Γράφει ο Γιάννης Γεωργακόπουλος...

Αυτοί είναι οι τίτλοι τέλους σε μία εποχή που όμοια της στον αθλητισμό ποτέ άλλοτε δεν συναντήσαμε στον τόπο μας. Χρειάστηκε να περάσουν δεκατρία χρόνια για να βγεί μια τέτοια ανακοίνωση από την ομάδα μπάσκετ του Παναθηναϊκού.

Πρέπει να είχε κλείσει ένα χρόνο στην Ελλάδα ο Zeljko Obracovic, όταν φεύγοντας ένα βράδυ από το σπίτι της Κατερίνας το βλέμμα μου χαΐδευε μία γνώριμη φιγούρα. Τα πόδια μου τσιμέντο. Όπως τότε, το καλοκαίρι του 1980 στη via Castillana, που ο πατέρας μου με κρατούσε από το χέρι για να περάσουμε στο απέναντι πεζοδρόμιο αλλά εγώ αρνιόμουν πεισματικά. Βλέπετε απέναντι μου στεκόταν κάτι τεράστιο, κάτι σαν αρένα για ταυρομαχίες με τις τρείς πιο μαγικές λέξεις που θα μπορούσα να διαβάσω. Estadio Sandiago Bernabeu. Κάνοντας δύο βήματα πίσω, έγειρα το κεφάλι μου λίγο δεξιά και ναι, ο άντρας που είχα δεί ήταν ο Zeljco Obradovic. Τον περίμενα να βγεί από την πολυκατοικία που τότε έμενε, του έδωσα το χέρι μου, συστήθηκα, με κοίταξε λίγο σαστισμένος, σου λέει ο άνθρωπος, ποιος τρελός μας βρήκε και με άκουσε να του λέω... μη φύγεις ποτέ, μείνε μαζί μας για πάντα. Για δεκατρία χρόνια μου έκανε το χατίρι, αν μπορώ να χρησιμοποιήσω αυτό τον όρο. Για δεκατρία χρόνια μοιραστήκαμε όλοι μας στιγμές.

Θεωρώ τον εαυτό μου ιδιαίτερα ευλογημένο που ταξίδεψα και είδα πράγματα που άλλοι θέλουν δέκα ζωές για να τα δούν και πάλι πολύ αμφιβάλλω. Από τον Julius “The Doctor” Erving να παίζει με τον Bobby Jones, τον Maurice Cheeks, τον Moses Malone την τελευταία του χρονιά στο Spectrum της Philadelphia, έως τον Larry Bird παρέα με τον Kevin McHale, τον Robert Parish, τον Bill Walton, τον Dennis Johnson και τον Danny Ainge με προπονητή τον KC Jones να βάζουν φωτιά στον καθεδρικό ναό του μπάσκετ, το μυθικό πια Boston Garden κόντρα στους Los Angeles Lakers του Earvin “Magic” Johnson, του Kareem Abdul Jabbar, του Byron Scott, του James Worthy, του Pat Riley. Τον Clyde “The Glide” Drexler παρέα με τον Ciff Robinson, τους δίδυμους πύργους του NBA, Hakeem “The Dream” Olajuwon και Ralph Sampson, τα κακά παιδιά του NBA του αείμνηστου Chuck Daily, τους Detroit Pistons. Είδα ακόμα ένα πιτσιρικά από το κολεγιακό, έτοιμο να απογειωθεί ψηλότερα από τον air Mike. Φορούσε το νούμερο 34 στην πλάτη, ήταν απόφοιτος του Maryland, a terrapin graduate, είχε επιλεγεί στο νούμερο 2 του ντράφτ το 1986 από τους παγκόσμιους πρωταθλητές Boston Celtics, με τον Red Auerbach να τον παρακολουθεί για τρία χρόνια. Τον έλεγαν Len “Frosty” Bias. Είδα τον Franz Beckenbauer να επιστρέφει στο Giant Stadium της Νέας Υόρκης, εκεί όπου έκλεισε την καριέρα του με συμπαίκτες τότε τον Giorgio Chinaglia, τον Pele και τον Carlos Alberto, αυτή τη φορά με τη φανέλα της Μεικτής Κόσμου στις 22 Ιουλίου του 1984. Στην παρέα του κάποιοι άμπαλοι... ΧΑ!! με τα ονόματα Rudy Krol και πως τον λέγανε τον άλλον... α! ναι το θυμήθηκα.Mario “El Matador” Kempes.

Ναι, αυτόν που χάρισε στην Αργεντινή το πρώτο της παγκόσμιο κύπελλο, το καλοκαίρι του ‘78. Είναι και άλλοι που αντίκρισαν τα μάτια μου αλλά για τώρα αρκετά. Αυτό όμως που είδα να συμβαίνει με τον Obradovic δεν το είδα με κανέναν άλλο. Κάθε φορά που το καμάρι, όπως θα λέγαμε και στο χωριό μου, πατούσε το παρκέ, ο κόσμος που κατ’ επανάληψη κρεμιότανε σαν τα τσαμπιά από τα σταφύλια στο Ο.Α.Κ.Α, στεκόταν όρθιος για να του πει το μεγάλο του ευχαριστώ , πόσα σήμαινε γι’ αυτόν η παρουσία του στην άκρη του πάγκου, πόσο πολύ τον είχε για άλλη μια φορά γοητεύσει η προπονητική του ευφυΐα και να του χαρίσει το πιο δυνατό, το πιο ζεστό του χειροκρότημα. Να του καταθέσει την ψυχή του, αυτή που ο Zeljco του είχε κλέψει. Οι αμερικάνοι το αποκαλούν, “standing ovation”. Η απόλυτη έκφραση αναγνώρισης, στην απόλυτα σωστή της διάσταση! Και αυτό, πέρα από τίτλους, τρόπαια, διακρίσεις, λάβαρα είναι το μεγαλύτερο παράσημο που έχει απονεμηθεί στον Zeljko στη μέχρι τώρα προπονητική του καριέρα. Βλέπετε, δεν γινόταν τακτικά, όχι – όχι. Ούτε μετά από επιστροφές με τα Πρωταθλητριών, τις επαναλαμβανόμενες νίκες στο Σ.Ε.Φ ή στο Ελληνικό ή γενικά και αόριστα τις πιο πολλές φορές. Όχι. Απλά, γινόταν σε κάθε αγώνα για 13 χρόνια!!! Γινόταν στην αρχή και στο τέλος κάθε παιχνιδιού. Εκεί, στο two minute warning όπως λέγεται και στο NBA. Ηταν ο δικός μας τρόπος επικοινωνίας με τον πλέον χαρισματικό προπονητή στην ιστορία του μπάσκετ. Τον δικό μας Zeljco, αυτόν που μπορεί να δει την επόμενη φάση να εξελίσσεται πριν αυτή καν να έχει δημιουργηθεί. Αυτόν, που έκανε έναν ολόκληρο κόσμο του Παναθηναϊκού να αγαπήσει όσο κανείς άλλος τις δύο σημαντικότερες λέξεις στην ιστορία του συλλόγου. Σύλλογος μεγάλος. Πως είχε πεί και ο Ettore Messina το 2002 στο πιο παλικαρίσο κύπελλο πρωταθλητριών που σήκωσε ποτέ ομάδα; Το Final four, είναι μία διοργάνωση, στην οποία συμμετέχουν τέσσερις ομάδες και στο τέλος κερδίζει πάντα ο Obradovic.

Λένε, πως η καλύτερη κριτική, αυτή με την βαρύνουσα σημασία, είναι αυτή που προέρχεται από τους ομοίους σου, από το σινάφι σου. Είναι αυτή που καθορίζει. Οσοι μπόρεσαν να τον παρακολουθήσουν ζήτησαν να μάθουν περισσότερα. Οι υπόλοιποι, έ... αυτοί, έμειναν στάσιμοι.

Το παραμύθι της πιο πετυχημένης ελληνικής ομάδας όλων των εποχών έφτασε στο τέλος του. Τώρα, οι δρόμοι χωρίζουν και τα δύσκολα είναι μπροστά. Και για τους δύο. Ο Zeljco θα βιώσει χειροκροτήματα και επευφημίες σε άλλες πολιτείες. Εμείς, θα πρέπει να νικήσουμε πάνω απ’ όλα τους δαίμονες μας. Και θα τους νικήσουμε μ’ ένα δικό μας παιδί. Τον Αρτζι. Απλά, δεν θα είναι ποτέ το ίδιο για κανέναν από τους δυό μας. Ο Zeljco, για φέτος, θα κάνει ένα ταξίδι στο μέλλον, με συνοδοιπόρο το παρελθόν και τον αριθμό 13 στην πλάτη. Εμείς, θα καμαρώνουμε για όλα όσα μας προέκυψαν αυτά τα δεκατρία χρόνια, έτοιμοι να σηκωθούμε όρθιοι ξανά... για το επόμενο... standing ovation!

Πηγή: protagon.gr