Το ανύπαρκτο ενδιαφέρον του ελλαδικού κράτους για τις μη «μειονοτικές ζώνες» ανέλυσε ο Σάββας Καλεντερίδης, ο οποίος μετέφερε συνέντευξη του Γρηγόρη Καραμέλιο, στελέχους της ΔΕΕΕΜ Ομόνοια και πρώην βουλευτή του ΚΕΑΔ στο Αλβανικό Κοινοβούλιο στον δημοσιογράφο Γιώργο Κυριακού στην εφημερίδα «Δρόμος της αριστεράς». Ο στρατηγικός αναλυτής έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου και θυμήθηκε τη δήλωση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, πατέρα του νυν πρωθυπουργού, ο οποίος κατά την επίσκεψή του στη Βόρειο Ήπειρο το 1991 είχε πει: «Όποια λύση θα δοθεί στο Κόσσοβο, θα δοθεί και στην Βόρεια Ήπειρο»

«Τί έγινε αυτή η δήλωση; Γαργάρα; Ελληνικό κράτος και στη Βόρειο Ήπειρο, όπως έγινε στο Κόσοβο», ανέφερε με νόημα ο Σάββας Καλεντερίδης.

Δείτε την παρέμβαση του επικεφαλής του www.infognomonpolitics.gr:

Το άρθρο

Την Πέμπτη 23 Φεβρουαρίου πραγματοποιήθηκε η συνεδρίαση της Διαρκούς Επιτροπής Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής, με θέμα τα ζητήματα της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας στην Αλβανία. Προσκεκλημένοι ήταν νυν και πρώην βουλευτές, εκπρόσωποι κομμάτων, πρώην και νυν στελέχη της ΔΕΕΕΜ Ομόνοια, νυν και υποψήφιοι δήμαρχοι. Όπως μάθαμε, είχε μεγάλο ενδιαφέρον, αν και βάραιναν ορισμένες υποψίες – δεδομένου ότι η συνεδρίαση πραγματοποιείται σε μια περίοδο που είναι ήδη προεκλογική. Ζητήσαμε από τον Γρηγόρη Καραμέλιο*, στέλεχος της ΔΕΕΕΜ Ομόνοια και πρώην βουλευτή του ΚΕΑΔ στο Αλβανικό Κοινοβούλιο, με 12ετή θητεία, να μας μιλήσει για την παρουσία του – η οποία, όπως μάθαμε, απέσπασε θετικές εντυπώσεις, αφού έθιξε ζητήματα των μη «μειονοτικών ζωνών».

Τι είπατε στην κοινοβουλευτική συνεδρίαση για τα θέματα της Μειονότητας;

Αναφέρθηκα καταρχήν στο γεγονός ότι οι ελληνοτουρκικές σχέσεις έχουν μεγάλη σημασία για τα ζητήματα της Μειονότητας, εφόσον η Αλβανία λειτουργεί σαν προτεκτοράτο της Τουρκίας. Η Τουρκία είναι κυρίαρχη στην οικονομία, στην εξωτερική πολιτική, στον εκπαιδευτικό τομέα, στα ζητήματα υγείας, όπως και στα θρησκευτικά ζητήματα. Η πολιτική της Ελλάδας έχει πέσει στην παγίδα της Αλβανίας σε σχέση με την αναγνώριση των μειονοτικών ζωνών, οι οποίες έχουν οριστεί από την εποχή της δικτατορίας του Ενβέρ Χότζα. Αυτό φαίνεται από την έλλειψη υποστήριξης σε περιοχές όπως η Χιμάρα, η Κορυτσά, το Λεσκοβίκι, η Κολόνια γενικότερα, που δεν είναι αναγνωρισμένες ως μειονοτικές. Το όποιο ενδιαφέρον του ελλαδικού κράτους περιορίζεται αποκλειστικά στα 100 αναγνωρισμένα χωριά των Δήμων Δρόπολης-Πωγωνίου και Φοινίκης.

Ένα παράδειγμα Γρηγόρη;

Πριν έξι χρόνια επισκέφθηκε την Κορυτσά ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών. Έμεινε τρεις μέρες, αλλά δεν έκαμε ούτε μια συνάντηση με την ομογένεια! Άλλο παράδειγμα: εμείς με πολύ κόπο είχαμε, σε τοπικό κανάλι, οργανώσει τη μετάδοση ημίωρης εκπομπής στην ελληνική γλώσσα. Μέσα σε έναν μήνα τη διέκοψαν λόγω παρέμβασης Αλβανών εξτρεμιστών και, δυστυχώς, δεν μας υποστήριξε κανείς. Συνέπεια της εγκατάλειψης είναι ότι τα χωριά που ζουν Έλληνες, μη αναγνωρισμένοι, αδειάζουν και συνεχίζουν να αδειάζουν, και σε αυτά φυτρώνουν τζαμιά. Σε 50-100 χρόνια δεν θα υπάρχει πια το ελληνικό στοιχείο. Άλλο: στην Κορυτσά κάναμε προσπάθειες για το κτίριο του Σεφέρη, στο οποίο πραγματοποιήθηκε ανακαίνιση. Ωστόσο για λίγα χρήματα δεν έχει ολοκληρωθεί, ώστε να γίνει πάλι ελληνικό προξενείο.

Από παραδείγματα αδιαφορίας, δηλαδή, άλλο τίποτα…

Υπάρχει και πιο σημαντικό πρόβλημα: η εκπαίδευση. Το σχολείο ΟΜΗΡΟΣ άνοιξε με πολύ κόπο και σε μια εποχή που ήταν ευκαιρία: ήμασταν 5 Έλληνες βουλευτές όταν ζητήσαμε από τον τότε πρωθυπουργό Φάτος Νάνο, σε μια περίοδο που είχαν βελτιωθεί οι ελληνοαλβανικές σχέσεις, να γίνουν τα ελληνικά δεύτερη γλώσσα. Τότε, πιεσμένος από εθνικιστικά στοιχεία, μάς αντιπρότεινε την ίδρυση ιδιωτικών σχολείων σε περιοχές που δεν ήταν αναγνωρισμένες, όπως η Χιμάρα και η Κορυτσά. Σήμερα πρέπει να στηριχτεί αυτό το σχολείο, που έχει 500 παιδιά, κι όχι να διώξουν παιδιά και εκπαιδευτικούς! Πρέπει να επεκταθεί το σχολικό πρόγραμμα σε μαθήματα στα ελληνικά, να αυξηθούν επίσης οι μισθοί των ομογενών δασκάλων. Το σχολείο έχει πολλές αιτήσεις από ελληνικές και αλβανικές οικογένειες, και πρέπει να φροντίσουμε να ικανοποιήσουμε αυτήν την τάση.

Υπάρχει ελπίδα;

Ας συνοψίσω:

1) Η Ελλάδα πρέπει να υποστηρίξει κυρίως τους Έλληνες που έχουν απομείνει στην Αλβανία. Να υποστηριχθούν οι νέοι, να χρηματοδοτηθούν με δάνεια για επενδύσεις σε διάφορους επαγγελματικούς τομείς.

2) Όσον αφορά τις εσωτερικές μας αντιθέσεις, έχουμε κι εμείς τις ευθύνες μας. Πρέπει να παραμερίσουμε προσωπικά συμφέροντα και εγωισμούς, που εν τέλει εξυπηρετούν τα συμφέροντα των μεγάλων αλβανικών κομμάτων, για να αναδειχθεί ένας ενωτικός φορέας με κοινούς στόχους. Όμως και η Ελλάδα πρέπει να αναπτύξει μια συγκεκριμένη στρατηγική που θα αμβλύνει τις αντιθέσεις υποστηρίζοντας τον Ελληνισμό – όπως συμβαίνει με τα αλβανικά κόμματα των Σκοπίων, στα οποία το αλβανικό κράτος διαμορφώνει κοινές εθνικές γραμμές. Μπορούμε να είμαστε διακριτός παράγοντας όπως πριν από 20 χρόνια, που είχαμε πέντε ή έξι βουλευτές.

3) Χρειάζεται φροντίδα, ιδιαίτερα στην περιοχή της Κορυτσάς. Ευτυχώς, μέχρι τώρα, είναι η περιοχή που έχει τους περισσότερους Έλληνες σε σχέση με άλλες περιοχές. Έχουν χτίσει επιχειρήσεις, ξενοδοχεία, εστιατόρια και δραστηριοποιούνται και αλλού. Η Κορυτσά έχει πρωτιές στον ποιοτικό τουρισμό. Εδώ λοιπόν χρειαζόμαστε μια ενιαία στρατηγική συνεργασίας διαμέσου ευρωπαϊκών προγραμμάτων με τις όμορες περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας (Καστοριά κ.λπ.). Η Κορυτσά δεν μπορεί να ζήσει χωρίς την Ελλάδα, κι αυτό φάνηκε από την οικονομική της καταστροφή την περίοδο της πανδημίας. Είναι ανάγκη αυτή η συνεργασία, τόσο για την ανάπτυξη γενικά του τόπου, όσο και για να αποκτήσουμε περισσότερα δικαιώματα ως Ελληνισμός.

Υστερόγραφο της Σύνταξης: Η εν λόγω συνεδρίαση της Διαρκούς Επιτροπής Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής απουσιάζει από το πρόγραμμα της ημερήσιας διάταξης (βλ. ιστοσελίδα www.hellenicparliament.gr). Ακόμα δεν έχουμε μάθει τον λόγο…