χοσάιν, επιτετραμμένος του Μπανγκλαντές στη Μόσχα, επιβεβαίωσε ότι η πρεσβεία γνωρίζει για το περιστατικό.

«Μάθαμε για τον Μοχάμαντ Γιασίν Σέιχ πριν λίγες μέρες και επικοινωνήσαμε με τους Ρώσους για το θέμα», ανέφερε, προσθέτοντας πως δεν μπορεί να επιβεβαιώσει ούτε τον θάνατό του, ούτε άλλους Μπανγκλαντεσιανούς τραυματίες ή νεκρούς, και πως η πρεσβεία περιμένει απάντηση από τη Μόσχα.

Ο Χοσάιν επιβεβαίωσε επίσης ότι κι άλλοι Μπανγκλαντεσιανοί έχουν επικοινωνήσει με την πρεσβεία.

«Δεχόμαστε αιτήματα από γονείς που ζητούν πληροφορίες για τους γιους τους. Μέχρι στιγμής έχουμε απαντήσει σε περίπου δώδεκα τέτοιες περιπτώσεις».

Ο Χοσάιν είπε στο AFP πως οι ρωσικές αρχές υποστηρίζουν ότι όσοι πολεμούν για τη Μόσχα έχουν υπογράψει συμβόλαια, πληρώνονται και υπόκεινται στους κανόνες του πολέμου.

Δεν μπορούσε να επιβεβαιώσει πόσοι Μπανγκλαντεσιανοί έχουν ενταχθεί στον ρωσικό στρατό, αν και μία εφημερίδα της χώρας επικαλέστηκε πηγές ασφαλείας που ανέφεραν ότι είναι πάνω από 100.

Ο Μοχάμαντ Άκραμ Χοσάιν, που υποστηρίζει πως κατάφερε να ξεφύγει από τον ρωσικό στρατό, ήταν από τους πρώτους που ενημέρωσαν την αστυνομία του Μπανγκλαντές για το δίκτυο διακίνησης που τον οδήγησε στη Ρωσία.

Ανέφερε πως ήταν σε ομάδα δέκα Μπανγκλαντεσιανών που ταξίδεψαν αρχικά στη Σαουδική Αραβία με βίζα προσκυνητή τον Σεπτέμβριο του 2024.

«Μετά από λίγες εβδομάδες, πετάξαμε για Ρωσία», είπε, προσθέτοντας ότι του δόθηκε ένα συμβόλαιο στα ρωσικά, το οποίο δεν καταλάβαινε, αλλά υπέγραψε.

«Από την Αγία Πετρούπολη μάς πήγαν με λεωφορείο σε ένα στρατόπεδο, όπου περάσαμε τη νύχτα», συνέχισε.

«Το επόμενο πρωί, έδωσαν σε μερικούς μας στρατιωτικές στολές και τους πήραν για εκπαίδευση».

Πριν προλάβει να σταλεί στη μάχη, ο Άκραμ Χοσάιν είπε ότι κατάφερε να δραπετεύσει – μαζί με μια ομάδα ανδρών από τη Σενεγάλη – και να επιστρέψει στην πατρίδα του με αεροπλάνο.

«Επέστρεψα χάνοντας αρκετές χιλιάδες δολάρια», είπε, προσθέτοντας πως ο γαμπρός του παραμένει στον ρωσικό στρατό.

«Τηλεφωνεί τακτικά σπίτι και μας παρακαλεί να τον βοηθήσουμε να επιστρέψει στο Μπανγκλαντές».