Πάνω από ένα εκατομμύριο θα κοστίσει στο Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου η πρόκληση επαγγελματικής ασθένειας από τις συνθήκες εργασίας στη δημοσιογράφο Ευδοκία Λοΐζου. Οι ειδικές και γενικές αποζημιώσεις φθάνουν τις 925.000 ευρώ πλέον οι τόκοι και τα δικηγορικά έξοδα.
Εκ μέρους της Ευδοκίας και του δικηγόρου της Μιχάλη Βορκά, έχουν καταθέσει 18 μάρτυρες εκ των οποίων κάποιοι είναι γιατροί και τέσσερις λειτουργοί του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας.
Για την απόδειξη της υπόθεσης της στο δικαστήριο ήρθαν από το εξωτερικό στην Κύπρο και δύο εμπειρογνώμονες καθηγητές ιατρικής, ο Βασίλειος Μακρόπουλος από την Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας της Ελλάδας. Καθηγητής Ιατρικής Εργασίας και με ειδικότητες καρδιολογίας και παθολογίας – με μεγάλη εμπειρία στις επαγγελματικές ασθένειες και κατά καιρούς σύμβουλος της Δημοκρατίας / και ο θεράποντας γιατρός της από το Λονδίνο, διευθυντής του Ινστιτούτου Νευρολογίας της Αγγλίας, επικεφαλής καθηγητής Νευρολογίας στο National Hospital for Neurology & Neurosurgery, Professor Michael G Hanna, ο οποίος είναι διεθνούς αναγνώρισης όπως έκανε παραδεκτό γεγονός και το ίδιο το δικαστήριο στην απόφασή του.
Η δικαστής που εξέδωσε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας την απόφαση, δικαίωσε την Ευδοκία αναφέροντας ότι «η ενάγουσα παρουσιάζει μετεγκεφαλιτιδικό σύνδρομο. Έγινε επίσης αποδεκτό από το δικαστήριο ότι η ενάγουσα παρουσιάζει συμπτώματα συμβατά με ιογενή εγκεφαλίτιδα, θέση την οποία στήριξε σθεναρά επιστημονικά και πλήρως ενώπιον του δικαστηρίου ο καθηγητής Νευρολογίας Professor Michael G Hanna. Η δικαστής έκανε παραδεκτό γεγονός ότι το πρόβλημα υγείας της Ευδοκίας Λοΐζου είναι σπάνιο, ακραίο, και πολύπλοκο περιστατικό.
Σύμφωνα με τα ευρήματα του δικαστηρίου η ιογενής εγκεφαλίτιδα είναι λοιμώδης παρασιτική νόσος που προκαλείται από το περιβάλλον. Αυτό προκαλεί επίκτητη ζημιά στον εγκέφαλο που προκαλεί διάφορα νευρολογικά συμπτώματα ακόμα και μακροπρόθεσμα. Από τα ευρήματα του δικαστηρίου είναι σαφές ότι η Ευδοκία Λοΐζου υπέστη και μεγάλο πόνο και ταλαιπωρία για μεγάλη χρονική διάρκεια, τα κατάλοιπα δε που παρέμειναν συνεχίζουν να την ταλαιπωρούν επηρεάζοντας 17 χρόνια μετά την ποιότητα της ζωής της, την προσωπικότητα της, τις δραστηριότητες της, την καριέρα της, και την καθημερινότητα της επιβάλλοντας της περιορισμούς και απαγορεύσεις. Για να προσθέσει το δικαστήριο ότι η ενάγουσα «έχει καταφέρει να αποδείξει την απαραίτητη αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της ασθένειας της και των κακών συνθηκών εργασίας της στο ΡΙΚ».
Επίσης αποτελεί εύρημα του δικαστηρίου ότι η αρμόδια κυπριακή Αρχή για αναγνώριση επαγγελματικών ασθενειών στην Κύπρο είναι το Τμήμα Επιθεώρησης Εργασίας και όπως έχει αποδειχθεί ο γιατρός εργασίας δρ Αθανάσιος Αθανασίου εντός των καθηκόντων του έχει αναγνωρίσει ως επαγγελματική την ασθένεια της ενάγουσας από το 2012 βάση των ευρωπαϊκών νομοθεσιών και οδηγιών περί της ασφάλειας και υγείας στην εργασία και ουδέποτε το ΡΙΚ αμφισβήτησε δικαστικώς την απόφαση αυτή. Το ΡΙΚ κατέληξε 13 χρόνια μετά την απόφαση του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας, να αρνείται το αποτέλεσμα της απόφασης του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας ενώπιον του δικαστηρίου.
Δεν έπεισε το δικαστήριο ο γιατρός μάρτυρας του ΡΙΚ
Όλοι οι μάρτυρες της δημοσιογράφου άφησαν θετικές εντυπώσεις στο δικαστήριο σε αντίθεση με τον μοναδικό γιατρό μάρτυρα του ΡΙΚ Ελπιδοφόρο Σωτηριάδη, ο οποίος ανέφερε ανεπιτυχώς ότι δεν υπήρχε κανένας αιτιολογικός παράγοντας πρόκλησης ασθένειας στην Ευδοκία. Αν και μη ειδικός νευρολόγος αμφισβήτησε και πάλι ανεπιτυχώς όλους τους γιατρούς για την διάγνωση τους ενώ αυτός έπεσε σε αντιφάσεις. Αξιοσημείωτες είναι και οι αυστηρές επισημάνσεις του δικαστηρίου αναφορικά με τις ειδικές αναφορές του Ελπιδοφόρου Σωτηριάδη στον τρόπο που η Ευδοκία Λοΐζου ήταν ντυμένη ως και τις απαράδεκτες, αναφορές του για την προσωπική της ζωή. Δεν έχει πείσει το δικαστήριο όπως ανέφερε η δικαστής ότι όσα έχει αναφέρει ενώπιον του δικαστηρίου είναι βασισμένα σε επαγγελματική άποψη τεκμηριωμένη ενός γιατρού.
Η δικαστής ανέφερε ότι η μαρτυρία του Ελπιδοφόρου Σωτηριάδη περιέχει πολλές ανακρίβειες και γενικά ο τρόπος με τον οποίο αυτός αντιμετώπισε τη δικαστική διαδικασία και τις ερωτήσεις που του τέθηκαν δεν έπεισαν το δικαστήριο ότι είχε όντως προβεί σε επισταμένη διερεύνηση και ελέγχους προτού αναφέρει τα όσα έχει πει αναφορικά με τις αξιολογήσεις που ετοίμασε σε σχέση με την Ευδοκία. Ενώ παραδέχτηκε ότι δεν είναι νευρολόγος και δεν μπορεί να αμφισβητήσει τα ευρήματα νευρολόγων και ότι δεν έκανε τις εξετάσεις που έκαναν οι νευρολόγοι, εντούτοις κατέληξε στο συμπέρασμα ότι στην απουσία συγκεκριμένου ιού που να προκάλεσε στην ενάγουσα ασθένεια δεν μπορούμε να μιλούμε για ιογενή εγκεφαλίτιδα, ενώ η ερμηνεία για το μετεγκεφαλιτιδικό σύνδρομο ότι δηλαδή όταν αναφερόμαστε σε σύνδρομο σημαίνει ότι δεν μπορούμε να θέσουμε διάγνωση δεν υιοθετήθηκε από κανέναν άλλον από τους γιατρούς εμπειρογνώμονες που παρουσιάσθηκαν ενώπιον του δικαστηρίου.
Διαπίστωσε ότι δεν υπήρχε παράγοντας κινδύνου που να συνδέει τον χώρο εργασίας της ενάγουσας με την ασθένεια της. Όμως, παραδέχθηκε πως ποτέ δεν πήγε επιτόπου να επιθεωρήσει τις εγκαταστάσεις του ΡΙΚ αλλά ούτε και είχε ενώπιον του οποιαδήποτε από τις εκθέσεις, είτε των ιδιωτών μελετητών στους οποίους προσέφυγε το ΡΙΚ είτε του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας αναφορικά με τις συνθήκες που υπήρχαν στο κτιριακό συγκρότημα του ΡΙΚ. Ένεκα των οποίων η Ευδοκία Λοίζου ασθένησε και ταλαιπωρείται μέχρι σήμερα. Το Δικαστήριο χαρακτήρισε ως ατυχή τη θέση του ιατρού Ελπιδόφορου Σωτηριάδη ότι δεν ζήτησε στοιχεία για τις συνθήκες στους χώρους εργασίας του ΡΙΚ γιατί αυτός δεν πίστευε ότι θα μπορούσαν να του προσφέρουν οτιδήποτε για την έκθεση του το ίδιο συνέβη και σχέση με τον τρόπο που αυτό δικαιολόγησε την άγνοια του για την ύπαρξη των εκθέσεων του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας που μιλούσαν για τα σοβαρά προβλήματα στους χώρους εργασίας του ΡΙΚ την περίοδο από το 2002 έως και το 2014.
Σημειωτέων, πως νευρολόγος ο οποίος όλα αυτά τα χρόνια αξιολογούσε την Ευδοκία και αμφισβητούσε τους καθηγητές του Λονδίνου και όλους τους συναδέλφους του, αν και κλήθηκε από το δικαστήριο αρνήθηκε να προσέλθει να καταθέσει στην δίκη και τούτο προφανώς όταν ενημερώθηκε ότι κατέθεσε στο δικαστήριο ο διεθνούς φήμης καθηγητής Νευρολογίας Michael G Hanna στον οποίο το Υπουργείο παραπέμπει την Ευδοκία Λοΐζου από το 2010.
Ακόμη και ο λειτουργός μηχανολόγος που εκπόνησε μελέτη με ευρήματα για τον κακό εξαερισμό και την ποιότητα του αέρα, και για τον κλιματισμό εκ μέρους του ΡΙΚ αποφασίστηκε πως είχε διαφοροποιήσει την θέση του ενώπιον του δικαστηρίου. Το δικαστήριο δεν αποδέχθηκε ειδικές αναφορές του αναφορικά με το κατά πόσο υπήρχε καλή ποιότητα του αέρα, τη στιγμή που ο ίδιος επέμενε ότι η μυρωδιά ήταν άσχημη και ότι το σύστημα κλιματισμού δεν ήταν πλέον αξιόπιστο και έπρεπε να αλλαχθεί. Το δικαστήριο υιοθέτησε μόνο τα ευρήματα της έκθεσης του την οποία κατέθεσε ως τεκμήριο η Ευδοκία.
Το δικαστήριο ανέφερε ότι οι μάρτυρες του Τμήματος Επιθεώρησης ήταν απόλυτοι πως η πηγή κινδύνου, όσον αφορούσε γάτους, ψύλλους, περιστέρια, έπρεπε να απομακρυνθεί πάση θυσία και όχι να γίνουν προσπάθειες ψεκασμού απολύμανσης των εγκαταστάσεων τα οποία θεώρησε ημίμετρα. Αποτελεί εύρημα του δικαστηρίου και προς τούτο έχουν κατατεθεί και σωρεία τεκμηρίων ότι το Τμήμα Επιθεώρησης Εργασίας έκανε επισταμένους ελέγχους στα υποστατικά του ΡΙΚ. Οι λειτουργοί του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας ανέφεραν στο δικαστήριο ότι οι έλεγχοι που έχουν γίνει ήταν δυσανάλογα πολλοί.
Υπήρξαν δε δεκάδες εκθέσεις του ΤΕΕ στις οποίες εκθέτονται τα διάφορα προβλήματα που βρέθηκαν στις εγκαταστάσεις των εναγομένων, τόσο για θέμα εξαερισμού του κτιρίου αλλά και των βιολογικών παραγόντων που υπήρχαν. Επίσης αποτελεί εύρημα του δικαστηρίου ότι έγιναν προς τους εναγόμενους αλλεπάλληλες συστάσεις από το ΤΕΕ για συμμόρφωση οι οποίες όμως είτε δεν ακολουθούνταν καθόλου από το ΡΙΚ είτε τα μέτρα που λάμβανε το ΡΙΚ ήταν προς τη σωστή κατεύθυνση μεν αλλά μη ικανοποιητικά. Τα κτίρια του ΡΙΚ ήταν παλαιά δεν συντηρούντο επαρκώς, ο εξαερισμός τους και το σύστημα κλιματισμού τους επίσης έχρηζαν βελτίωσης, υπήρχαν τρωκτικά και έντομα μέσα στους αεραγωγούς, τα στούντιο και τα διάφορα γραφεία του ΡΙΚ ενώ υπήρχε τεράστιος αριθμός γάτων γύρω από τις εγκαταστάσεις του ΡΙΚ, αλλά και περιστεριών και ίχνη από τα περιττώματα τους παντού.
Το Τμήμα Επιθεώρησης Εργασίας κάλεσε το ΡΙΚ από πολλά χρόνια πριν να διορίσει λειτουργό ασφάλειας με κατάλληλα προσόντα για να μπορεί να βοηθήσει στην άρση των παραβάσεων πλην όμως οι εναγόμενοι άργησαν πάρα πολύ να λάβουν τα δέοντα μέτρα διορίζοντας συμβούλους για να προβούν σε εκτιμήσεις μόλις το 2009. Ετοίμασαν για πρώτη φορά σχέδιο ασφάλειας και υγείας το 2012 ενώ είχαν μεσολαβήσει μετά από διαμαρτυρίες των εργοδοτουμένων και συζητήσεις του θέματος στη Βουλή των Αντιπροσώπων, εγκύκλιοι από το ΡΙΚ προς τους εργοδοτουμένους τους, καταχώρηση ποινικής υπόθεσης σε βάρος του ΡΙΚ στο Ποινικό Δικαστήριο, παραδοχή ευθύνης από πλευράς του ΡΙΚ και επιβολή προστίμου σε αυτό.
Ο ένας εκ των δύο πρώην διευθυντών του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας που μαρτύρησαν στο δικαστήριο ανέφερε ότι από το 2000 μέχρι και το 2012 έγιναν 43 επιθεωρήσεις από το Τμήμα και είναι οι πιο πολλές επιθεωρήσεις που έχουν γίνει ποτέ σε υποστατικό που εργάζονται υπάλληλοι. Ανέφερε ότι το κτίριο του ΡΙΚ ήταν άρρωστοκαι τόνισε ότι ήταν από τις χειρότερες εγκαταστάσεις κτιρίων που έχει δει ποτέ.
Όσον αφορά τον πυρήνα της μαρτυρίας της Ευδοκίας κατά την διάρκεια της δικαστικής διαδικασίας η δικαστής ανέφερε ότι ήταν αληθινός. Ανέφερε ότι οι απαντήσεις της ήταν χείμαρρος και ότι πολλές φορές αυτή ξεσπούσε σε κλάματα και εξέφραζε την πικρία και απογοήτευση της καθώς αντιδρούσε έντονα και στις υποβολές του συνηγόρου του ΡΙΚ. Η δικαστής κατανοώντας την πολύ έντονα συναισθηματικά φορτισμένη και πολύ επηρεασμένη ψυχολογική της κατάσταση από όλη την περιπέτεια της υγείας της, τόνισε στην απόφαση της ότι πρόκειται για μια πολύ έξυπνη γυναίκα. Να σημειωθεί ότι η Ευδοκία χρειάσθηκε να περάσει για δεύτερη φορά την ψυχοφθόρα δικαστική διαδικασία: Κατέθεσε για δεύτερη φορά, έγινε αντεξέταση της δύο φορές και τούτο γιατί δυστυχώς η υπόθεση της έγινε denovo, δηλαδή ξαναδικάστηκε από την αρχή επειδή ο αρχικός δικαστής που ξεκίνησε να τη δικάζει το 2017 είχε προαχθεί σε εφέτης μέσω της δικαστικής διαδικασίας.
Λειτουργός από το λογιστήριο του ΡΙΚ η οποία κλήθηκε να δώσει την πλήρη εικόνα των απολαβών της ενάγουσας, τόνισε ότι η δημοσιογράφος ακόμη και σήμερα είναι υπάλληλος του ΡΙΚ, περιλαμβάνεται στο μισθολόγιο του ιδρύματος χωρίς βεβαίως να λαμβάνει μισθό.
Παραμένουν αναπάντητα τα ερωτήματα
Θα απαντήσει ποτέ το ΡΙΚ για τους λόγους που επέμενε και ταλαιπωρούσε για 13 χρόνια στις αίθουσες των δικαστηρίων τη δημοσιογράφο υπάλληλό του, Ευδοκία Λοΐζου; Γιατί δεν αποδέχθηκε τη θέση του κυβερνητικού Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας για την προσβολή της από επαγγελματική ασθένεια, την ίδια ώρα που παραδέχθηκε, μάλιστα σε ποινικό Δικαστήριο, και του επιβλήθηκαν ποινές για την κακή κατάσταση στους χώρους εργασίας των υπαλλήλων του; Θα δώσει κάποια εξήγηση γιατί αγνόησε επανειλημμένα τις εκθέσεις των ιατροσυμβουλίων που ομιλούσαν για την επαγγελματική ασθένεια της; Θα δοθεί κάποια εξήγηση για τη διακοπή της κατηγορίας στην ποινική υπόθεση κατά του ΡΙΚ που αφορούσε την ασθένεια της Ευδοκίας Λοΐζου, από τον τότε Γενικό Εισαγγελέα και τους λόγους για αυτό; Θα δώσει κάποιος εξηγήσεις και θα αναλάβει τις ευθύνες της επιφόρτησης του Κύπριου φορολογούμενου με ένα και πλέον εκατομμύριο ευρώ, πλέον τις εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ σε αχρείαστα δικηγορικά έξοδα που πληρώθηκαν χωρίς πραγματικό λόγο; Ίδωμεν…
ΠΗΓΗ: Φιλελεύθερος