To αυτοκίνητο σταμάτησε στο φανάρι. Γύρισα το βλέμμα μου έξω απο το τζάμι. Περπατούσε σκυφτός .Ίσα ίσα που μπορούσε να πάρει τα πόδια του.Ήταν βρώμικος, με σκισμένα ρούχα, ακούρευτος κι αξύριστος και μ’ένα βλέμμα χαμένο. Ξαφνιάστηκα.Κάτι μου θύμιζε όπως προχωρούσε δίπλα στα αυτοκίνητα και ζητούσε ψιλά.Πρέπει να έδειξα ταραγμένη.

Ο φίλος μου με κατάλαβε… «Τί πάς να κάνεις πάλι; Μην του δώσεις λεφτά.Θα τα πιεί στην πρέζα.Δε μπορείς να καταλάβεις οτι τους κάνεις κακό κι όχι καλό που τους δίνεις φράγκα;»..Εκανα να ανοίξω την πόρτα.Ήταν κλειδωμένα.Άρχισα να κοπανιέμαι στη θέση του συνοδηγού.. «Ανοιξε μου!!! Άνοιξε την πόρτα!!! Θέλω να κατέβω!!!!!» ούρλιαζα.. «Είσαι τρελή; Να κατέβεις που; Μες την Ομόνοια, να σου κόψουν τα πρεζάκια κανένα αυτί για να σου πάρουν τα σκουλαρίκια; Κάτσε ήσυχη σε παρακαλώ τί σε έπιασε;»...’

Εκανα να ανοίξω το παράθυρο.Κι αυτό το είχε κλείσει.Έβαλε μπροστά καθώς άνοιξε το πράσινο φανάρι και έφυγε..Τότε θυμήθηκα σαν αστραπή ..

Βρισκόμουν μπροστά στο ειδικό κατάστημα κράτησης ανηλίκων Αυλώνα. Η πόρτα άνοιξε.Οι δεσμοφύλακες με κοίταξαν. «Είσαι η βοηθός του κυρίου Σ...;...;» «Μάλιστα» απάντησα. Με πήγαν στο γραφείο του διευθυντή.Με κοιτάει ανασηκώνοντας το φρύδι.. «Τί συμβαίνει; EΣΥ είσαι η κοπέλα για την πρακτικη;» «Μάλιστα» ξαναείπα. «Σε είδαν πριν έρθεις εδώ;» «Ποιός να με δεί;» «Οι υπεύθυνοι» «Μάλιστα» είπα είς τριπλούν. «Μια κοπέλα και ειδικά σαν του λόγου σου εδώ μέσα μόνο σε μπελάδες μπορεί να μας βάλει.Δώσε μου τα χαρτιά σου ...Τον εισαγγελέα τι τον έχεις;» «Θείος μου» .. «Τον ταξίαρχο;» «Πατέρας μου» «Κατάλαβα.Απ’οτι βλέπω μάλλον θα παραμείνεις για την πρακτική.Πρόσεξέ με καλα : Δεν θα βγάλεις ποτέ μέσα στο αναμορφωτήριο ούτε το μπουφάν σου.Δεν θα σκύβεις ποτέ προκλητικά παρά μόνον όταν είναι απαραιτήτως αναγκαίο και γενικά θα μιλάς και θα συμπεριφέρεσαι χωρίς  να προκαλείς.Δεν θα έρθεις ποτέ σε επαφή με τους βιαστές. Είναι κλεισμένοι στο αναρρωτήριο χώρια απ’τους υπόλοιπους.Δεν θα φεύγεις ποτέ απο την επιτήρηση των δεσμοφυλάκων....κλπ....Άντε για να έχουμε καλά ξεμπερδέματα..»

 

Η πόρτα ανοιξε.Τους έβλεπα ανα ομάδες.Αλλοδαποί,τσιγγάνοι, Έλληνες..

Μπαίνει μέσα.Έρχεται προς το μέρος μου. «Γεια..Έχει μείνει καμμια αθλητική εφημερίδα;» «’Οχι δυστυχώς.Τελείωσαν.Μόνο κάτι Αλβανικές έχουν μείνει..» «Σου φαίνομαι να μιλάω ξένες γλώσσες;» Χαμογελάει..Χαμογελάω. «Κάθησε..Γιατί βρίσκεσαι εδώ;» «Ενοπλη ληστεία,σύσταση συμμορίας,αντίσταση κατά της αρχής,οπλοκατοχή,εμποριο,διακίνηση και χρήση ναρκωτικών.. και κάτι άλλα...ψιλά...» μου απαντάει.. «Η συμμορία που είναι;» ρωτώ. «Έξω» μου απαντάει.. «Είχαν φράγκα για τις εγγυήσεις» .. «Τί σου λείπει περισσότερο εδώ μέσα;» τον ρωτώ.. «ότι μου έλειπε κι έξω..Η αγάπη».
«Κι όταν βγείς ; Τι ονειρεύεσαι να κάνεις;» τον ρώτησα «Οι περισσότεροι εδώ μέσα λαίδη, δεν έχουμε να πάμε πουθενά άμα βγούμε έξω. Εδώ μέσα τουλάχιστον έχουμε πού να κοιμηθούμε και κάτι να φάμε…»

Πέρασαν μήνες και ήταν απο τους πιο καλούς κρατούμενους.Διάβαζε αρκετά βιβλία,ήταν πάντα ευγενικός..Συζητούσε όμορφα και παρακολουθούσε σχολείο μέσα στο αναμορφωτήριο..Ζωγράφιζε.Πολύ καλα.Μου είχε χαρίσει ένα πίνακα.Ημουν εγώ.Πορτραίτο.Το πιο δύσκολο είδος.Και χωρίς φωτογραφία μου...Η πρακτική τελείωσε.Έφυγα απο το ίδρυμα.

....Περπατούσα  γρήγορα να μπώ στο γραφείο του συμβολαιογράφου.Είχε πιάσει βροχή.Δεν πρέπει να είχα βγεί απο τη σωστή έξοδο  του μετρό στην Ομόνοια.Είχα μπερδευτεί.Ακουσα μια φωνή..Φώναζε το όνομά μου.. Ήταν αυτός.«Τί κάνεις;..Είσαι καλά; Bγήκες; Εγινε το εφετείο; Πολύ χαίρομαι!!!! Δουλεύεις κάπου;» « Καλά είμαι,βγήκα όπως βλέπεις.Δουλειά ψάχνω.Δε με παίρνουν γιατί έχω κάνει φυλακή» «Χαρτιά έχεις;» Βγάζει απο την τσέπη το αποφυλακιστήριο και μου το δείχνει. «Εχω μόνο αυτό»... «Μα είναι δυνατόν!; Θα πάμε μαζί να βγάλεις χαρτιά! Δώσε μου το κινητό σου» Γέλασε. «Δεν έχω» «Αύριο 10 το πρωί ραντεβού εδώ,θα πάμε μαζί να φτιάξουμε τα χαρτιά σου..» του είπα..

Βγήκε χαρούμενος απο την Πρεσβεία. Ήταν Έλληνας γεννημένος στο εξωτερικό.

«Ευχαριστώ» μου είπε. «Μην το ξαναπείς.Ότι χρειαστείς μην διστάσεις να με καλέσεις»είπα και του έδωσα το τηλ μου.Εκείνος δεν είχε.. «Δεν πρόκειται να σε καλέσω για καμμία βοηθεια.Θα σε πάρω τηλέφωνο όταν θα μπορώ να σε κεράσω  ένα καθως πρέπει φαγητό για να σ ‘ευχαριστήσω.Όπως σου αξίζει. Μπορεί να είμαι φτωχός αλλά ξέρω από ακριβές συμπεριφορές Έλεν…»  «Χρειάζεσαι κάτι; Mη διστάζεις.Θέλω να μου το πείς. Χρήματα ίσως ; Μήπως έχεις ξαναρχίσει τη χρήση; Tι δουλειά είχες στην Ομόνοια;» τον ρωτάω.. «Δεν εχω ξαναρχίσει.Στην Ομόνοια γυρίζω μπάς και κάτσει καμμιά δουλειά..Σου φαίνομαι να συχνάζω Κολωνάκι;» ..έφυγα…

Κατέβαινα προς την Ακαδημίας..Πέτυχα τον Γιάννη.. «Γειά σου Έλενα..Εισαι καλα;» «Είμαι πολύ καλά,αλλά χαίρομαι γιατί βλέπω κι εσένα μια χαρά!» «Είμαι...Aποφυλακίστηκα,βρήκα μια κοπέλα και δουλεύω στο ψιλικατζήδικό της.Είμαι ευτυχισμένος Έλενα» «Γιάννη είσαι ήρωας και η κοπέλα σου θα πρέπει να είναι πολύ περήφανη για σενα.Όμως κι εσύ να ξέρεις πως χάρη σε αυτήν πέτυχες πολλά..» «Το ξέρω..Η αγάπη Έλενα..Η αγάπη της  με βοήθησε πολύ..» ..Πρίν να φύγω,τον ρώτησα « Ο φίλος σου ; Eίναι καλα;» « Ο ....;  Πέθανε απο overdose πάνε 3 μήνες τώρα..Το πιο φρικτό ήταν οτι τον βρήκανε σε αποσύνθεση καμμιά βδομάδα μετά.Είχε πάει μόνος του να σουτάρει , πέθανε και δεν ήξερε κανείς πού ήταν.. Απο την βρώμα ξεσηκώθηκε η γειτονιά,ψάξανε και τον βρήκανε..Δυστυχώς δε μπόρεσε να γλιτώσει» ..Παραπάτησα.. «Είσαι καλά;» « Ε ,ναι, μου ήρθε ξαφνικό και ταραχτηκα αλλά εντάξει...Να είσαι καλά Γιάννη.. Λυπάμαι..Πρέπει να φύγω...» Αρχισα να τρέχω..’Ηταν μονο 22. Έξυπνος. Ευγενικός. Δεν του άξιζε αυτό που έπαθε..Μου είχε υποσχεθεί ότι άν έβγαινε δεν θα ξανάρχιζε τη χρήση.Τα βαλα με τον εαυτό μου που τον πίστεψα.Επρεπε να είμαι πιο κοντά του.Δεν έπρεπε να τον ακούσω.Ηταν πολύ περήφανος για να δεχτεί οποιαδήποτε βοήθεια.Νομιζε πως θα τα βγάλει πέρα μόνος του..Είναι δύσκολο.Χρειαζεται μεγάλη δύναμη και βοήθεια.Έπρεπε να το φανταστώ ότι θα ξανακυλούσε κι ας μου έλεγε το αντίθετο..Εκεινο το βράδυ που τον είδα ακόμη ζωντανό έπρεπε να μην ακουσω το φίλο μου,να απαιτήσω να βγώ έξω..Να σπάσω το τζάμι,δεν ξέρω..κάτι έπρεπε να κάνω..

Όσα αναμορφωτήρια και  όσες φυλακές κι αν ανοίξουμε ώς κοινωνία , εάν κλείνουμε τις πόρτες σε αυτούς που προσπαθούν να επανενταχθούν, δεν κάνουμε τίποτα. 

Αφιερωμένο στη μνήμη σου.