Αναλυτικά η συνέντευξή του στην εφημερίδα ''Γαύρος'':

Ποια ήταν η διαφορά σας με τον Παναθηναϊκό στους τελικούς;

«Η δουλειά που κάναμε όλη τη χρονιά με τον γυμναστή μας, τον Αντρέα Γκατζούλη, βγήκε στο γήπεδο. Πρόσεχε από τη διατροφή μας μέχρι κάθε αγωνιστική λεπτομέρεια. Από τα παιχνίδια με τη Σιένα η φρεσκάδα που βγάζαμε έκανε τη διαφορά. Είμαστε μία νέα ομάδα και δεν είχαμε την εμπειρία για να ελέγξουμε καλά τον ρυθμό, αλλά είχαμε ενέργεια, πολύ ενθουσιασμό, πολύ πάθος. Όλα αυτά μας βοήθησαν. Στο αγωνιστικό κομμάτι θεωρώ κλειδί την άμυνά μας, υπήρχαν στιγμές που τσάκιζε κόκαλα. Ο Παναθηναϊκός στην προσωπική άμυνα δεν εμφανίστηκε καλός, είχε προβλήματα και εκεί τον χτυπήσαμε. Εμείς είχαμε το πλεονέκτημα της έδρας και σίγουρα αυτή την περίοδο ήμασταν καλύτεροι από τον Παναθηναϊκό».

Κατά τη διάρκεια των τελικών, διέκρινες αμφιβολία στα πρόσωπα των αντιπάλων;

«Δεν διέκρινα κανένα φόβο στα πρόσωπά τους, απλά μερικές φορές φαίνονταν σαν να είχαν την επιθυμία να ανεβάσουν ταχύτητα, αλλά να μην μπορούν. Το μεν πνεύμα πρόθυμο, η δε σαρξ ασθενής... Ειδικά στην έδρα μας, είχαμε ρυθμό, τρέχαμε και δεν μπορούσαν να αντιδράσουν με τίποτα. Ακόμη και στο ΟΑΚΑ όμως, γυρίσαμε ένα ματς από το -16 και το χάσαμε στο τελευταίο σουτ, ενώ στο άλλο παιχνίδι το ελέγχαμε πλήρως και κάναμε μόνο ένα κακό τελευταίο δεκάλεπτο».

Τι συζητήσατε στα αποδυτήρια πριν βγείτε για τον πέμπτο τελικό;

«Προσπαθήσαμε απλά να αποβάλουμε το άγχος. Το κλίμα στα αποδυτήρια φέτος γενικά ήταν καταπληκτικό, μας βοήθησε πολύ στο να πετύχουμε τους στόχους μας. Από την αρχή και στο μεγαλύτερο μέρος της χρονιάς κανείς δεν μας πίστευε, δεν περίμεναν τίποτα από μας. Ξέραμε, όμως, ότι το πρωτάθλημα έπρεπε να το πάρουμε. Θυμάμαι λίγες μέρες πριν από τη Σιένα με σταματούσαν φίλαθλοι στον δρόμο και μου έλεγαν: ‘Δεν μας νοιάζει τι θα κάνετε στο Final 4, θέλουμε μόνο το πρωτάθλημα’. Ακόμη κι όταν κατακτήσαμε την Ευρωλίγκα το ίδιο ήθελαν, αλλά πλέον μας πίστευαν περισσότερο. Αυτή ήταν η πιο μεγάλη μαγκιά που κάναμε φέτος, φέραμε τον κόσμο δίπλα μας και τον κάναμε να πιστέψει στις δυνατότητές μας. Όταν φτάνεις σε ένα ματς που κρίνεται ο τίτλος, σίγουρα σου δημιουργούνται αμφιβολίες. Τη στιγμή, όμως, που βγήκαμε στο γήπεδο για την προθέρμανση και αντικρίσαμε 12.οοο κόσμο να ξελαρυγγιάζεται για μας, τα ξεχάσαμε όλα αμέσως».

Πώς σου φάνηκε να μαρκάρεις τον Δημήτρη Διαμαντίδη;

«Όταν μου είπε ο κόουτς ότι θα τον μαρκάρω και ότι από τη δική μου άμυνα εξαρτάται η νίκη της ομάδας μου, ένιωσα τεράστια πρόκληση. Ήταν πολύ σοβαρός και δεν προσπάθησε ποτέ να με «ψαρώσει». Του έκανα κάποια φάουλ και του έδινα αμέσως το χέρι μου, πολύ επαγγελματίας. Κάποιες φορές βέβαια έπαιρνε σφυρίγματα, λόγω του μεγέθους και του σεβασμού που έχει κερδίσει. Αγωνιστικά προσπάθησα να κάνω όλα αυτά που δεν του αρέσουν και τον δυσκολεύουν. Προσπάθησα να είμαι συνέχεια κοντά του, να μην παίρνει ανάσα, να είμαι τόσο κοντά του που να ενοχλείται. Με αυτόν τον τρόπο τον εμπόδιζα να βλέπει το γήπεδο και να δίνει πάσες, να βρει απόσταση για να σουτάρει, κάτι που επίσης το κάνει καλά. Άλλες φορές τα κατάφερα, άλλες όχι. Δεν θα με ένοιαζε πάντως να σκόραρε 40 πόντους και να κέρδιζε ο Ολυμπιακός. Αυτό έχει σημασία».

Και στις προπονήσεις μάρκαρες τον Σπανούλη;

«Πολύ συχνά συνέβαινε αυτό για δύο κυρίως λόγους. Αφενός για να προετοιμαστώ ώστε να μπορώ να αντιμετωπίσω τον καλύτερο παίκτη της άλλης ομάδας και αφετέρου για να δοκιμαστεί και ο Σπανούλης σε συνθήκες αγώνα. Ο καλύτερος αμυντικός των αντιπάλων πήγαινε συνέχεια σε αυτόν. Μας έκανε καλό και στους δύο».

Ο ρόλος του Σπανούλη στον Ολυμπιακό;

«Αρχηγός με όλη τη σημασία της λέξης. Οπότε έπρεπε σε συμβούλευε, σε ξεσήκωνε, σου έκανε παρατήρηση. Ήξερε τι να κάνει και πώς να το κάνει. Πραγματικός ηγέτης. Δεν θα ξεχάσω δύο πράγματα. Το τρίποντο του στον ημιτελικό με την Μπαρτσελόνα που κλείδωσε τη νίκη και τη συμβουλή που μου έδωσε λίγα λεπτά πριν από το τζάμπολ του τελικού. Με έπιασε και μου είπε: ‘Αυτή η ευκαιρία που έχουμε είναι μοναδική, υπάρχουν παίκτες με εκατομμύρια που δεν έχουν φτάσει ποτέ σε τελικό Ευρωλίγκας. Μπορεί να παίζουμε δέκα χρόνια και να μην ξαναπάμε σε Final 4. Αυτή είναι η ευκαιρία μας και το κύπελλο θα το σηκώσουμε σήμερα’. Αυτή ήταν η πιο σοφή κουβέντα που έχω ακούσει».

Η φετινή χρονιά του Ολυμπιακού θα μπορούσε να γίνει ταινία, τι τίτλο θα της έβαζες;

«Σίγουρα ήταν μία τρελή χρονιά. ‘Η αυτοκρατορία ξεκίνησε με ένα θαύμα’».

Ταινία επίσης θα μπορούσε να γίνει και η ζωή σου από ταν Ιούλιο του 2011 μέχρι σήμερα...

«Αυτό σίγουρα (σ.σ. γελάει...). Αν μου το έλεγες πέρυσι το καλοκαίρι δεν θα το πίστευα, δεν θα το φανταζόμουν. Μακάρι να υπάρξει ανάλογη συνέχεια. Ευχαριστώ τον θεό για όλα αυτά και βέβαια που πήρα τη σωστή απόφαση. Οι καλύτεροι μήνες της ζωής μου. Σε αυτή την ηλικία πάνω από όλα θέλουμε να βρισκόμαστε στο παρκέ και να διασκεδάζουμε. Καλό είναι να φοράς τη φανέλα του Ολυμπιακού και να είσαι 15ος, αλλά η μαγκιά του αθλήματος είναι να βρίσκεσαι στο παρκέ και να νιώθεις τον παλμό. Νιώθω δικαιωμένος για όλη τη δουλειά και τον κόπο μου».

Πηγαίνοντας στο Final 4 πόσες πιθανότητες έδινες να κατακτήσετε την Ευρωλίγκα;

«Πολύ λίγες, αλλά είχαμε το πλεονέκτημα ότι κανείς δεν μας υπολόγιζε. Στο μυαλό μας υπήρχε μόνο η νίκη στον ημιτελικό και μετά θα ήταν... απλά ένα ματς. Μπορεί να παίξουμε με την ΤΣΣΚΑ 15 φορές και να χάσουμε όλες. Εκείνο το βράδυ ο Θεός αποφάσισε διαφορετικά. Αυτό έμεινε στην ιστορία.

Οι απαιτήσεις του κόσμου πλέον ανέβηκαν. Δεν θέλουν την Ευρωλίγκα κάθε χρόνο, αλλά το πρωτάθλημα το θέλουν.

«Όταν φοράς τη φανέλα του Ολυμπιακού, ξέρεις τι θα συναντήσεις και πρέπει να είσαι έτοιμος. Υπάρχει πίεση, δεχόμαστε την κριτική γιατί αυτά έρχονται με τον πρωταθλητισμό που κάνουμε. Κανείς δεν έχει πάρει τα τελευταία χρόνια την Ευρωλίγκα δύο συνεχόμενες χρονιές, μακάρι να το κάνουμε εμείς. Μήπως μας περίμεναν φέτος; Το πρωτάθλημα είναι αυτονόητο, δεν το συζητάω».

Είσαι από τους λίγους ανθρώπους με τους οποίους συναντήθηκαν προσωπικά οι Αγγελόπουλοι πέρυσι το καλοκαίρι.

«Μεγάλη τιμή για μένα. Οι άνθρωποι είδαν ένα παιδί από το Περιστέρι, ένα ελληνόπουλο. Όταν βρισκόμουν σε δίλημμα ακόμη για το πού θα αγωνιστώ, μου είπαν: ‘Εμείς σε θέλουμε και σε φανταζόμαστε βασικό μέλος της ομάδας’. Μου έδωσαν αυτοπεποίθηση, με έπεισαν εκείνη τη στιγμή και ακόμη μου υπενθυμίζουν τη συνάντησή μας και πόσο πολύ πίστευαν σε μένα. Οι άνθρωποι είναι τρελοί με τον Ολυμπιακό, τους χρωστάμε πολλά και οι παίκτες και ο Ολυμπιακός. Μακάρι να υπάρχουν άνθρωποι σαν και αυτούς στον χώρο του ελληνικού μπάσκετ. Ελπίζω να μείνουν για πολλά χρόνια γιατί είναι άρρωστοι με τον Ολυμπιακό και αξίζουν να ζήσουν πολλές ακόμη επιτυχίες».

Ο ρόλος του Ντούντα;

«Δάσκαλος. Έδεσε την ομάδα ακριβώς όπως έπρεπε. Ήξερε πότε να μας μιλήσει, πότε να μας βάλει πίεση, πότε να τη διώξει, πότε να μας φωνάξει. Ήξερε τι ακριβώς έπρεπε να κάνει. Δεν θα ξεχάσω ποτέ την ευκαιρία που μου έδωσε και του χρωστάω τα πάντα, γιατί κανείς δεν θα εμπιστευόταν ένα παιδί από το Περιστέρι τόσο πολύ. Όταν του κάνεις τη δουλειά που θέλει, θα σε βάλει να παίξεις. Είναι δίκαιος. Στην αρχή που ήμουν ψαρωμένος, όποτε μου φώναζε άσπριζα. Ξέρω πλέον ότι όποτε φωνάζει, έχει δίκιο. Κάνει πολλές προσωπικές συζητήσεις με τους παίκτες. Θυμάμαι την παραμονή του ματς της κανονικής περιόδου με τον Παναθηναϊκό, με φώναξε. ‘Μικρέ, αύριο θα παίξεις βασικός. Θέλω να παίξεις καλή άμυνα και να μη φοβηθείς στην επίθεση. Αν σου δώσει σουτ ο αντίπαλος, θέλω να τα πάρεις. Μην αγχωθείς’. Την επόμενη μέρα έβαλα 11 πόντους με τρία τρίποντα».

Με τους υπόλοιπους νεαρούς συμπαίκτες σου πώς τα πήγατε; Αισθανθήκατε ανταγωνισμό ανάμεσά σας;

«Με Παπανικολάου, Σλούκα και Κατσίβελη είμαστε αδέρφια, είναι οικογένειά μου, αφού παίζουμε χρόνια στις εθνικές ομάδες. Δεν υπήρχε κανένα θέμα ανταγωνισμού πέραν της προσπάθειας που κάναμε για να παίξουμε. Όλα τα παιδιά με βοήθησαν, ειλικρινά. Ο Πρίντεζης λίγο περισσότερο γιατί κάναμε παρέα. Του λέω συνεχώς πως ήρθα στον Ολυμπιακό και τον εξέλιξα, τον έκανα μάγκα και γελάμε. Όλα τα παιδιά είναι καταπληκτικά. Ο ‘Σπαρτιάτης’ ο Χάινς, ο ‘συμβουλάτορας’ Άντιτς. Ο Λο που παίζαμε στην ίδια θέση και με βοηθούσε. Όλοι τους».

Τι χάρηκες περισσότερο, την κατάκτηση της Ευρωλίγκας ή τα πρωτάθλημα;

«Δεν μπορώ να βάλω το ένα πιο πάνω από το άλλο. Η Ευρωλίγκα λίγο περισσότερο επειδή ήμασταν αουτσάιντερ και λόγω βέβαια της ανατροπής που κάναμε από το -19 και τελικά νικήσαμε με buzzer beater. Το πρωτάθλημα βέβαια έχει άλλη γλύκα, το περίμεναν όλοι στην ομάδα 15 ολόκληρα χρόνια, όμως το πιστεύαμε πιο πολύ και νομίζω πως αυτό έπαιξε ρόλο».

Φαντάζεσαι αυτή η τέλεια χρονιά να έχει ως επίλογο τη συμμετοχή σου στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου με την εθνική ομάδα;

«Μακάρι. Το εύχομαι και δουλεύω γι' αυτό. Μακάρι να είμαι στην επιλογή. Αν με καλέσουν, θα δώσω τον καλύτερο μου εαυτό και θα ήθελα να βρεθώ στην τελική δωδεκάδα».