«Το ‘ξερα ότι κάτι δεν πήγαινε καλά με αυτό το παιδί. Πάντα έτρωγε πρώτα το γλυκό του και μετά το φαγητό του». Μ’ αυτήν τη φράση θέλησε η μάνα του Κυριάκου Παπαχρόνη να απεικονίσει την ιδιόρρυθμη συμπεριφορά του γιου της, προσπαθώντας να δώσει την δική της εξήγηση στο κακό που ακολούθησε.

Ο Κυριάκος Παπαχρόνης γεννήθηκε στην Ξάνθη και η ιστορία του ξεκινά στην ηλικία των 14 ετών. Σ’ αυτήν την τρυφερή ηλικία, ο Παπαχρόνης είχε μια τραυματική εμπειρία με μια πόρνη, η οποία «πρόσβαλλε» και ειρωνεύτηκε τον ανδρισμό του, λέγοντάς τον «ανίκανο». Ο Κυριάκος Παπαχρόνης προφανώς και δεν λησμόνησε το γεγονός αυτό, που του δημιούργησε ένα αίσθημα κατωτερότητας απέναντι στις γυναίκες. Στο πίσω μέρος του μυαλού του, άρχισε να χτίζει ένα σχέδιο εκδίκησης. Οι γυναίκες γι’ αυτόν πλέον είχαν γίνει «κόκκινο πανί».

Στα 19 του, όντας έφεδρος αξιωματικός (ανθυπολοχαγός) και υπηρετώντας στην 5η Μοίρα των ΛΟΚ στη Δράμα, αρχίζει την δράση του, κινούμενος μεταξύ Θεσσαλονίκης, Δράμας, Καβάλας και Ξάνθης. Βιασμοί και δολοφονίες γυναικών, καθώς και βομβιστικές επιθέσεις θα του αποδώσουν το προσωνύμιο «Ο δράκος της Δράμας». Το σκοτάδι γίνεται ο καλύτερος σύμμαχός του.

Η δράση του τελείωσε όταν συνελήφθη στις 13 Δεκεμβρίου 1982 από την Ασφάλεια Δράμας και μετά από κινητοποίηση όλων των Αρχών της Ανατολικής Μακεδονίας.

Αρχικά αρνήθηκε τα πάντα. Μετά από μαραθώνια ανάκριση, τελικά ο Παπαχρόνης ομολογεί:

** Τον βιασμό και την δολοφονία με στιλέτο στις 5-9-1981, της ιερόδουλης Γρ. Θεοχαρίδου, στην Δράμα.

** Την απόπειρα δολοφονίας στις 20-12-1981, της Μ. Ποστιάδου, στην Δράμα.

** Την απόπειρα βιασμού και δολοφονίας στις 15-1-1982, της φοιτήτριας Ε. Παπαδοπούλου, στην Δράμα.

** Τον βιασμό και την άγρια δολοφονία στις 15-8-1982, της 20χρονης φοιτήτριας Αναστασίας Αλεξανδρίδου, στους Αμπελόκηπους Θεσσαλονίκης.

** Τις απόπειρες βιασμού και δολοφονίας κατά της 18χρονης Αγοραστής Τέζα και της 30χρονης νοσοκόμας Βασιλικής Λαζαρίδου, στην πόλη της Δράμας.

** Την απόπειρα βιασμού και δολοφονίας κατά της 23χρονης Δ. Πεχλιβανίδου.

** Δύο ακόμη απόπειρες βιασμού και δολοφονίας κατά μιας ιερόδουλης και μιας άλλης γυναίκας, στην Ξάνθη.

** Πέντε βομβιστικές επιθέσεις.

Συγκεκριμένα, 2 ωρολογιακές βόμβες στις 12-3-1982 στο Ταχυδρομείο και την Εθνική Τράπεζα της Ξάνθης, άλλες 2 στις 13-3-1982 στην Τράπεζα Πίστεως κι σε ένα κατάστημα στην Καβάλα και μια πέμπτη στις 16-6-1982 στην είσοδο του στρατοπέδου της Δράμας.

Έναν εμπρησμό στο Διεθνές Αεροδρόμιο Καβάλας.

Κατά την διάρκεια των ανακρίσεων, η κοινή γνώμη συγκλονίζεται από τον κυνισμό και τις δηλώσεις του Παπαχρόνη. «Θόλωνε το μυαλό μου. Ήθελα να χτυπήσω. Έφθανα στο μεγαλείο. Την χτυπούσα, τελείωνε…».

Έλεγε πως τον τρέλαινε και τον ερέθιζε ο ήχος των τακουνιών. Απευθυνόμενος μάλιστα σε μια δημοσιογράφο της ΕΡΤ, της είπε «Εσένα σ’ αγαπάω γιατί έχεις ψηλά τακούνια»!

Καταδικάστηκε δις εις θάνατον και σε κάθειρξη 23 ετών, αλλά η ποινή του μετατράπηκε σε ισόβια.

Όταν άκουσε την ποινή, σηκώθηκε και χειροκροτώντας είπε: «Ευχαριστώ» και στην συνέχεια «Τι βάζετε τέτοιες ποινές; Πόσα χρόνια θα ζήσουμε;». Δήλωνε αμετανόητος: «Στείλτε με στο απόσπασμα, γιατί αν βγω έξω, πάλι τα ίδια θα κάνω».

Το Διαρκές Στρατοδικείο Θεσσαλονίκης τον καταδίκασε για τις βομβιστικές επιθέσεις, σε 15 χρόνια φυλάκιση και 20ετή στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων. Παρά την προηγούμενη καταδίκη του, το δικαστήριο μετά από πρόταση του στρατιωτικού επιτρόπου, του αναγνώρισε το ελαφρυντικό ότι «δεν κινούταν στις πράξεις του εκ ταπεινών ελατηρίων».

Από τους γνωστούς του και τους συναδέλφους του, ο Παπαχρόνης περιγράφονταν σαν άτομο βίαιο, με ιδιαίτερη σωματική δύναμη και μεγάλη «λόξα» με τα των στρατιωτικών. Οι ειδικοί έκαναν λόγο για ένα «μωσαϊκό παραλογισμού».

Παραδόξως όμως, στην φυλακή ο Παπαχρόνης έγινε ίνδαλμα για πολλές γυναίκες, οι οποίες αλληλογραφούσαν μαζί του, εκφράζοντας μάλιστα την επιθυμία να τον γνωρίσουν κι… από κοντά! Αντίστοιχα, μετέπειτα επίδοξοι «δράκοι», «εμπνεύστηκαν» απ’ αυτόν και θέλησαν τον μιμηθούν.

Ο Κυριάκος Παπαχρόνης, μετά από 21 χρόνια και 6 μήνες στις φυλακές, έκανε αίτηση αποφυλάκισης και αποφυλακίστηκε τον Δεκέμβριο του 2004, σε ηλικία 44 ετών και με περιοριστικούς όρους.

Η δήλωσή του όταν αποφυλακίστηκε ήταν η εξής :

«Πριν 22 χρόνια, παρασυρόμενος από την ακρισία της ηλικίας και κυρίως από τις φαυλεπήβολες συναναστροφές μου, πουλήσαμε όλοι μας τις ψυχές μας στον Eωσφόρο -όπως ο Φάουστ- κι εγώ προσωπικά έχασα, λαμβάνοντας εξοντωτική ένδικη μισθαποδοσία. Ζητώ από τη θεσπίζουσα πολιτεία από την κοινή γνώμη συγγνώμη από “μέσης ψυχής” για εκείνα τα απεχθή φορτία των ανομιών μου και υπόσχομαι στο εφεξής να διαβιώ “εν αγνεία και σεμνή πολιτεία…” και φυσικά “άμεμπτος εν παντί…”».