Η Έλενα Φάκου καταγγέλει το Παραδοσιακό Χωριάτικο Πάσχα.
Εχω αλλεργία σε τρία πράγματα , τα οποία δυστυχώς συμβαίνουν ταυτόχρονα, μέσα σε αυτή την απαίσια εποχή που λέγεται Άνοιξη. Στις κάμπιες, στα χνούδια από τις λεύκες και στο Πάσχα. Για τα δυο πρώτα έχω βρεί φάρμακο, παίρνω αντινσταμινικά και αντέχω, το Πάσχα δε μπορεί να με ξεπεράσει με τιποτα.
Τη Μεγάλη Παρασκευή αποφάσισα -αφού εχω καταγγείλει προ πολλού μέσα μου τη «Λαμπρή» και το παραδοσιακό μικροαστικό χωριάτικο Πάσχα- να πάω σε ένα resort , να ξεφύγω από την εξόρμηση των Αθηνόβλαχων προς τα χωριά προέλευσής τους. Να κλειστώ κάπου να μην αντικρύσω κοριτσάκια με κόκκινα παπούτσια και αγοράκια με λαμπάδες φορτωμένες με υπεργαλαξιακά τέρατα, γέρους με φανάρια, γριές που σταυροκοπιούνται και μεσήλικες που φοράνε τα καλά τους και ευχοβολούν ανελέητα. Δυστυχώς και τα resorts είναι χτισμένα κάπου στην τιμημένη ελληνική επαρχία.
Λέω να ξεμυτίσω λίγο έξω από το ξενοδοχείο, να πάω μέχρι κάτι φαινομενικά ακίνδυνο. Μέχρι το περίπτερο. Μόλις έχει σχολάσει ο επιτάφιος. Εκεί που πάνε οι «πιστοί» με κατάνυξη να προσκυνήσουν και να ακολουθήσουν την πομπή. Γέρος που πιθανότατα έχει περάσει τρία εγκεφαλικά, θέλει να παρκάρει εκεί που σταμάτησα με αλάρμ για τρία δευτερόλεπτα ώστε να αγοράσω κάτι. Η υπομονή του εξαντλείται μέσα στα τρία αυτά δευτερόλεπτα και με συνοδηγό τη γριά του αρχίζει να με ραίνει με χριστοπαναγίες. Τι καλός βλαχοΧριστιανός!
Η αρχαιολογική μερτσέντα του , η μαούνα που οδηγάει και κοντράρει νεκροφόρα για πλάκα,τόσο εξωτερικά όσο και εσωτερικά με τέτοιους επιβάτες, κορνάρει με αδυσώπητη λύσσα και θέλει αστραπιαία να φύγω από κεί για να την παρκάρει. Δεν είχε υπολογίσει δυο πράγματα : Το πρώτο ότι δεν ήμουν μόνη όπως νόμιζε και το δευτερο πως είμαι αρκετά τρελή και μόνη μου για κάτι κωλογεροχριστιανούς σαν τα μούτρα του που μετά τις εκκλησίες κατεβάζουν καντήλια. Μόλις κατέβηκα κάτω, για να τον ρωτήσω κι από κοντά « Γιατί βρίζεις τα θεία μπάρμπα Μεγάλη Παρασκευή;» , ο μπάρμπας το έπαιξε Προκόπης Παυλόπουλος. Έκλεισε τζάμι, έβαλε ασφάλειες, και κοιτούσε το χάος. Βούδας. Σιωπή και ακινησία.
Δεν είχα καμμία ελπίδα εκτός ξενοδοχείου. Έπρεπε να ξαναμπώ μέσα γρήγορα. Και αφού μπήκα στο ξενοδοχείο, κάθησα στο μπαλκόνι μου να πιώ το ποτό μου να ηρεμήσω, ανοίγω κι αυτό το νερόβρασμα το facebook κι αρχίζω να παθαίνω αναφυλαξία με τις ευχές. Όλοι τα ίδια. Καλά Πάσχατα να χουμε, και Καλές Αναστάσεις, και κάτι μαντινάδες , κάτι ποιήματα, κάτι τοπικιστικά ξενέρωτα που υποδείκνυαν την αβυσσαλέα βλαχοκαταγωγή του καθενός, καμμία πρωτοτυπία, βαρεμάρα που σκοτώνει σαν υδροκυάνιο. Άσε αυτή η λέξη, η «Λαμπρή» που μαραζώνει η κλειτορίδα μου όταν την ακούω. Άσε τα σκατο τσουρέκια, τα κωλο αυγά, τα γαμ@ αρνιά που ακολούθησαν τις επόμενες μέρες. Τι φωτογραφίζουν όλοι τις σούβλες ρε; Κατόρθωμα είναι να δέσεις ένα κατσίκι σε ένα παλούκι και να το γυρνοβολάς; Τραβήχτε , τραβήχτε φωτογραφίες τα αρνια, τις κοιλιές σας μετά να δώ πώς θα φωτογραφίσετε.
Oι Έλληνες είναι βλάχοι. Χω ρ ι α τ ε ς. Όχι γιατί οι γονείς του καθενός ή και ο ίδιος γεννήθηκαν στην επαρχία. Αλλά γιατί γουστάρουν να είναι διαστημόβλαχοι. Να ακούνε κλαρίνα με ηχώ, να κάθονται σε τραπέζια με ασπρες λαδωμένες φανέλες και να στρίβουνε τα κ@ωλάντερα για να ριμάξουνε τα κοκορέτσια, να πίνουνε και να ρεύονται λέγοντας κρύα ανέκδοτα, να ανοίγουν μικροαστικές πολιτικές συζητήσεις ή να σολάρουν σε ποδοσφαιρικές αναλύσεις και να ορμάνε με τα μούτρα πάνω στα σπληνάντερα. Κι όλα αυτά να τα ανεβάζουν στο ίνσταγκραμ. Ελέγξατε τη φωτογένεια του αρνιού πρίν το αγοράσατε ή αρκεστήκατε στις σφραγίδες προέλευσης; Άσε που δεν έχω καταφέρει ακόμη να υπολογίσω πόσες γενιές πρέπει να περάσουν για να εκλειψουν φράσεις βλαχομπαρόκ όπως :« πώς τα πάει εδώ η νεολαία;» «παντρεύτηκες; πότε θα μας φέρεις γαμπρο;» «εσύ ποιανού είσαι;»… Tα άκουσα πρώτη φορά τη δεκαετία του ’80, με ενημερώνουν πως είναι ακομη επίκαιρα.
Πού θα πάει, θα τελειώσει κι αυτό το Πάσχα. Υπομονή. Αν ήμουν πολύ απότομη ζητώ συγγνώμη. Υπάρχουν πολύ χειρότερες ευχές από τις δικές σας. Είναι αυτές αυτών που ψηφίζετε. Άκουσα το Σαμαρά καταλάθος να μιλάει το μεσημέρι στην τηλεόραση και πήρα ασπιρίνη.
Δεν πάτησα το πόδι μου φέτος το Πάσχα σε ναό. Η αγαπημένη μου συνήθεια είναι να πηγαίνω εκκλησία σε ανυποψίαστες μέρες. Προκαλεί αναπάντητα ερωτηματικά στις γριές που συχνάζουν μέσα. Δεν ξέρουν αν με λυπούνται ή με φοβούνται.