Πείραμα που πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό της Kaspersky Lab από το Πανεπιστήμιο του Würzburg και το Πανεπιστήμιο Nottingham - Trent, έδειξε ότι οι συμμετέχοντες που έμειναν μόνοι τους σε μια αίθουσα αναμονής άντεξαν κατά μέσο όρο μόλις 44 δευτερόλεπτα, πριν αγγίξουν το smartphone τους. Οι άνδρες δεν μπόρεσαν να διαχειριστούν ούτε καν το μισό αυτού του χρόνου, περιμένοντας κατά μέσο όρο μόλις 21 δευτερόλεπτα, σε σύγκριση με τις γυναίκες που «άντεξαν» 57 δευτερόλεπτα.
Για να εμβαθύνουν στην σχέση των ανθρώπων με τις ψηφιακές συσκευές, οι ερευνητές ρώτησαν μετά από δέκα λεπτά τους συμμετέχοντες πόση ώρα πίστευαν ότι είχε περάσει πριν πάρουν το κινητό στα χέρια τους. Οι περισσότεροι απάντησαν μεταξύ δύο και τριών λεπτών, αναδεικνύοντας μια σημαντική αποσύνδεση μεταξύ της αντιλαμβανόμενης και της πραγματικής συμπεριφοράς μας.
Σχολιάζοντας τα ευρήματα, ο Jens Binder από το Πανεπιστήμιο Nottingham - Trent, δήλωσε: «Το πείραμα δείχνει ότι οι άνθρωποι είναι πολύ πιο δεμένοι με αυτές τις συσκευές απ’ ό,τι οι ίδιοι αντιλαμβάνονται. Πλέον, το να στρεφόμαστε στο smartphone μας, όταν μένουμε μόνοι μας, έχει γίνει δεύτερη φύση. Απλώς δεν περιμένουμε πια. Η αμεσότητα των πληροφοριών και των αλληλεπιδράσεων που παρέχουν οι έξυπνες συσκευές τις καθιστούν έναν ψηφιακό σύντροφο που μας συνδέει με τον έξω κόσμο, παρά ένα τεχνολογικό αξεσουάρ».
Πρόσθετη έρευνα που πραγματοποιήθηκε από τα παραπάνω Πανεπιστήμια δείχνει ότι αυτή η μανία να ελέγχουμε τα τηλέφωνά μας θα μπορούσε να είναι αποτέλεσμα του «φόβου μην χάσουμε κάτι» (Fear Of Missing Out ή FOMO), όταν δε βρισκόμαστε online. Σε μία συνοδευτική έρευνα, οι συμμετέχοντες που χρησιμοποιούσαν τα τηλέφωνά τους πιο έντονα έφταναν υψηλότερα επίπεδα FOMO.
«Όσο περισσότερο οι συμμετέχοντες χρησιμοποιούν το κινητό τους, τόσο πιο πολύ φοβούνται μήπως χάσουν κάτι, όταν δεν έχουν πρόσβαση σε αυτό. Είναι δύσκολο να πούμε τι προκαλεί τι: Οι άνθρωποι χρησιμοποιούν το τηλέφωνό τους περισσότερο, επειδή φοβούνται μήπως χάσουν κάτι; Ή το χρησιμοποιούν τόσο πολύ που ανησυχούν ότι κάτι χάνουν;», σχολίασε η Astrid Carolus από το Πανεπιστήμιο του Würzburg.
Επίσης, η μελέτη διαπίστωσε ότι όσο περισσότερο χρησιμοποιούμε τα τηλέφωνά μας, τόσο πιο αγχωμένοι γινόμαστε. Αλλά παραδόξως, όταν οι συμμετέχοντες ρωτήθηκαν σχετικά με τη συνολική ευτυχία τους δεν υπήρχε καμία διαφορά μεταξύ «ελαφρών» και «βαρέων» χρηστών. Έτσι, η πίεση που προκαλείται από τη χρήση smartphone δεν φαίνεται να έχει σημαντική επίδραση στην ευημερία μας γενικότερα.
Κατά τη διάρκεια της συνεδρίας δεκάλεπτης αναμονής, οι συμμετέχοντες χρησιμοποίησαν το smartphone τους σχεδόν το μισό χρόνο (πέντε λεπτά),κατά μέσο όρο. Όπως έχει δείξει παλαιότερη έρευνα της Kaspersky Lab, πλέον βασιζόμαστε σε μεγάλο βαθμό στις φορητές συσκευές και τις χρησιμοποιούμε συχνά ως προέκταση του εγκεφάλου μας, ώστε να μη χρειάζεται να θυμόμαστε διάφορα πράγματα. Για παράδειγμα, η πλειοψηφία των ερωτηθέντων δεν μπορούσε να θυμηθεί τον τηλεφωνικό αριθμό του συντρόφου του, αλλά μπορούσε ακόμη να θυμάται τον αριθμό του πατρικού σπιτιού του.
«Σήμερα, τα smartphones αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μας, αλλά πρέπει να θυμόμαστε ότι είναι ένα αγαθό που οι άνθρωποι θεωρούν συχνά δεδομένο. Έχοντας τα τριγύρω μας όλη την ώρα, ξεχνάμε πόσο πολύτιμα είναι στην πραγματικότητα, λόγω των προσωπικών αναμνήσεων και άλλα και των δεδομένων που περιέχουν», τόνισε ο David Emm, Senior Security Researcher της Kaspersky Lab. «Δεν είναι πολύτιμα μόνο για εμάς, αλλά και για τους εγκληματίες. Aν οι προσωπικές μας πληροφορίες παραβιαστούν με οποιονδήποτε τρόπο – είτε λόγω κλοπής ή λόγω επίθεσης κακόβουλου λογισμικού – θα κινδυνεύσουμε να χάσουμε την επαφή με τους φίλους μας και τις πηγές πληροφοριών», συμπλήρωσε.
Εδώ και δύο χρόνια, η Kaspersky Lab έχει προχωρήσει σε έρευνες σχετικά με τις κοινωνικές συνέπειες της ψηφιοποίησης και το πώς αυτή η τάση κάνει τους ανθρώπους δυνητικά πιο ευάλωτους στο ηλεκτρονικό έγκλημα.
ΠΗΓΗ: emea.gr