Ο Γρηγόρης Περδικάρης, από τη Νάουσα, υπήρξε ο πρώτος Αμερικανός πρόξενος στην Αθήνα, την εποχή του Όθωνα. Ο Γεώργιος Σαρηγιάννης ή George Sirian για τους Αμερικανούς, από τα Ψαρά, έγινε σπουδαίος πυροβολητής του αμερικανικού πολεμικού στόλου, στα μέσα του 19ου αιώνα. Η μικρή Γαρυφαλλιά Μιχάλμπεη, επίσης από τα Ψαρά, εξελίχθηκε σε σύμβολο εναντίον της δουλείας. O Ιωάννης Σιλήβεργος-Ζάχος διακρίθηκε για τον αγώνα του υπέρ της χειραφέτησης των σκλάβων και υπήρξε επίσης διάσημος εκπαιδευτικός και εφευρέτης, ενώ ο Σοφοκλής Ευαγγελινός Αποστολίδης έγινε ο πρώτος διευθυντής της Έδρας Ελληνικών Σπουδών στο Harvard.
Όλοι τους, ορφανά Ελληνόπουλα της Επανάστασης του 1821, αναδεικνύουν μέσα από την προσωπική τους ιστορία μια από τις πιο συγκινητικές κοινωνικές πτυχές της Ελληνικής Επανάστασης: την ιστορία μιας ευάριθμης ομάδας Ελληνόπουλων -στην πλειοψηφία τους ορφανών- που με μυθιστορηματικό τρόπο αρχικά διέφυγαν από τα πεδία των μαχών, ενώ ακολούθως ταξίδεψαν στο Νέο Κόσμο, όπου πολλοί απ’ αυτούς χάραξαν σημαντική πορεία.
Αυτή την εν πολλοίς παραγνωρισμένη πτυχή της ιστορίας της Ελληνικής Επανάστασης αναδεικνύει στο βιβλίο του «Τα ορφανά Ελληνόπουλα του 1821. Μια ιστορία για την Παλιγγενεσία και τον αμερικανικό φιλελληνισμό» (εκδ. Παπαδόπουλος), ο καθηγητής Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας Ιάκωβος Μιχαηλίδης, εστιάζοντας στη μεταφορά ορφανών Ελληνόπουλων στις Ηνωμένες Πολιτείες.
«Τα παιδιά αυτά δεν ήταν πολλά σε αριθμό. Η μυθολογία γύρω από αυτά αναφέρει πως ανέρχονταν συνολικά γύρω στα σαράντα, κάτι όμως που δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί από τις διαθέσιμες πηγές. Λίγη σημασία έχει όμως αυτό. Οι αριθμοί έχουν φυσικά την αξία τους, ωστόσο σπάνια αποτελούν απόλυτο κριτήριο. Αυτό που κυρίως εντυπωσιάζει στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι τα κίνητρα αλλά και τα αποτελέσματα της μεταφοράς των μικρών Ελληνόπουλων στην αμερικανική γη», εξηγεί, μιλώντας στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο κ. Μιχαηλίδης, επισημαίνοντας πως σε όλες οι επαναστάσεις, έτσι και η ελληνική, δεν έχουν να κάνουν μόνο με τα μεγάλα γεγονότα, αυτά που σχετίζονται με τις στρατιωτικές επιχειρήσεις, τις πολιτικές και διπλωματικές εξελίξεις, αλλά και με τα αποκαλούμενα «μικρά ζητήματα», κοινωνικής κυρίως υφής που ίσως επηρεάζουν τους ανθρώπους πολύ περισσότερο από τα άλλα, μεγάλα θέματα. Ένα τέτοιο ζήτημα είναι και το ζήτημα των ορφανών του 1821, «η μετακίνησή τους υπήρξε ίσως η πιο ευαίσθητη στιγμή της Ιστορίας του Αμερικανικού Φιλελληνισμού».
«Αρκετά από αυτά τα ορφανά, άσημα και απροστάτευτα, θα είχαν μάλλον χάσει τη ζωή τους, αν η μοίρα δεν τα οδηγούσε να συναντήσουν τους Αμερικανούς φιλάνθρωπους, όπως ο Βοστονέζος γιατρός Σάμιουλ Γκρίντλεϊ Χάου, που ταξίδεψαν στην επαναστατημένη ελληνική Χερσόνησο για να συνδράμουν τους εξεγερμένους Έλληνες. Ακόμα όμως και στην περίπτωση των παιδιών που υπήρξαν επώνυμα, όπως εκείνα από τη Χίο, τα περισσότερα εκ των οποίων ήταν αρχοντόπουλα από τις οικογένειες Ράλλη, Καρβοκορέση, Πετροκόκκινου, Πασπάτη, Σκυλίζη και Σκαραμαγκά, η γνωριμία τους με τους Αμερικανούς ιεραποστόλους δεν έγινε μέσα σε μια “πολιτική παιδομαζώματος” και προσηλυτισμού, όπως τμήμα της υπάρχουσας βιβλιογραφίας έχει υποστηρίξει. Παρόλο που τα κίνητρα της ιεραποστολικής δράσης ασφαλώς και σχετίζονται με τη διάθεσή τους να διαδώσουν τις αρχές του δικού τους θρησκευτικού δόγματος στην ανατολική Μεσόγειο, και δεν πρέπει να υποτιμηθούν, ο συγκεκριμένος στόχος, εάν κρίνει τελικά κανείς από την πορεία και την εξέλιξη των ίδιων των παιδιών, μάλλον απέτυχε όχι μόνο λόγω των ιδιαιτεροτήτων στην περιοχή της ελληνικής Χερσονήσου αλλά, επειδή υπήρξε δευτερεύουσας σημασίας σε σχέση με τις ανθρωπιστικές διαστάσεις που το μέγεθος των θηριωδιών στη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης είχε πυροδοτήσει», εξιστορεί ο καθηγητής.
Εξηγεί δε, πως τα κανάλια που ενδιαφέρθηκαν και τελικά μετέφεραν τα παιδιά στις Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να χωριστούν σε δύο περιόδους, με την πρώτη να αφορά κυρίως τα δύο πρώτα χρόνια της Επανάστασης (1821 και 1822), όταν γίνονταν οι μεγάλες σφαγές (σφαγή Χίου, ολοκαύτωμα Νάουσας και λίγο μετέπειτα σφαγή των Ψαρών, το 1824). «Εκεί», τονίζει ο κ. Μιχαηλίδης, «υπάρχει ένα δίκτυο Αμερικανών ιεραποστόλων που βρίσκονται κυρίως στη Σμύρνη κι αυτοί προσπαθούν να προωθήσουν την προτεσταντική θρησκεία. Ειδικά στη Χίο, την οποία και είχαν επισκεφθεί αυτοί οι Προτεστάντες ιεραπόστολοι, γνωρίστηκαν με πολλούς κατοίκους του νησιού, διατηρούσαν σχολείο κι έτσι μετά τη σφαγή πολλά απ’ αυτά τα παιδιά που είτε διέφυγαν προς την περιοχή της Σμύρνης είτε πουλήθηκαν στο σκλαβοπάζαρο της Σμύρνης, εξαγοράστηκαν από Αμερικανούς ιεαραποστόλους και εμπόρους που ήταν στην περιοχή και στάλθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείε»ς.
Ο δεύτερος τρόπος διαφυγής των παιδιών ήταν μέσω του αμερικανικού στόλου. «Στη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης αμερικανικά πλοία έπλεαν στο Αιγαίο Πέλαγος και τη Μεσόγειο, καταπολεμούσαν κυρίως την πειρατεία. Αυτά τα πλοία βρέθηκαν έξω από τα Ψαρά λίγο μετά την καταστροφή του νησιού το 1824 και κυριολεκτικά περισυνέλλεξαν αρκετά ορφανά τα οποία τα έριξαν η ζωή τους στη θάλασσα για να τα σώσουν. Και στη συνέχεια οι γονείς είχαν τραγικό τέλος καθώς σφαγιάστηκαν. Η τρίτη οδός ήταν μέσω της επίσημης φιλανθρωπίας στην Ελλάδα μετά το 1826, όταν η Ελλάδα ήταν κυριολεκτικά ερείπια. Τότε έστειλαν Αμερικανοί βοήθεια στην Ελλάδα - υπήρξαν άνθρωποι σπουδαίοι, Αμερικανοί φιλελεύθεροι που έδρασαν μοιράζοντας αυτή τη βοήθεια στην ελληνική χερσόνησο και στον δρόμο τους συνάντησαν πολλά παιδιά και τα έστειλαν στις Ηνωμένες Πολιτείες», υπογραμμίζει ο καθηγητής.
Δεν ξέχασαν ποτέ την ελληνική τους ταυτότητα
Τα ορφανά Ελληνόπουλα που μεταφέρθηκαν στις ΗΠΑ δεν ξέχασαν την καταγωγή τους, ούτε απώλεσαν την ελληνική ταυτότητά τους. «Αντίθετα», όπως εξηγεί ο κ. Μιχαηλίδης, την εμπλούτισαν με τις φιλελεύθερες παραδοσιακές αμερικανικές αξίες, βρίσκοντας θαλπωρή και υποστήριξη από φιλάνθρωπες αμερικανικές οικογένειες. «Οι οικογένειες που φιλοξένησαν αυτά τα παιδιά ήταν πολύ πλούσιες και κατά βάση βρίσκονταν στη Βοστώνη και την περιοχή της Νέας Υόρκης κι έστειλαν τα παιδιά στα καλύτερα αμερικανικά ιδρύματα της περιοχής. Τα περισσότερα, μάλιστα, σπούδασαν σε εξαιρετικά εκπαιδευτικά ιδρύματα, όπως το Yale, το Amherst College και το Harvard», επισημαίνει ο καθηγητής.
Σπουδαία περίπτωση υπήρξε ο Γρηγόρης Περδικάρης από τη Νάουσα, ο οποίος ξέφυγε από τη σφαγή, ήρθε σε επαφή με τους Αμερικανούς ιεραποστόλους, σπούδασε στα καλύτερα πανεπιστήμια, εντάχθηκε στον κύκλο του σπουδαίου Αμερικανού λογοτέχνη Έντγκαρ Άλαν Πόε και στη συνέχεια διορίστηκε ως ο πρώτος Αμερικανός πρόξενος στην Αθήνα την εποχή του Όθωνα. Μάλιστα, ο γιος του, Ίωνας, που συνέχισε την οικογενειακή παράδοση βρέθηκε κάποια στιγμή στην Ταγγέρη, στις αρχές του 19ου αιώνα κι εκεί τον απήγαγε ένας τοπικός λήσταρχος και σχεδόν προκλήθηκε διπλωματικό επεισόδιο αφού χρειάστηκε να σταλεί ο 6ος Στόλος για να τον απελευθερώσει. Η ιστορία του, μάλιστα, γυρίστηκε σε ταινία στο Χόλιγουντ, με πρωταγωνιστή τον Σον Κόνερι.
Ορισμένα απ’ αυτά τα παιδιά εξελίχθηκαν σε σύμβολα εναντίον της δουλείας, όπως η μικρή Γαρυφαλλιά Μιχάλμπεη από τα Ψαρά, η οποία γλίτωσε από την καταστροφή, υιοθετήθηκε από μια αμερικανική οικογένεια στη Βοστώνη, ωστόσο πέθανε σε λίγα χρόνια από μια ασθένεια. Η μορφή της γίνεται πηγή έμπνευσης για πολλούς καλλιτέχνες και ο σπουδαίος Αμερικανός γλύπτης Χάιραμ Πάουερς φιλοτεχνεί το γλυπτό «Η Ελληνίδα Σκλάβα». Μέσα σε λίγα μόνο χρόνια, η σύντομη ζωή ενός ορφανού Ελληνόπουλου και ο αγώνας του για την ελευθερία ταυτίστηκε με τον αγώνα των μαύρων στις Ηνωμένες Πολιτείες για απελευθέρωση από τα δεσμά.
Ο Ιωάννης Σιλήβεργος-Ζάχος διακρίθηκε για τον αγώνα του υπέρ της χειραφέτησης των σκλάβων, ενώ υπήρξε διάσημος εκπαιδευτικός και εφευρέτης, ενώ άλλα απ’ αυτά τα ορφανά του 1821 διέπρεψαν στην πολιτική και κοινωνική ζωή των ΗΠΑ, όπως ο Λουκάς Μιλτιάδης Μίλλερ, ο πρώτος εκλεγμένος Ελληνοαμερικανός στη Βουλή των Αντιπροσώπων, αλλά και ο μικρός Γεώργιος Σαρηγιάννης από τα Ψαρά, που εξελίχθηκε στον πιο διάσημο πυροβολητή του Αμερικανικού πολεμικού στόλου στα μέσα του 19ου αιώνα. Μάλιστα, στη μνήμη του George Sirian, όπως έγινε γνωστός, πραγματοποιείται κάθε χρόνο ειδική τελετή στη Βοστώνη από το αμερικανικό ναυτικό κι έχει θεσπιστεί και βραβείο στο όνομά του, που δίνεται κάθε χρόνο στον καλύτερο πυροβολητή του αμερικανικού στόλου. Αλλά και ο Γεώργιος Καλβοκορέσης έλαβε μέρος στον Αμερικανικό Εμφύλιο ως διοικητής αμερικανικών πολεμικών πλοίων.
Όπως αναφέρει ακόμα ο κ. Μιχαηλίδης, ο Σοφοκλής Ευαγγελινός Αποστολίδης πάλι υπήρξε ο πρώτος διευθυντής της Έδρας Ελληνικών Σπουδών στο Harvard, ενώ αρκετά Ελληνόπουλα επέστρεψαν στην Ελλάδα και βοήθησαν στην οικοδόμηση του νεόδμητου ελληνικού κράτους, όπως ο Αλέξανδρος Πασπάτης, διαπρεπής Βυζαντινολόγος, εκ των ιδρυτών του Ελληνικού Φιλολογικού Συλλόγου Κωνσταντινουπόλεως και ακολούθως πρώτος πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Δρομοκαΐτειου Ψυχιατρείου ή ο Χρήστος Ευαγγελίδης, πρωτοπόρος εκπαιδευτικός, ιδρυτής του περίφημου Ελληνικού Λυκείου στην Ερμούπολη της Σύρου.
Άφησαν μια σπουδαία κληρονομιά για τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις
Τα ορφανά Ελληνόπουλα εξελίχθηκαν έτσι σε συνδετικούς κρίκους ανάμεσα σε δύο έθνη, το ελληνικό και το αμερικανικό, «σε μαγιά που βοήθησε στη “ ζύμωση” και τη σφυρηλάτηση των ελληνοαμερικανικών σχέσεων από τον 19ο αιώνα έως τις μέρες μας», υπογραμμίζει ο κ. Μιχαηλίδης, σύμφωνα με τον οποίο ο Αμερικανικός Φιλελληνισμός γνώρισε και άλλες εξάρσεις στους δύο αιώνες της Ελληνικής Ανεξαρτησίας.
Η επόμενη μεγάλη στιγμή του στάθηκε η Μικρασιατική Καταστροφή. «Ήταν τότε που το μεγαλύτερο ανθρωπιστικό δράμα στην ελληνική ιστορία κινητοποίησε εκ νέου τα φιλάνθρωπα αισθήματα πολλών Αμερικανών ιδιωτών αλλά και οργανώσεων. Το Αμερικανικό Ίδρυμα Εγγύς Ανατολής (Near East Relief) ήταν από τις πρώτες διεθνείς οργανώσεις που έσπευσε στην Ανατολία για να συνδράμει τους Έλληνες αλλά και τους Αρμένιους πρόσφυγες. Με δικές του ενέργειες χιλιάδες πρόσφυγες βρήκαν στοργή και περίθαλψη. Ανάμεσά τους και χιλιάδες ορφανά Ελληνόπουλα που είχαν χάσει τον έναν ή και τους δύο τους γονείς στη διάρκεια των κεμαλικών εκκαθαρίσεων, άλλα από τα οποία, με τη φροντίδα της Near East Relief, εγκαταστάθηκαν σε ορφανοτροφεία στη Ελλάδα, ενώ κάποια άλλα μεταφέρθηκαν στις ΗΠΑ», εξηγεί ο καθηγητής.
Προσθέτει δε, πως έναν αιώνα μετά, το σκηνικό της Ελληνικής Επανάστασης με τα απροστάτευτα ορφανά Ελληνόπουλα επαναλήφθηκε σε πολύ μεγαλύτερη όμως κλίμακα. «Η μεταφορά ορφανών ή εγκαταλελειμμένων Ελληνόπουλων συνεχίσθηκε στη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου και στις αρχές της δεκαετίας του 1950, με ένα διαφορετικό όμως σύστημα, εκείνο των υιοθεσιών. Αν και στην αφετηρία της και η συγκεκριμένη πρωτοβουλία εδραζόταν σε ανθρωπιστικά κίνητρα, φαίνεται ότι στην εξέλιξή της απέκτησε και άλλο χαρακτήρα, καθόλου αλτρουιστικό», καταλήγει ο κ. Μιχαηλίδης.